Αν αποτύχεις στην Ελλάδα, φταίει το σύστημα, η άδικη κοινωνία, η κακή τύχη. Φταίνε οι γονείς σου. Αν αποτύχεις στην Αμερική, φταις εσύ.
Η ατομική ευθύνη –που βρίσκεται στον πυρήνα της αμερικανικής κουλτούρας– καλλιεργήθηκε ως υπέρτατος νόμος τουλάχιστον τα τελευταία σαράντα χρόνια. Στη γη της ελευθερίας και των ίσων ευκαιριών, πετυχαίνουν όσοι αξίζουν. Το «όνειρο» προσφέρεται σε όσους έχουν ταλέντο και όρεξη για δουλειά.
Η αξιοκρατία όμως έχει και μια σκοτεινή όψη: Αυτός που «αποτυγχάνει» –που υστερεί σε μόρφωση ή σε πλούτο– βαρύνεται με το προσωπικό στίγμα του loser. Δομικά εμπόδια –όπως οι παγιωμένες ανισότητες, με βάση το εισόδημα, τη φυλή ή το φύλο– παραγνωρίζονται εντελώς. Παραγνωρίζεται κυρίως η δυνατότητα του συστήματος της ηγέτιδας τάξης να αναπαράγει τον εαυτό του, βαπτίζοντας «αξιοκρατία» τον μηχανισμό που στην πραγματικότητα κληροδοτεί συσσωρευμένο πλούτο· που εξασφαλίζει πτυχία των απρόσιτων οικονομικά πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, σαν πιστοποιητικά προσωπικής αξιοσύνης. Αυτό το σύστημα ονόμασε και εξήγησε ο Μάικλ Σάντελ ως τυραννική αξιοκρατία στο πολυδιαβασμένο «The Tyranny of Merit». Μήπως λοιπόν το αποτέλεσμα της περασμένης Τρίτης είναι η εκδίκηση των στιγματισμένων – η επανάσταση των «losers»; Δεν έχουν δίκιο να αισθάνονται αγανακτισμένοι για ένα σύστημα που όχι μόνο προστατεύει τους γόνους και τους κληρονόμους, αλλά καταδικάζει και ηθικά –ως οκνούς ή άχρηστους– όσους αποκλείει;
Η επανάσταση των αποκλεισμένων της απόλυτης αξιοκρατίας.
Μπορεί. Μπορεί το αίσθημα της αδικίας και της περιφρόνησης να σε κάνει να ψηφίσεις ακόμη και ένα σεσημασμένο πραξικοπηματία. Μένει όμως ακόμη ένα παράδοξο να εξηγηθεί. Αν αυτό που βλέπουμε στην Αμερική είναι η λαϊκή τιμωρία των ελίτ, τότε πώς ο λαός προτίμησε ένα γόνο της ελίτ –τον χρυσοκάνθαρο της 5ης Λεωφόρου– για να την εκφράσει; Πώς ταυτίστηκε μαζί του – και με τον πλουσιότερο άνθρωπο στον πλανήτη, που ήταν μαζορέτα και μεγα-σπόνσορας της προεκλογικής του εκστρατείας; Πώς δεν ταυτίστηκε με την κόρη των μεταναστών, που τηγάνιζε πατάτες σε φαστφουντάδικο για να πληρώσει τα δίδακτρά της;
Τους πλάνεψε, λένε, η μαύρη μαγεία του Τραμπ – το χάρισμά του στη μισαλλόδοξη δημαγωγία. Η ταύτιση όμως δεν θα είχε συντελεστεί, αν και ο ίδιος ο δημαγωγός δεν αισθανόταν –παρά τον πλούτο του– «αποκλεισμένος». Περιφρονημένος από την καθεστηκυία τάξη της πολιτικής και των media, που δεν κουραζόταν να επισημαίνει τις προσωπικές του ανεπάρκειες, την άγνοια και τις επιχειρηματικές του αποτυχίες. Που τον αντιμετώπιζε πάντα σαν τοξικό καρνάβαλο.
Ο Τραμπ δεν δίσταζε να εμφανίζει τον εαυτό του ως κυνηγημένο, διωκόμενο από το «βαθύ κράτος», κυριολεκτικά σωσμένο από τον επίδοξο δολοφόνο του χάρη στη θεία πρόνοια. Με αυτή την καμπάνια αυτοθυματοποίησης κατάφερε να συνδεθεί ψυχολογικά με τους ψηφοφόρους του και να μεταμφιέσει την πλουτοκρατική του ταυτότητα.
Το καρναβάλι σχόλασε την Τρίτη. Τώρα αρχίζει η αμασκάρευτη ζωή.