Δρ. Σίμος Συμεωνίδης: To δύσκολο άλμα από τη βιολογία στη Γουόλ Στριτ

Δρ. Σίμος Συμεωνίδης: To δύσκολο άλμα από τη βιολογία στη Γουόλ Στριτ

Πώς είναι να συνδυάζεις την επιστημονική έρευνα με το κέρδος; «Το καλό φάρμακο πάντα κερδίζει στο τέλος, με όλους τους τρόπους»

6' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από τη μία η επιστήμη και από την άλλη οι επενδύσεις: δύο χώροι φαινομενικά διαφορετικοί. Στην πραγματικότητα, όμως, η συνάφειά τους είναι μεγάλη. Περιπτώσεις όπως εκείνη του Σίμου Συμεωνίδη το αποδεικνύουν. Αφησε μια πολλά υποσχόμενη ακαδημαϊκή καριέρα –ήταν καθηγητής Μοριακής Βιολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ– για να «εξερευνήσει» τις χρηματοπιστωτικές αγορές της βιοτεχνολογίας. Διέγραψε μια λαμπρή πορεία στη Γουόλ Στριτ, σε επενδυτικές τράπεζες όπως η Morgan Stanley, η Cowen και η Royal Bank of Canada, και στη συνέχεια έγινε εταίρος και διευθύνων σύμβουλος στην ακτιβιστική επενδυτική εταιρεία Sarissa Capital Management, στρέφοντας το ενδιαφέρον του σε μια σειρά ιδιωτικών και δημόσιων εταιρειών βιοτεχνολογίας που εστιάζουν σε διάφορους θεραπευτικούς τομείς, από την ογκολογία και τη νευρολογία μέχρι την καρδιομεταβολική ιατρική.

Πρόσφατα ίδρυσε στη Νέα Υόρκη την Kos Biotechnology Partners («όπως Κως, το νησί του Ιπποκράτη»), ένα διεθνές επενδυτικό fund που επικεντρώνεται αποκλειστικά στον χώρο της βιοτεχνολογίας και των φαρμακευτικών προϊόντων. Στόχος της Κοs είναι να στηρίζει εταιρείες που αναπτύσσουν καινοτόμες θεραπείες. Με αυτή την ιδιότητα ο κ. Συμεωνίδης βρέθηκε, στα μέσα Απριλίου, στη συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τους εκπροσώπους της Διεθνούς Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Ενώσεων, στην Αθήνα. Αφετηρία της συζήτησής μας, όμως, δεν ήταν το παρόν, αλλά το 1988, η χρονολογία-σταθμός που αποφάσισε να φύγει για τις ΗΠΑ. Είχε προηγηθεί, δύο χρόνια πριν, η αιφνίδια απώλεια του πατέρα του, από καρδιακή ανακοπή.

– Πώς επηρέασε τον επαγγελματικό προσανατολισμό σας ο πατέρας σας;

– Δεν είχε πανεπιστημιακό πτυχίο και μου έλεγε να μην κάνω το ίδιο λάθος. Από νωρίς όμως είχε ενδιαφερθεί για τους υπολογιστές, που τότε ήταν ακόμη στην… προϊστορική εποχή τους. Σπούδασε προγραμματιστής σε μια ιδιωτική σχολή, εργαζόταν ως υπεύθυνος μηχανογράφησης σε μια μεγάλη εταιρεία και για επιπλέον εισόδημα είχε φτιάξει –ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60– τη δική του επιχείρηση έκδοσης κοινοχρήστων για πολυκατοικίες. Τον βοηθούσα. Τα πρώτα χρόνια δεν είχαμε δικό μας υπολογιστή. Πηγαίναμε στην οδό Αμερικής, σε μια εταιρεία που νοίκιαζε με την ώρα, 11-1 το βράδυ, γιατί ήταν η πιο φθηνή ζώνη. Πριν πεθάνει είχε προλάβει να μου μάθει τη δουλειά στο κομπιούτερ που είχαμε πλέον στο σπίτι μας. Μετά τον θάνατό του συνέχισα κανονικά την έκδοση των κοινοχρήστων. Η σύνταξή του ήταν μικρή, ήταν θέμα επιβίωσης για τη μητέρα μου, την αδελφή μου και εμένα.

– Γίνατε εσείς ο πάτερ φαμίλιας, λοιπόν. Θα περίμενε κανείς να μείνετε στην Ελλάδα…

– Δεν θα είχα φύγει ίσως αν η μητέρα μου δεν με είχε πιέσει. Θα στερούνταν τον μοναχογιό της, αλλά σκεφτόταν το μέλλον μου. Υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη αγάπης; Είχαμε συγγενείς στο Σικάγο, που θα με φιλοξενούσαν. Τους βοηθούσα κι εγώ: δούλευα στην ντάνα και στη φρουτομαρκέτα που είχαν, σφουγγάριζα, μάζευα τα καρότσια.

– Το πρώτο σας πτυχίο ήταν στη Βιολογία. Γιατί;

– Η μητέρα μου ήθελε να ασχοληθώ με τα κομπιούτερ. Δεν τα αγαπούσα, με συνάρπαζε η μοριακή βιολογία. Μαθητής ακόμη του λυκείου είχα παρακολουθήσει στην τηλεόραση μια συνέντευξη του Φώτη Καφάτου, που είχε ιδρύσει το Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας στην Κρήτη, και με είχε μαγέψει! Αρχισα να ψάχνω ό,τι σχετικό υπήρχε. Πώς είναι το κύτταρο; Πώς λειτουργεί; Με ποιον τρόπο δημιουργούνται οι ασθένειες; Από το πρώτο έτος των σπουδών μου αφοσιώθηκα με πάθος σε αυτό το επιστημονικό πεδίο και είχα την τύχη να συναντήσω σπουδαίους επιστήμονες, όπως ο Αργύρης Ευστρατιάδης, καθηγητής Γενετικής και Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, και ο Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας, καθηγητής Κυτταρικής Βιολογίας στο Χάρβαρντ.

– Η στροφή στην καριέρα σας πώς έγινε;

– Οσο κι αν μου άρεσε η μοριακή βιολογία, συνειδητοποίησα ότι ήμουν στο Χάρβαρντ για τους άλλους· για τη μνήμη του πατέρα μου, για τη μητέρα μου, για τον κοινωνικό μας περίγυρο. Οχι για τον εαυτό μου. Μια εταιρεία βιοτεχνολογίας μου πρότεινε να συνεργαστούμε σε μια έρευνα. Εκεί γνώρισα έναν γιατρό που είχε τo κομμάτι της επιχειρηματικής της ανάπτυξης. Απόρησα. «Εχω κάνει μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων», μου εξήγησε. Τότε έγινε το «κλικ». Παραιτήθηκα. Τη μια μέρα ήμουν καθηγητής και την άλλη φοιτητής, στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας. Hταν ρίσκο. Και επαγγελματικό (ποιος αφήνει μια θέση στο Χάρβαρντ;) και οικονομικό, αφού δανείστηκα 200.000 δολάρια για τα δίδακτρά μου από το ίδιο το πανεπιστήμιο. Δεν το έχω μετανιώσει όμως.

Ολες οι μεγάλες επιτυχίες έχουν πίσω τους δεκαετίες άκαρπων προσπαθειών. Πρέπει να έχεις τεράστιο ψυχικό σθένος για να επιμείνεις. Οπως ο Αβραάμ Λίνκολν, που έχασε οκτώ εκλογικές αναμετρήσεις πριν γίνει πρόεδρος!

– Στον χώρο της βιοτεχνολογίας ως επενδυτής πώς μπήκατε;

– Εχοντας ως πρότυπο –και μέντορα– τον Στέλιο Παπαδόπουλο, θρυλική μορφή της διεθνούς βιοτεχνολογίας. Ηταν ο πρώτος που έκανε το πέρασμα στη Γουόλ Στριτ. Βρήκα συναρπαστικό να συνδυάζεις την αιχμή της επιστήμης και της καινοτομίας με την επιχειρηματικότητα. Είναι συγκοινωνούντα δοχεία, άλλωστε. Μέρος των κερδών από τις πωλήσεις ενός καλού φαρμάκου επενδύεται και πάλι στην έρευνα για νέα φάρμακα. Ετσι κινείται η μηχανή.

– Τι μετράει όμως περισσότερο; Το όφελος των ασθενών ή των μετόχων;

– Το καλό φάρμακο πάντα κερδίζει στο τέλος, με όλους τους τρόπους. Δεν ξέρω πόσο ειλικρινείς είναι όσοι λένε ότι κάνουν αυτή τη δουλειά μόνο για να σώσουν την ανθρωπότητα. Μια ανακάλυψη που θα οδηγήσει στη νίκη απέναντι σε μια ασθένεια συνήθως συμβαδίζει με την οικονομική επιτυχία. Και αυτή θα σου επιτρέψει να κάνεις νέες επενδύσεις, που θα φέρουν την επόμενη ανακάλυψη. Ας μην ξεχνάμε ότι 99% των φαρμάκων αποτυγχάνουν σε κάποιο από τα στάδια της ανάπτυξής τους. Η αποτυχία είναι δομικό συστατικό της βιοτεχνολογίας. Ολες οι μεγάλες επιτυχίες έχουν πίσω τους δεκαετίες άκαρπων προσπαθειών και κολοσσιαίων επενδύσεων. Πρέπει να έχεις τεράστιο ψυχικό σθένος για να επιμείνεις. Οπως ο Αβραάμ Λίνκολν που έχασε οκτώ εκλογικές αναμετρήσεις πριν γίνει πρόεδρος!

– Μετά την πανδημία πώς κινείται η μηχανή της βιοτεχνολογίας;

– Zει μια αναγέννηση. Η αναμέτρηση με τον κορωνοϊό έδειξε τη δύναμή της. Αποτελεσματικά εμβόλια κυκλοφόρησαν σε ελάχιστο χρόνο: ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της Ιατρικής.

– Σε ό,τι αφορά τα υπό ανάπτυξη φάρμακα, ποιες ασθένειες παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες;

– Ο καρκίνος. H βιολογία του είναι πολύπλοκη, συνεχώς αλλάζει. Μολονότι έχουμε κάνει άλματα στην αντιμετώπισή του, δυστυχώς ακόμη μας ξεφεύγει. Οι νευρολογικές παθήσεις είναι επίσης ένα «μαύρο κουτί». Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε επαρκώς τους γενετικούς στόχους στους οποίους πρέπει να εστιάσει ένα φάρμακο για να είναι αποτελεσματικό.

– Στις νευρολογικές παθήσεις εστιάζει με την έρευνά της και η σύζυγός σας, Ελίζα Κονοφάγου.

– Το «άγιο δισκοπότηρο» για τη νευρολογία είναι πώς θα μπορέσουμε να διαπεράσουμε προς όφελος των ασθενών τον εγκεφαλικό φραγμό, το «τείχος» που έχει ο εγκέφαλός μας, ώστε να προστατεύεται από μολύνσεις. Είναι εμπόδιο για φάρμακα που θα βοηθούσαν σε περιπτώσεις διαφόρων ανίατων παθήσεων. Στο εργαστήριο της Ελίζας, στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, γίνονται κλινικές δοκιμές για τις εφαρμογές του εστιασμένου υπερήχου, που μπορεί να περνάει μέσα από αυτό το εμπόδιο – σε νευρολογικές παθήσεις, σε καρδιακές αρρυθμίες, ακόμη και σε κάποιες μορφές καρκίνου. Είμαι περήφανος για εκείνη.

Η προσφορά των Ελλήνων

– Τι έχουν προσφέρει οι Ελληνες στη διεθνή βιοτεχνολογία;

– Πολλά χάρη στην εργατικότητα, την ευφυΐα, την επιμονή, την επινοητικότητα και στο επιχειρηματικό τους δαιμόνιο. Είμαστε στο DNA της βιοτεχνολογίας. Δεν μας αποκαλούν τυχαία οι Αμερικανοί «the greek mafia»! (γέλια). Με θαυμασμό το λένε! Υπάρχουν αμέτρητα παραδείγματα. Η οικογένεια του Εμίλ Κακκή, από τη Δράμα και τη Θεσσαλονίκη, σχεδόν ξεκληρίστηκε στο Ολοκαύτωμα και εκείνος αφοσιώθηκε στην αναζήτηση φαρμάκων για σπάνιες γενετικές νόσους και έχει καταφέρει να αλλάξει τη ζωή χιλιάδων ασθενών. Ο Στέλιος Παπαδόπουλος έφθασε στη Νέα Υόρκη με λίγα δολάρια στην τσέπη και σήμερα όλα τα «μεγάλα κεφάλια» των αμερικανικών, και όχι μόνο, κολοσσών του κλάδου μιλούν με θαυμασμό και σεβασμό –οι νεότεροι και με δέος– για εκείνον…

Η συνάντηση

Στο εστιατόριο του Μουσείου Μπενάκη, στην Κουμπάρη, απολαμβάνοντας ένα κριθαρότο θαλασσινών, μου μιλάει για τη μητέρα του, την «καλύτερη μαγείρισσα του κόσμου», για την αδελφή του, Κατερίνα, την οποία υπεραγαπάει, και φυσικά για την Ελίζα και τους γιους τους, τον Φίλιππο και τον Αρη, που είναι στην εφηβεία. Μου αποκαλύπτει και το όνειρό του για το νέο fund. «Θέλω η Kos να έχει παρουσία και στην Ελλάδα, να δουλέψουν για εμάς Ελληνες. Είναι σημαντικό να φτιάχνουμε γέφυρες καινοτομίας και επιχειρηματικότητας με την πατρίδα. Δεν έχουμε σε τίποτα να ζηλέψουμε τους Γερμανούς, τους Ολλανδούς ή τους Αγγλους. Η συνέχεια μάς λείπει. Ξεκινάμε κάτι και το αφήνουμε στη μέση. Και, φυσικά, η αχίλλειος πτέρνα μας είναι ότι τρωγόμαστε. “Κλειδί” για την επιτυχία σε αυτόν τον χώρο είναι το πνεύμα συνεργασίας, η ομαδικότητα».

Δρ. Σίμος Συμεωνίδης: To δύσκολο άλμα από τη βιολογία στη Γουόλ Στριτ-1
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT