Ανάμεσα στα πολλά που γράφτηκαν μετά τη νίκη του Τραμπ ήσαν και μερικά άρθρα που συγκρίνουν τις Ηνωμένες Πολιτείες με την Ευρώπη από νεοσυντηρητική σκοπιά και βρίσκουν τους Αμερικανούς πιο πρακτικούς, πιο αισιόδοξους και πιο αποφασισμένους να διατηρήσουν ψηλά το βιοτικό τους επίπεδο, π.χ. με το να επεκτείνουν την εξόρυξη πετρελαίου. «Τους ενδιαφέρει αυτό που φέρνει αποτέλεσμα, όχι αυτό που ακούγεται ωραίο» (από κείμενο του Konstantin Kisin στο X).
Ας δούμε μερικά αποτελέσματα του αμερικανικού τρόπου ζωής, σε σύγκριση με την Ευρώπη. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ με τίτλο «How’s Life? 2024», η προσδόκιμη διάρκεια ζωής στις ΗΠΑ είναι 79,5 έτη, κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (80,3), στη Γαλλία (83,4), στη Γερμανία (81,5), στο Ηνωμένο Βασίλειο (81,5), στην Ελλάδα (82,0). Ο δείκτης, δε, αυτός χειροτέρεψε πολύ περισσότερο στις ΗΠΑ από όσο στην Ευρώπη μέσα στην πανδημία.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι υποφέρουν από μοναξιά είναι με διαφορά το μεγαλύτερο στον ΟΟΣΑ (13%), όπου ο μέσος όρος είναι 6%, στη Γαλλία 10%, στη Γερμανία 7%, στην Ελλάδα 7%. Οι θάνατοι από απόγνωση (δηλαδή αυτοκτονίες, κατάχρηση αλκοόλ και βλαβερές ουσίες) ανά εκατομμύριο πληθυσμού είναι σχεδόν διπλάσιοι στις ΗΠΑ από ό,τι στη Γερμανία και στη Γαλλία και τριπλάσιοι από την Ελλάδα.
Το ποσοστό των μαθητών 15 ετών που δεν έχουν φαγητό τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα λόγω φτώχειας είναι 13% στις ΗΠΑ, 8% στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, 8% στη Γερμανία, 3% στη Γαλλία, 11% στο Ηνωμένο Βασίλειο (δεν βρήκα στοιχεία για την Ελλάδα).
Από στοιχεία αυτού του είδους δεν προκύπτει ότι οι Αμερικανοί καταφέρνουν καλύτερα από τους Ευρωπαίους να έχουν μια καλή ζωή, παρόλο που υπερτερούν σε εισόδημα και κατανάλωση. Και δεν νομίζω ότι αδιαφορούν για τη διάρκεια της ζωής τους ή την πείνα των παιδιών τους.
Αν η Ε.Ε. συνεχίσει να χτίζει ενεργειακά αυτόνομες κοινότητες, να μειώνει το κόστος παραγωγής, να βελτιώνει τα δίκτυα, είναι πιθανό ότι θα βρεθεί σε πολύ καλύτερη θέση από τις ΗΠΑ, που κάποια στιγμή θα πασχίζουν να τη φθάσουν.
Πόσο όμως θα αντέξει στο μέλλον η Ευρώπη; Ενα κρίσιμο ζήτημα είναι η ενεργειακή ασφάλεια, για την οποία η Αμερική έχει αποφασίσει πως η απάντηση είναι η αυξημένη εξόρυξη πετρελαίου και αερίου μέσα στη χώρα, με την τεχνολογία του fracking. Η Ευρώπη δεν κάνει αντίστοιχες επενδύσεις και σχεδιάζει να έχει πολύ περισσότερη ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Ποια επιλογή θα αποδειχθεί πιο αποτελεσματική σε δέκα χρόνια (ακόμη κι αν αγνοήσουμε τις επιταγές της κλιματικής κρίσης); Οι ορυκτοί πόροι από τη φύση τους εξαντλούνται, ενώ οι ανανεώσιμοι ανανεώνονται. Αν η Ευρώπη συνεχίσει να μειώνει το κόστος παραγωγής, να βελτιώνει τα δίκτυα, να χτίζει ενεργειακά αυτόνομες κοινότητες, είναι πιθανό ότι θα βρεθεί σε πολύ καλύτερη θέση από τις ΗΠΑ, που κάποια στιγμή θα πασχίζουν να τη φθάσουν.
Εκεί όπου η Ευρώπη πραγματικά υστερεί είναι στην ανάπτυξη κρίσιμων νέων τεχνολογιών (κυρίως σε μικροεπεξεργαστές και σε τεχνητή νοημοσύνη), καθώς και στην άμυνα. Δεν λείπουν οι επιστήμονες, ούτε οι εργαζόμενοι με δεξιότητες, όπως δείχνουν διάφορες συγκριτικές έρευνες. Ούτε υστερεί σε βιομηχανική οργάνωση: καλό παράδειγμα είναι η σύγκριση Boeing και Airbus, όπου η πρώτη πιεζόμενη από τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα του αμερικανικού χρηματιστηρίου παραμέρισε τη διασφάλιση ποιότητας, με τραγικά αποτελέσματα. Στη βάση των ευρωπαϊκών κοινωνιών, και μέσα στις επιχειρήσεις, υπάρχουν τα απαραίτητα στοιχεία για μακροχρόνια ανάπτυξη και στρατηγική αυτονομία.
Στην Ευρώπη λείπουν η κρίσιμη μάζα στην αγορά και ο κεντρικός συντονισμός των κρατικών πολιτικών. Οι εκθέσεις Λέτα και Ντράγκι δείχνουν περίπου τι πρέπει να γίνει για να υπερβούμε αυτά τα εμπόδια. Το μεγάλο ερώτημα είναι αν οι πολιτικές ηγεσίες θα επικεντρωθούν σε αυτά. Σε αυτό πρέπει να παίξουμε ρόλο κι εμείς οι πολίτες. Να απαιτήσουμε περισσότερη Ευρώπη, για το κοινό μας μέλλον.
*Ο κ. Αρίστος Δοξιάδης είναι ομότιμος εταίρος στο κεφάλαιο επενδύσεων τεχνολογίας Big Pi.