Η Αμερική μάς πέφτει λίγο μακριά, για να μπούμε στο μυαλό και στην ψυχή των οπαδών του Τραμπ. Πολύ πιο εγγείς –και διαφανείς– είναι όμως οι Ελληνες οπαδοί του. Εκείνοι που από το ξημέρωμα της Τετάρτης πανηγυρίζουν, εκδηλώνοντας δημοσίως ένα θαυμασμό για τον νικητή που κατάφερναν μέχρι προχθές να τιθασεύουν. Εκείνοι που, σε αντίθεση με τους δημοσκόπους, καμώνονται τώρα ότι είχαν πιάσει τον παλμό και έβλεπαν τι ήθελε ο λαός – τι θέλουν οι λαοί, γενικώς.
Οι όψιμοι τραμπιστές αναμασούν την αντισυστημική κοινοτοπία ότι οι «ελίτ» με τη «woke» ατζέντα τους είχαν αποξενώσει και εξοργίσει τους πολλούς και στην κάλπη πλήρωσαν την αλαζονεία τους. Ως αντίδοτο στην ελιτίστικη αλαζονεία προβάλλει η ενσάρκωση του πλουτοκρατικού ναρκισσισμού. Προβάλλει ο υποψήφιος στον οποίο επένδυσαν –κυριολεκτικά– πολλοί δισεκατομμυριούχοι, που εμφανίζονται τώρα να διεκδικούν όχι απλώς έμμεση επιρροή στην εξουσία, αλλά απευθείας κυβερνητικά αξιώματα.
Ο εκδικητής των ελίτ είναι τόσο αντι-ελιτιστής που προκάλεσε ντελίριο ενθουσιασμού στα χρηματιστήρια. «Στους τραπεζίτες, στους τιτάνες των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων και στα άλλα στελέχη χρηματοοικονομικών υπηρεσιών τρέχουν τα σάλια (salivate) με την προοπτική της απορρύθμισης της αγοράς και της αποχώρησης των επιθετικών επιτηρητών της κυβέρνησης Μπάιντεν». Με αυτές ακριβώς τις φράσεις περιέγραφε το ρεπορτάζ των Financial Times το κλίμα της πρώτης μετεκλογικής ημέρας στις αγορές. Σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index, οι δέκα πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο είδαν την Τετάρτη την αξία των χαρτοφυλακίων τους να αυξάνεται κατά 64 δισ. (Οι μόνες χαμένες είναι οι εταιρείες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των οποίων οι μετοχές υποχώρησαν έως και 30%, καθώς, εκτός από την αλαζονεία, ο αντι-ελιτιστής έχει υποσχεθεί ότι θα πατάξει ως περιττή και την πράσινη ενέργεια.) Τον Ζορό των φτωχών συνεχάρησαν με δημόσιες δηλώσεις τους ο Τζεφ Μπέζος της Amazon (περιουσία 228 δισ.), ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ της Meta (202 δισ.) και ο Τιμ Κουκ της Apple.
Μπορεί να ακούσει κανείς τους υπερασπιστές του Τραμπ στην Ελλάδα (κάποιοι εκ των οποίων έχουν κάνει καριέρα ως αντιλαϊκιστές του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου) να αντιτείνουν: Οι αγορές χαίρονται γιατί ο επανεκλεγείς πρόεδρος είναι καλός για την οικονομία. Μπορεί να είναι κακός για τη δημοκρατία, αλλά θα φέρει την ανάπτυξη που θα μεγαλώσει την πίτα για όλους, μεγάλους και μικρούς.
Η αντίδραση πάντως των μεγάλων, που προεξοφλούν ότι θα απαλλαγούν από φόρους και οχληρούς ελέγχους, δεν συμβαδίζει με τη φιλολογία περί «λαϊκού» κινήματος. Γυρνάμε πάλι στο παλιό ερώτημα: Ποιος είναι ο «λαός»; Είναι «λαϊκός» ο θυμωμένος, λευκός μεσήλικας άνδρας, που, παρά τα πατριαρχικά πρωτεία του, αισθάνεται ότι απειλείται η ταυτότητά του και δεν είναι μια μαύρη φτωχή γυναίκα, στην οποία η πολιτεία αρνείται βασική ιατρική περίθαλψη; Είναι ευάλωτοι μόνο όσοι είδαν το διαθέσιμο εισόδημά τους να μειώνεται από τον πληθωρισμό και δεν είναι οι άνθρωποι που ανήκουν σε μία μειονότητα και είδαν την ανθρωπινότητά τους να μειώνεται από τον πληθωρισμό του μίσους; Είναι λαός το 51% που ψήφισε έναν επίδοξο δικτάτορα –ο οποίος έχει αποπειραθεί ήδη να σφετεριστεί την εξουσία επιστρατεύοντας τον βίαιο όχλο– και δεν είναι λαός το 49% που δεν τον ψήφισε;
Από τις πρώτες κιόλας ώρες μετά τις εκλογές, έχει γίνει αισθητός ο ηθικός κίνδυνος: Η εξήγηση της νίκης του Τραμπ μεταφράζεται σε δικαίωσή του. Οι ανεπάρκειες της φιλελεύθερης Αμερικής και τα σφάλματα της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας απενοχοποιούν τη δεδηλωμένη πρόθεση για κατάλυση του πολιτεύματος. Η κάλπη εκλαμβάνεται σαν κολυμβήθρα απ’ όπου ο ρατσισμός βγαίνει αναβαπτισμένος ως «λαϊκή δυσαρέσκεια» και ο αυταρχισμός ως άξιο μίμησης ηγετικό υπόδειγμα. Ο αντιδημοκρατικός ηγέτης βαπτίζεται «αντισυστημικός».
Είναι πιθανό ότι οι εγκωμιαστές του Τραμπ, προτού περάσει πολύς καιρός, θα αναγκαστούν να καταπιούν τα εγκώμιά τους. Είναι πιθανό, αλλά δεν είναι σίγουρο. Υπάρχει και το ενδεχόμενο αργής και ανεπαίσθητης εξοικείωσης με το «φαινόμενο» – που ήδη εδώ και εννέα χρόνια, από τότε που κατέβηκε με υψωμένo τον αντίχειρα την κυλιόμενη σκάλα του επίχρυσου πύργου του, για να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του, διεκδικεί την μπαναλοποίησή του. Το αποτρόπαιο συνηθίζεται. Η ασυναρτησία εξορθολογίζεται. Το δηλητήριο δεν πικρίζει πια.
Ολοι, ο ένας μετά τον άλλο, γίνονται ρινόκεροι. Μέχρι που δεν έχει πια νόημα να μείνεις άνθρωπος.