Το κόστος των πολιτικών συμβιβασμών

1' 56" χρόνος ανάγνωσης

Η Ελλάδα ζητεί μια στολή εξόδου από το Μνημόνιο, ραμμένη στα μέτρα της. Δεν θα υπήρχε ιδιαίτερο πρόβλημα, αν η προσέγγιση αυτή δεν δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα από όσα επιδιώκει να αντιμετωπίσει. Τι θέλει, λοιπόν, η Αθήνα; Θέλει να τελειώσει το «ευρωπαϊκό» τμήμα του Μνημονίου στην ώρα του, δηλαδή στο τέλος αυτής της χρονιάς, χωρίς όμως να έχει ολοκληρώσει σημαντικό έργο. Θέλει να μην έχει υπογράψει κανένα δεσμευτικό πρόγραμμα για την προσεχή περίοδο, κατά παράβαση του σχετικού Κανονισμού της Ευρωζώνης. Θέλει να «διώξει» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ απογοητεύει τις αγορές από τις οποίες θα χρειαστεί να δανειστούμε όσα δεν θα πάρουμε από το Ταμείο.

Βοηθάει, η τακτική αυτή, στην άρση του ελεγχόμενου εμπάργκο που μας έχουν επιβάλει οι διεθνείς αγορές κεφαλαίου; Διευκολύνει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων; Ενισχύει τα θεμέλια μιας νέας, αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης;

Η σύντομη απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι, δυστυχώς, αρνητική. Με μοναδική επιφύλαξη ως προς μια πλευρά της παρούσας κατάστασης. Το κυβερνητικό σχέδιο, αν εφαρμοζόταν με τον ιδανικό τρόπο που το σκέφτηκαν οι συντάκτες του Μεγάρου Μαξίμου, θα βελτίωνε άρδην το επενδυτικό κλίμα για την Ελλάδα και αυτό, όπως είναι φυσικό, θα προκαλούσε μια εκρηκτική επανέναρξη της οικονομικής δραστηριότητας.

Η επιφύλαξη αυτή αναδεικνύει, με πλάγιο πλην όμως σίγουρο τρόπο, αυτό ακριβώς που απουσιάζει από την κυβερνητική τακτική. Από το καλοκαίρι του 2012 μέχρι και τον Μάρτιο 2014, η κυβέρνηση πέτυχε πολλά. Μάζεψε τα διπλά ελλείμματα. Διασφάλισε μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική ισορροπία. Βελτίωσε εντυπωσιακά την ανταγωνιστικότητα της εργασίας. Προχώρησε με επιτυχία την αναδιάταξη του τραπεζικού συστήματος. Ακόμη και την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων άνοιξε.

Αν όμως η Ελλάδα βρίσκεται τώρα υποχρεωμένη να διαπραγματεύεται μια «υβριδική έξοδο από το Μνημόνιο», αντί της «καθαρής λύσης», αυτό οφείλεται στις καθυστερήσεις που σώρευσαν οι κυβερνήσεις από το 2009 μέχρι σήμερα στα δύο πλέον κρίσιμα ζητήματα, αμέσως μετά την αποτροπή της άμεσης χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης: στην πλήρη αναδιοργάνωση του κρατικού μηχανισμού και στην κατάργηση όλων των κορπορατίστικων διατάξεων που συντηρούν τη διαπλοκή μεταξύ επαγγελμάτων, επιχειρηματικών κλάδων και κυβερνητικών μηχανισμών.

Τα συμφέροντα που αντιτίθενται στις στοχευμένες μεταρρυθμίσεις πέτυχαν τελικά να καθυστερήσουν την προσαρμογή των μηχανισμών και θεσμών της οικονομίας, τόσο ώστε να παρουσιάζονται σοβαρές εμπλοκές, ακριβώς τη στιγμή που θα επιχειρούσαμε μια καθαρή έξοδο από το Μνημόνιο. Ο συμβιβασμός των πολιτικών με τα συμφέροντα αυτά μάς κόστισε ακριβά μέχρι σήμερα και είναι σίγουρο ότι θα μας κοστίσει ακόμη ακριβότερα στο πολύ κοντινό μέλλον.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT