Ντόρη Σκούρα: Ενα χαστούκι μού έφτιαξε τη ζωή

Ντόρη Σκούρα: Ενα χαστούκι μού έφτιαξε τη ζωή

Οι αναμνήσεις μιας διαδρομής 40 ετών στα άδυτα του Διπλωματικού Σώματος της Αθήνας

7' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Μπορεί ένας φούσκος να σου καθορίσει τη ζωή; Ε, εμένα αυτό μου συνέβη και τον ευλογώ. Βλέπετε, χάρη σε αυτό το χαστούκι της μάνας μου, βρήκα μια εκπληκτική δουλειά που κράτησε 40 χρόνια, μου άνοιξε πόρτες, με έκανε και γνώρισα απίστευτες προσωπικότητες και μου χάρισε μια δεύτερη πατρίδα», λέει η Ντόρη Σκούρα όταν τη ρωτώ πώς βρέθηκε να εργάζεται επί δεκαετίες στον τομέα Τύπου της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα. Κάθεται απέναντί μου στου Φιλίππου στο Κολωνάκι και με έχει κερδίσει από την ώρα που πέρασε το κατώφλι. Κομψή, με twist εκκεντρικότητας (τα μαλλιά της έχουν τρεις αποχρώσεις του κυανού), γεμάτη κέφι και όρεξη, κυρίως όμως γεμάτη αναμνήσεις: για τη βασιλική οικογένεια, την Κύπρο, τη δολοφονία του ταξίαρχου Στίβεν Σόντερς, το Κόσοβο, τους σπουδαίους πρέσβεις που πέρασαν από την Αθήνα.

Oμως, first things first. Γιατί έφαγε το μοιραίο… ξανάστροφο; «Είχα επιστρέψει στην Αθήνα έπειτα από πενταετείς σπουδές στη δυτική ακτή της Αμερικής. Ο πατέρας μου, παλαιών αρχών, ήθελε να βρω ένα γαμπρό να παντρευτώ. Η μάνα μου, Αιγυπτιώτισσα του Καΐρου, ήθελε να εργαστώ. Πέρασε βεβαίως το δικό της. Με έβαλε να δώσω εξετάσεις για να μπω είτε στη βρετανική είτε στην αμερικανική πρεσβεία. Αλλά την κρίσιμη ημέρα των τεστ εγώ είπα να κάνω την επανάστασή μου και να μην πάω διότι είχα αρρωστήσει με πυρετό. Τότε έφαγα τον φούσκο. Εντέλει πήγα, πέτυχα και έτσι στα μέσα της δεκαετίας του 1960 έπιασα δουλειά στο τμήμα Information της βρετανικής πρεσβείας, που στεγαζόταν τότε στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού. Θα μπορούσα να πάω και στους Αμερικανούς. Αλλά αυτοί είχαν συνεχές ωράριο, ενώ οι Αγγλοι έκαναν διάλειμμα το μεσημέρι και έτσι ξέκλεβα χρόνο και πήγαινα κινηματογράφο που πολύ μου άρεσε».

Ως νεαρά άρχισε να εργάζεται για τους Βρετανούς σε μια ταραγμένη εποχή, με τον απόηχο του Κυπριακού αλλά κυρίως τους φόβους και τις ανησυχίες του Ψυχρού Πολέμου. Ποια ήταν τα πρώτα της καθήκοντα; «Να μεταφράζω κείμενα αντικομμουνιστικής προπαγάνδας από τα αγγλικά στα ελληνικά. Υπήρχε ένα περιοδικό της πρεσβείας με τίτλο “Ο Παρατηρητής” όπου εκδίδονταν οι μεταφράσεις αυτές. Εκείνη την περίοδο είχαμε και ένα συνάδελφο από την Κεφαλονιά που γύριζε όλη την Ελλάδα με ένα βαν και έκανε προβολές με αντικομμουνιστικό περιεχόμενο. Από εκείνα τα χρόνια, πάντως, μου έχει εγγραφεί η επίσκεψη της πριγκίπισσας Μαργαρίτας. Hταν το πρώτο μέλος της βασιλικής οικογενείας που γνώρισα από κοντά στη διάρκεια της χούντας. Αυτό που μου είχε κάνει εντύπωση ήταν η αντισυμβατική προσωπικότητά της. Επίσης θυμάμαι ότι εμείς οι καπνιστές εργαζόμενοι έπρεπε να βγαίνουμε εκτός γραφείων για να ανάψουμε τσιγάρο. Εκείνη το άναψε μόλις μπήκε στην πρεσβεία. Eκανε τον προσωπάρχη να κατακοκκινίσει. Πολύ την καμάρωσα».

Γνώρισα τον Κάρολο αρκετά νωρίς. Εκπληκτική προσωπικότητα. Απλός, ευγενής, ταπεινός.

Και ο νέος βασιλιάς, ο Κάρολος; «Τον γνώρισα και αυτόν αρκετά νωρίς. Εκπληκτική προσωπικότητα. Απλός, ευγενής, ταπεινός. Σε μία από τις επισκέψεις του στην Ελλάδα, έπρεπε να τον μπριφάρω εγώ για όλα τα θέματα Τύπου. Θυμάμαι ότι η ιδιαιτέρα του μου είχε μάθει πώς να κάνω τη βαθιά υπόκλιση, με ανοιχτά τα χέρια και λυγισμένο το ένα γόνατο. Eκανα πρόβες κάθε τόσο. Επίσης έπρεπε να τον προειδοποιώ συνεχώς για τους Eλληνες δημοσιογράφους που τον πολιορκούσαν πως δεν ήξεραν το πρωτόκολλο, δηλαδή ότι οι μονάρχες δεν μιλούν στον Τύπο – ή τουλάχιστον τότε δεν μιλούσαν. Το εντυπωσιακό με τη μοναρχία είναι η απλότητα των μελών της βασιλικής οικογενείας. Στην Ελλάδα βλέπεις ανθρώπους που δεν είναι τίποτα και έχουν ύφος χιλίων καρδιναλίων. Στη Βρετανία, όσο πιο σημαντικός είναι κάποιος, τόσο θεωρεί ότι πρέπει να είναι και ταπεινός».

Η ενότητα των Βρετανών

Το σχόλιο της Ντόρης Σκούρα με γαργαλάει για να της κάνω την επόμενη ερώτηση: Πώς μπόρεσε μέσα της να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στις δύο κουλτούρες; «Μα με τον θαυμασμό προς τους Βρετανούς», απαντά χωρίς να το πολυσκεφτεί. «Οχι διότι πίστευα ότι τα έχουν όλα αγγελικώς καμωμένα. Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, υπάρχουν πολλά παραδείγματα στην Ιστορία μας για χειρισμούς τους που δεν μας ωφέλησαν. Τους θαύμαζα όμως για το πόσο αγαπούσαν την πατρίδα τους, την αίσθηση του καθήκοντος προς τη χώρα και τα συμφέροντά της, την ενότητα που είχαν μεταξύ τους. Εμείς πέφτουμε θύμα όποιου αποφασίσει να ενσπείρει τη διχόνοια ανάμεσά μας. Να μια τακτική που ακολουθούσαν μαεστρικά οι Αγγλοι και κατάφερναν πάντα ό,τι έβαζαν στόχο στην Ελλάδα».

Αυτό δεν την έκανε να τους αντιπαθήσει; «Καταλάβαινα γιατί είναι μετρ στην εξωτερική πολιτική. Παράλληλα, η συμπεριφορά τους απέναντί μου ήταν πάντα υποδειγματική. Κάποια στιγμή έχασα μέσα σε ένα χρόνο τον σύζυγό μου και τους δύο γονείς μου. Είχα καταρρεύσει ψυχικά. Μου φέρθηκαν σαν να ‘μουν μέλος της οικογένειάς τους, με ανθρωπιά, γλυκύτητα, πίστη. Ξέρετε, ο Ελληνας θα σου ανοίξει αμέσως την πόρτα του σπιτιού και του χαρακτήρα του. Θα σου πει τα εσώψυχά του. Οπως σου την άνοιξε, όμως, μπορεί να σου την κλείσει στα μούτρα. Ο Βρετανός θα αργήσει να σε εμπιστευτεί. Αλλά αν σε βάλει στην καρδιά του και στο σπίτι του, θα μείνεις εκεί για πάντα».

Ντόρη Σκούρα: Ενα χαστούκι μού έφτιαξε τη ζωή-1
«Στην Ελλάδα βλέπεις ανθρώπους που δεν είναι τίποτα και έχουν ύφος χιλίων καρδιναλίων. Στη Βρετανία, όσο πιο σημαντικός είναι κάποιος, τόσο θεωρεί ότι πρέπει να είναι και ταπεινός», λέει η Ντόρη Σκούρα. Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ

Το χιούμορ των πρέσβεων και οι σαμπάνιες για την εξάρθρωση της 17Ν

Από το 1965 μέχρι και το 2005 η Ντόρη Σκούρα ανελίχθηκε σταδιακά στο κύριο πρόσωπο που χειριζόταν θέματα Τύπου, στενή συνεργάτις όλων των πρέσβεων που πέρασαν από την Αθήνα. Ποιον ξεχωρίζει; Τον σερ Ντέιβιντ Μάντεν (1999-2004) και τον σερ Μάικλ Λουέλιν Σμιθ (1996-1999). «Ο Μάντεν ήταν εξαιρετικά ζωόφιλος και εκτός από τις δικές του γάτες και σκυλιά, του χάρισαν ένα σκυλί από την οργάνωση “Αρκτούρος”. Τον βάφτισε λοιπόν Αρκτούρο. Σε μια διαδήλωση –για το Κόσοβο νομίζω– που έφτασε μέχρι και την πόρτα της βρετανικής κατοικίας, άρχισε το πλήθος να πετάει αυγά στον κήπο. Περιχαρής ο σκύλος πήγαινε και τα έτρωγε. Ο Μάντεν παρέκαμψε το πρωτόκολλο ασφαλείας, μεταμφιέστηκε με σαγιονάρες, βερμούδα και ψάθινο καπέλο, βγήκε στο προαύλιο και μάζεψε μόνος του τον Αρκτούρο. Οι διαδηλωτές δεν πήραν μυρωδιά. Ούτε όμως και οι υπεύθυνοι ασφαλείας τον κατάλαβαν.

»Aλλη μια αστεία ιστορία ήταν με τον Λουέλιν Σμιθ, ένα πρωινό που τον ενημέρωνα για θέματα Τύπου. Τρέμω τις κατσαρίδες και είδα μια τεράστια στον τοίχο που προφανώς είχε μπει από τον κήπο. Εκείνος παρατήρησε ότι κάτι μου συνέβαινε: “What is wrong, Dory?” (Τι συμβαίνει, Ντόρη;) με ρώτησε. Εδειξα το μαύρο σημάδι απέναντι. Χτυπώντας ένα κουδουνάκι, κάλεσε τον υπεύθυνο ασφαλείας της πρεσβευτικής κατοικίας, τον Ντέιβιντ, που φορούσε φράκο. Του είπε: “Dory is not feeling very well” (H Ντόρη δεν αισθάνεται πολύ καλά) και του έδειξε το θηρίο. Εκείνος με τη σειρά του επιλήφθηκε άμεσα του θέματος με κομψή σκούπα και ασημένιο φαράσι. Ο σερ Μάικλ ξαναγύρισε προς το μέρος μου και είπε: “Αre you feeling better now?” (Αισθάνεσαι καλύτερα τώρα;) με το φλεγματικό βρετανικό χιούμορ».

Υπήρχαν βέβαια και τραγικές στιγμές που δεν θύμιζαν καθόλου Μόντι Πάιθον. Οπως όταν το πλήθος έσπασε την αυλόπορτα της πρεσβείας με τα γεγονότα της Κύπρου το 1974. «Κάηκαν αυτοκίνητα, ήταν τρομακτικό. Εγώ δεν ήμουν εκεί, εργαζόμουν σε διαφορετικό κτίριο. Αυτό που εμένα έχει μείνει στη μνήμη ήταν όταν δολοφονήθηκε ο ταξίαρχος Σόντερς. Ηταν τεράστιο το σοκ που υποστήκαμε από τη βάρβαρη δολοφονία του γλυκού αυτού ανθρώπου. Αισθάνθηκα απόλυτη ντροπή για τη χώρα μου, δεν ήξερα τι να πω στην οικογένειά του, στα παιδιά, στη σύζυγό του. Για ποιο λόγο κόπηκε το νήμα της ζωής του στην Ελλάδα. Από την άλλη, όταν πλέον με τη σοβαρή συνδρομή των Βρετανών –που δεν θα το άφηναν έτσι– εξαρθρώθηκε επιτέλους η 17Ν, θυμάμαι ότι ανοίξαμε σαμπάνιες και το γιορτάσαμε. Ηταν μια δικαίωση για τις χαμένες ζωές των δολοφονημένων».
Εφυγα από το γεύμα με την Ντόρη Σκούρα με την αίσθηση ότι κάποιος που έχει αγαπήσει τόσο τη δουλειά του είναι τυχερός. Αλλά και αυτοί που τον έχουν προσλάβει, τυχερότεροι…

Οταν διάβαζα «Ριζοσπάστη»

«Για δεκαετίες ολόκληρες ξυπνούσα πέντε το πρωί και έμπαινα αμέσως κάτω από το κρύο νερό στο ντους για να ξυπνήσω καλά καλά. Υστερα άκουγα το πρώτο ραδιοφωνικό δελτίο με τα νέα της ημέρας και καθ’ οδόν προς την πρεσβεία διάβαζα όλες τις πρωινές εφημερίδες, συμπολιτευόμενες και αντιπολιτευόμενες. Κυρίως τον “Ριζοσπάστη” για να ξέρουμε πού θα γίνουν διαδηλώσεις, ώστε να αποφεύγουν τα κυκλοφοριακά θέματα οι εργαζόμενοι στην πρεσβεία. Μετά στο γραφείο διάβαζα και όλες τις μεσημεριανές εφημερίδες. Καθήκον μου ήταν να μεταφέρω όλα αυτά στον εκάστοτε πρέσβη, να του δίνω μια πλήρη εικόνα όχι μόνον για τα θέματα που απασχολούσαν τους Βρετανούς (π.χ. Γλυπτά Παρθενώνα), αλλά για τη συνολική ειδησεογραφία. Ηταν μια συναρπαστική δουλειά, που δεν θα την άλλαζα με τίποτε στον κόσμο, και γι’ αυτό λέω ακόμη να αγιάσει το χέρι της μάνας μου».

Η συνάντηση

Φάγαμε μεσημέρι στου Φιλίππου. Το μαγαζί ήταν γεμάτο από σταθερούς θαμώνες και από διερχομένους που μπαινόβγαιναν να αγοράσουν μεσημεριανό για το γραφείο. Η ατμόσφαιρα ήταν ζεστή, η βαβούρα χαμηλόφωνη, οι χαιρετούρες με γνωστούς ασταμάτητες. Παραγγείλαμε για αρχή μια κολοκυθοτυρόπιτα. Υστερα η κ. Σκούρα έφαγε κοτόπουλο λεμονάτο και εγώ γλώσσα α λα σπετσιώτα. Ηπιαμε αναψυκτικά. Ο λογαριασμός ήρθε 33 ευρώ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT