Κατ’ αρχάς ας ξεκαθαρίσουμε κάτι. Η μεταφορά του αγίου φωτός με αεροπλάνο από τα Ιεροσόλυμα δεν είναι ένας θεσμός 2.000 ετών, όπως τον χαρακτήρισε ο μητροπολίτης Ανθιμος. Είναι μια συνήθεια που ανάγεται στη δεκαετία του ’80, και σίγουρα δεν έχει να κάνει με κανένα δόγμα της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας, λιγότερο ακόμη δε, με το τι και πώς αισθάνονται οι πιστοί τη Μεγάλη Εβδομάδα. Το πρόβλημα δεν είναι το ίδιο το «Αγιον Φως» και οι ιδιότητές του, όπως και το πρόβλημα δεν είναι ο οίνος της αγίας κοινωνίας. Ολα αυτά έχουν να κάνουν με τη θρησκευτική πίστη και πάντως υφαίνουν ένα πλέγμα κοινωνίας με το θείο η οποία επιτρέπει στον κάθε πιστό να συνομιλεί μαζί του. Δεν είναι όσο ορθολογικά θα τα θέλαμε; Σίγουρα όχι. Και θα έλεγα ευτυχώς όχι. Ούτε ο τρόπος με τον οποίον με αγγίζει η μουσική, ή η ζωγραφική, είναι ορθολογικός, παρ’ όλα αυτά όμως ουδόλως ενοχλούμαι, και ουδόλως υποτιμώ τις τέχνες. Αλίμονο αν είχαμε μια τέχνη που ήταν αμιγώς ορθολογική. Αλίμονο αν ο κόσμος μας είχε εξορίσει ό,τι δεν μπορούσε να εντάξει σε πέντε στρογγυλούς συλλογισμούς. Η εκκλησία είναι συντηρητική και οφείλει να είναι συντηρητική. Αυτός είναι ο ιστορικός της ρόλος και, αν μπορούμε να την κρίνουμε, αυτό δεν θα γίνει επειδή είναι συντηρητική, αλλά βάσει του τρόπου με τον οποίον υπηρετεί τον ιστορικό της ρόλο.
Δεν με ενδιαφέρει ποσώς τι και πόσο κοστίζει η μεταφορά του Αγίου Φωτός από τα Ιεροσόλυμα. Αφήνω αυτές τις ανησυχίες για άλλα, πιο προοδευτικά μυαλά από τα δικά μου. Δεν με ενδιαφέρει καν αν η γιαγιούλα λίγο πριν από την Ανάσταση νομίζει πως η λαμπάδα της ανάβει από τη φλόγα των Ιεροσολύμων. Γιατί να της χαλάσω την ευτυχία; Αρκετά γύρω της τη χαλάνε. Και τι θα κερδίσει η ίδια αν ξέρει πως το άναψε με αναπτήρα ο παπάς μέσα στο ιερό; Τίποτε. Απλώς θα αισθανθώ εγώ πιο έξυπνος από εκείνη, τον παπά, και γενικά εξυπνότερος όλων. Και δεν καταλαβαίνω, για μια ακόμη φορά, τι ακριβώς εννοεί ο φίλος Νίκος Δήμου. Εννοεί ότι «διαφωνεί» με το Αγιο Φως ως άγιο φως, ή διαφωνεί με τον τρόπο με τον οποίον το χειριζόμαστε;
Συμφωνώ ότι υπάρχει ένα πρόβλημα στον τρόπο με τον οποίον το χειριζόμαστε. Κι αυτός ο τρόπος αφορά περισσότερο τη θρησκευτική πλευρά του ζητήματος και λιγότερο την κοσμική του πλευρά. Οταν λέμε ότι το υποδεχόμαστε με τιμές αρχηγού κράτους σημαίνει ότι εξισώνουμε τη σημασία του με τους αρχηγούς κρατών που επισκέπτονται τη χώρα μας. Δηλαδή για μας, για την ελληνική πολιτεία, η Αγκελα Μέρκελ είναι εφάμιλλη του Αγίου Φωτός, αφού και σ’ αυτήν τις ίδιες τιμές αποδίδουμε. Οπως και η εικόνα του Αξιον Εστί με τον Μπιλ Κλίντον, ή τον Ταγίπ Ερντογάν. Κάτι δεν πάει καλά στην εξίσωση; Κάτι δεν πάει καθόλου καλά στην εξίσωση, και μου κάνει εντύπωση πως κανένας από τους πιστούς δεν βρέθηκε να εντοπίσει όχι μόνον τον παραλογισμό, αλλά και την ασέβεια; Διότι δεν χρειάζεται να νηστεύεις τη Μεγάλη Εβδομάδα για να αναγνωρίζεις ότι η αξία του Αγίου Φωτός είναι άλλης κοσμικής τάξεως από την αξία της κ. Μέρκελ, εκτός και αν έχουμε να κάνουμε με την τραγελαφική νοοτροπία ενός ελληνικού κράτους που θεωρεί εαυτόν ως υπέρτατη αξία, ως εκ τούτου, μπορεί να αποδώσει όση και όποια αξία θέλει όπου θέλει.
Θα ήθελα τέλος να πω κάτι άλλο, που το θεωρώ ουσιαστικότερο. Εχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για όλους μας να βρούμε τους δρόμους που αυτές οι εορτές, τα «ήθη και τα έθιμα», μπορούν να εξευμενίσουν τον αγριάνθρωπο που κρύβουμε μέσα μας, έστω και υποκριτικά, από το να ψάχνουμε να τα απομυθοποιήσουμε για να αποδειχθούμε ανώτεροι ή ευφυέστεροι αυτών. Διότι ανάμεσα στον αχρείο συμπατριώτη μου που βαράει δυναμίτιδα, γιατί μόνο αυτό κουβαλάει στην ψυχή του και τον ταλαίπωρο ιερέα που ψέλνει με τη γιαγιούλα για το άγιο φως, εγώ προτιμώ τον ιερέα και τη γιαγιούλα.