Το προχθεσινό, καίριο, ίσως και προφητικό άρθρο του Αλέξη Παπαχελά, με τίτλο «Τίποτα δεν θα είναι όπως πριν», κλείνει με τη φράση «όσοι νιώθουν ότι είτε δεν χωράνε στο “τρένο” είτε ότι παραπάει γρήγορα γι’ αυτούς, βρίσκουν πάντα τρόπο να το εκτροχιάσουν». Η διαπίστωση αυτή είναι σωστή, αλλά αφορά το σήμερα. Στο παρελθόν, αυτοί που δεν χωρούσαν στο τρένο ή δεν μπορούσαν να ανέβουν σε αυτό λόγω της ταχύτητάς του, ήταν οι περισσότεροι. Οι πολύ περισσότεροι. Ομως οι κατασκευαστές αυτών των τρένων είχαν την ικανότητα και να αυξάνουν την ταχύτητά του και συγχρόνως να αυξάνουν τον αριθμό των επιβατών τους προσθέτοντας συνεχώς πιο πολλά βαγόνια. Αυτό το αποκαλέσαμε κοινωνική ενσωμάτωση, μέσω πολλών αγωγών κοινωνικής ανέλιξης. Δηλαδή, η φτώχεια και η ανέχεια πάντα υπήρχαν, αλλά ουδέποτε οδήγησαν τις δυτικές κοινωνίες στον εκτροχιασμό τους. Το καπιταλιστικό σύστημα και η φιλελεύθερη δημοκρατία διέθεταν, ιστορικά, πολλές δικλίδες ασφαλείας που λειτουργούσαν ικανοποιητικά.
Τι άλλαξε από τότε, και σήμερα όντως το τρένο στο οποίο επιβαίνουμε όλοι κινδυνεύει με εκτροχιασμό; Γιατί η κοινωνική ενσωμάτωση έχει φτάσει στα όριά της; Γιατί οι παραδοξολογίες ηγεμονεύουν; Μια πρώτη και πειστική –κατά τη γνώμη μου– απάντηση αφορά την ταχύτητα με την οποία διακινείται η πληροφορία και η εικόνα. Αφορά σε τελική ανάλυση τη διαδεδομένη χρήση του Διαδικτύου, κάτι που δεν μπορούμε πλέον να το βγάζουμε έξω από όλες τις ερμηνείες μας. Πιστεύει κανείς ότι ο Τραμπ και ο κάθε Τραμπ θα υπήρχε χωρίς το Διαδίκτυο; Και αν δεχθούμε ότι ο Τραμπ είναι το επιφαινόμενο των κοινωνικών συνθηκών, ας αναρωτηθούμε όχι πώς δημιουργήθηκαν αυτές οι κοινωνικές συνθήκες, αλλά πώς εντυπώνονται στη συνείδηση των πολιτών μέσω της εικόνας και ενός δηκτικού τιτιβίσματος στο Διαδίκτυο.
Στο ψηφιακό καφενείο, οι δυο-τρεις «παράξενοι» του παραδοσιακού καφενείου διαπιστώνουν ότι είναι εκατοντάδες εκατομμύρια. Εχουν δύναμη…
Το Διαδίκτυο είναι ένα τεράστιο ψηφιακό καφενείο στο οποίο ο καθένας μπορεί να διατυπώσει την άποψή του για κάθε θέμα. Εχει αντικαταστήσει πλήρως το παραδοσιακό καφενείο στο οποίο οι δυο-τρεις «παράξενοι» κάθονταν σε μια γωνία, απομονωμένοι από τους πολλούς, και τα έλεγαν μεταξύ τους. Σήμερα, στο ψηφιακό καφενείο, οι δυο-τρεις «παράξενοι» του παραδοσιακού καφενείου διαπιστώνουν ότι είναι εκατοντάδες εκατομμύρια. Εχουν δύναμη. Και πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, δηλαδή όπου υπάρχουν πάρα πολλοί, εμφανίζεται και αυτός που θα τους εκφράσει, θα δώσει ιδεολογική και πολιτική υπόσταση στον ανορθολογισμό τους, στις παραδοξολογίες τους. Από εκείνη τη στιγμή ένα κομμάτι της κοινωνίας θέτει εαυτόν εκτός συστήματος. Το περιφρονούν, διότι αισθάνονται ότι και το σύστημα τους περιφρονεί και αγωνίζονται να το υπονομεύσουν, αχρηστεύοντας τις δικλίδες ασφαλείας του. Τους θεσμούς του.
Αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις, όταν απελευθερωθούν, όταν βγουν από τη χύτρα, δεν συμμαζεύονται. Αποτελούν μια πραγματικότητα, με πολιτικές συνέπειες, την οποία ουδείς μπορεί να αγνοήσει. Το ερώτημα είναι αν το σύστημα διαθέτει ανταλλακτικά για τις δικλίδες ασφαλείας του.