«Δεξί χέρι» του Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κυρίλλου, αρμόδιος για τις διεθνείς σχέσεις («υπουργός Εξωτερικών») και «άτυπο Νο 2» στην ιεραρχία της Ρωσικής Εκκλησίας, ο μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων μιλάει στην «Κ» για τη συνεχιζόμενη «κόντρα» με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που φαίνεται να έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδα, τα οποία προσομοιάζουν σε σχίσματα περασμένων αιώνων. Οι διχασμοί στην παγκόσμια Ορθοδοξία γύρω από το περιβόητο «Ουκρανικό αυτοκέφαλο» μοιάζει να επεκτείνονται, όπως δείχνει και η εκκλησιαστική κρίση στην Κύπρο, που στάθηκε και αφορμή γι’ αυτή τη συνέντευξη.
Μετά τις Εκκλησίες Ελλάδας και Αλεξανδρείας, η κυπριακή Ιερά Σύνοδος ήταν η επόμενη από τις 14 κοινώς αναγνωρισμένες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, η οποία κλήθηκε με επεισοδιακό τρόπο να αντιμετωπίσει ξανά το «Ουκρανικό» ζήτημα, αν και με προηγούμενες αποφάσεις της είχε υιοθετήσει γραμμή ουδετερότητας μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Μόσχας. Με ψήφους 10 έναντι 7 συνοδικών και μία περίτεχνη διατύπωση περί «μη εναντίωσης» στην ειλημμένη απόφαση του Προκαθημένου της Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου να μνημονεύσει ως επικεφαλής της Εκκλησίας της Ουκρανίας τον Επιφάνιο (Ντουμένκο), η πλειοψηφία της κυπριακής Ιεράς Συνόδου αποφάσισε να αναγνωρίσει εμμέσως τον «εκλεκτό» του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Κίεβο, ο οποίος όμως, την ίδια στιγμή, θεωρείται σχισματικός από το Πατριαρχείο Μόσχας και δεν έχει αναγνωριστεί από τις περισσότερες (δέκα) Ορθόδοξες Εκκλησίες, που κάθε άλλο παρά βιάζονται να το πράξουν, προφανώς (και) για να μη χρειαστεί να διακόψουν κάθε σχέση με τη Ρωσική Εκκλησία.
«Θλιβερή κατάσταση»
Ρώτησα τον μητροπολίτη Ιλαρίωνα για πόσο ακόμη πιστεύει ότι θα μεταδίδεται ο «ιός» του σχίσματος: «Εκτιμώ ότι η κατάσταση στην παγκόσμια Ορθοδοξία είναι πολύ επικίνδυνη, κρίσιμη και θλιβερή. Εξελίσσεται στον ορθόδοξο κόσμο το σχίσμα, που προκλήθηκε από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο και δυστυχώς το βλέπουμε να βαθαίνει εκτός των κανονικών ορίων της Ρωσικής Εκκλησίας».
Ενθαρρυμένο από την ισχυρή μειοψηφία, που αντέδρασε στην Κύπρο και προαναγγέλλει μάλιστα «αποχή» από συλλείτουργα, όπου θα μνημονεύεται ο Επιφάνιος, το Πατριαρχείο Μόσχας φαίνεται πως θα συνεχίσει την τακτική των «επιλεκτικών» διακοπών κοινωνίας, που «τσιμεντώνουν» τις διαφοροποιήσεις: «Αφήνουμε στη συνείδηση των αδελφών μας τι θα κάνουν στην Εκκλησία Κύπρου, Ελλάδας και Αλεξανδρείας. Θα δώσουν απάντηση ενώπιον του Θεού. Και εμείς στη Ρωσική Εκκλησία θα απαντήσουμε στον Θεό για το εάν διατηρήσαμε την ενότητα της Εκκλησίας μας ή την καταστρέψαμε… Δεν διακόπτουμε την κοινωνία με τις Εκκλησίες, παραμένουμε σε κοινωνία με όλους εκείνους τους ιεράρχες των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίοι περιφρουρούν την κανονική παράδοση της Εκκλησίας και δεν αναγνωρίζουν τους Ουκρανούς σχισματικούς. Και θα συνεχίσουμε και περαιτέρω να διατηρούμε αυτήν την κοινωνία. Διακόπτουμε την κοινωνία μόνο με εκείνους τους Προκαθημένους και τους ιεράρχες, οι οποίοι έρχονται σε κοινωνία με το σχίσμα. Και το κάνουμε αυτό γιατί έτσι ορίζουν οι ιεροί κανόνες. Δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ανθρώπους που δεν έχουν κανονικές χειροτονίες και να μπούμε σε ευχαριστιακή κοινωνία μαζί τους».
Επέμεινα να διευκρινίσω αν υπάρχει έστω κάποια προοπτική συμβιβασμού στον ορίζοντα, ενδεχομένως κατά τα πρότυπα του «Εσθονικού», που είχε στο παρελθόν οξύνει και πάλι τις σχέσεις Φαναρίου – Μόσχας, θυμίζοντας τις συμβιβαστικές προτάσεις του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου, ο οποίος επίσης διαφώνησε με το «Ουκρανικό αυτοκέφαλο» (όπως αυτό χορηγήθηκε από το Οικουμενικό) και τις συναντήσεις των μητροπολιτών Ιλαρίωνα και Ελπιδοφόρου στη Ν. Υόρκη πέρυσι. Ομως το Ουκρανικό είναι προφανώς πολύ πιο ευαίσθητο θέμα για τη Μόσχα, για την οποία το Κίεβο υπήρξε κοιτίδα της ιστορίας και της πνευματικότητάς της, κοινή πατρίδα των προγόνων των σημερινών Ρώσων, Ουκρανών, Λευκορώσων, οι οποίοι βαπτίστηκαν χριστιανοί ορθόδοξοι στο Κίεβο μεν, αλλά δύο ολόκληρους αιώνες πριν καν εμφανιστεί ο όρος «Ουκρανία» (Ακριτία, γη των Ακριτών έναντι προφανώς του Κέντρου, τη Μόσχα), ο οποίος αντικατέστησε το τότε όνομα της σημερινής ουκρανικής γης «Μικρορωσία / Μαλαρόσιγια».
«Μας έκλεισε την πόρτα»
«Είμαστε ανοιχτοί στον διάλογο, αλλά έκλεισε την πόρτα ο Κωνσταντινουπόλεως. Οταν ο Πατριάρχης Κύριλλος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη (σ.σ. Αύγουστος 2018) για να συναντήσει προσωπικά τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο μίλησαν για περισσότερες από δύο ώρες. Ημουν παρών σε εκείνη τη συνάντηση και ο Πατριάρχης Κύριλλος εξέθεσε όλη την πραγματική κατάσταση στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, που είχε παραπληροφορηθεί από τους Ουκρανούς σχισματικούς, από τις τότε ουκρανικές Αρχές και από ανίκανους συμβούλους. Για κάποιο λόγο, ήταν βέβαιος ότι αμέσως μόλις υπογράψει τον Τόμο της Aυτοκεφαλίας, πολλοί ιεράρχες της Ουκρανικής Εκκλησίας θα ενταχθούν αμέσως στη νεοσύστατη Εκκλησία. Μας είπε ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες του, 25 επίσκοποι ήταν έτοιμοι. Ο Πατριάρχης Κύριλλος του είπε ότι θα μεταπηδήσουν ένας ή δύο. Και να που όντως, δύο ιεράρχες, ένας επαρχιακός επίσκοπος και ένας βοηθός επίσκοπος μετακινήθηκαν σε αυτήν την ούτως καλούμενη Εκκλησία, που δημιουργήθηκε με βάση τους σχισματικούς. Δύο από σχεδόν εκατό επισκόπους. Ο Ιησούς είχε 12 Αποστόλους, ένας αποδείχθηκε Ιούδας. Εμείς είχαμε σχεδόν εκατό ιεράρχες, τώρα έγιναν μάλιστα περισσότεροι, δύο από αυτούς αποδείχθηκαν προδότες, επομένως το ποσοστό προδοσίας στη δική μας Ουκρανική Εκκλησία είναι πολύ χαμηλότερο.
Ετσι, λοιπόν, η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως ήταν, έτσι και εξακολουθεί να υπάρχει, υπό καθεστώς διοικητικής αυτοτέλειας, υπαγόμενη πνευματικά στο Πατριαρχείο Μόσχας. Είναι μια τεράστια Εκκλησία, που έχει 12.500 ενορίες, πάνω από 250 μοναστήρια, χιλιάδες κληρικούς, εκατομμύρια πιστών. Είναι μια πολύ δεμένη ομάδα, με ενωμένους επισκόπους, κληρικούς και λαϊκούς. Και κανένας από αυτούς δεν θέλει να ενταχθεί σε κάποια δήθεν αυτοκέφαλη Εκκλησία, η οποία δημιουργήθηκε με βάση σχισματικές δομές».
Αξιώσεις παπικού τύπου από το Φανάρι
Στην Εσθονία, σημειώνει ο μητροπολίτης Ιλαρίων, σε αντίθεση με την Ουκρανία, εμπλέκονται μόνο κανονικά χειροτονημένοι ιεράρχες και δεν παραλείπει να στρέψει εκ νέου τα βέλη του στον Οικουμενικό Πατριάρχη, κατηγορώντας τον ότι όχι μόνο «μας εξαπάτησε υποσχόμενος το 2016 συναίνεση για τη χορήγηση στο μέλλον αυτοκεφαλίας», αλλά και ότι δεν τήρησε ούτε όσα είχαν συμφωνηθεί για το Εσθονικό.
«Στην Ουκρανία συνέβη κάτι εντελώς διαφορετικό. Συνέβη εισβολή του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στο κανονικό έδαφος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Τώρα μας λένε στην Κωνσταντινούπολη ότι για περισσότερα από 300 χρόνια η Ουκρανική Εκκλησία ανήκε στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και είχε μόνο προσωρινά μεταβιβασθεί στη δικαιοδοσία της Μόσχας. Ωστόσο, έχουμε δημοσιεύσει ολόκληρο τόμο από έγγραφα, που μαρτυρούν το αντίθετο. Πρόσφατα ο Σεβασμιώτατος Νικηφόρος, μητροπολίτης Κύκκου στην Κύπρο, εξέδωσε ολόκληρο βιβλίο με έγγραφα, το οποίο μαρτυρεί επίσης ξεκάθαρα ότι όλα αυτά τα 300 και πλέον χρόνια η Ουκρανική Εκκλησία ήταν μέρος του Πατριαρχείου Μόσχας. Δείτε τα ημερολόγια της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως για τα έτη 2018, 2017, 2016 και όλα τα προγενέστερα. Εκεί θα δείτε την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία με επικεφαλής τον μητροπολίτη Ονούφριο ως μέρος του Πατριαρχείου της Μόσχας. Δεν αναφέρεται ούτε μια λέξη για το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και ξαφνικά ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μας δηλώνει ότι αυτή είναι κανονική επικράτεια του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Φανταστείτε ότι έχετε ένα σπίτι, όπου ζείτε με τα παιδιά σας, όπου ζούσαν οι γονείς σας και οι γιαγιάδες με τους παππούδες σας και όλοι οι πρόγονοί σας κατά τη διάρκεια 300 και πλέον ετών. Και ξαφνικά έρχεται κάποιος και σας λέει, ξέρετε πριν από 300 και πάνω χρόνια το σπίτι σας είχε μεταβιβαστεί από την οικογένειά μας στη δική σας και μάλιστα όχι πλήρως, αλλά για προσωρινή χρήση. Και να, βρήκαμε κάποια έγγραφα, γι’ αυτό ξεκουμπιστείτε από το σπίτι σας, θα εγκαταστήσουμε νέους ενοίκους. Κάτι περίπου παρόμοιο συνέβη στην Ουκρανία. Τώρα ο Κωνσταντινουπόλεως λέει ότι μόνο από συγκατάβαση ανέχεται την παρουσία στην Ουκρανία του μητροπολίτη Ονούφριου και της Εκκλησίας της οποίας ηγείται. Πιο παράλογη κατάσταση είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς».
Σχεδόν επικεντρωμένη πλέον στο πρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου η ρωσική «κόντρα» φαίνεται πως όχι μόνο εδραιώνεται, αλλά αποκτά σταδιακά και βαρύτερα θεολογικά χαρακτηριστικά. Η Μόσχα έσπευσε να απαντήσει πάραυτα στην πρόσφατη πατριαρχική συνέντευξη στον «Εθνικό Κήρυκα», όπου διατυπώθηκε η επιθυμία του οικουμενικού θρόνου να είναι «Πρώτος», όχι μόνο τιμητικά, αλλά «με ειδικές ευθύνες και κανονικές αρμοδιότητες», διαφορετικά η Ορθοδοξία θα γίνει «μια ομοσπονδία προτεσταντικού τύπου». Κατά τον μητροπολίτη Ιλαρίωνα, οι ισχυρισμοί αυτοί είναι «αξιώσεις παπικού τύπου», ξένες προς τη συνοδική παράδοση, καθώς, κατά τη Μόσχα, η Ορθόδοξη Εκκλησία επέζησε 2.000 και πλέον χρόνια με την υπάρχουσα εκκλησιολογία και δεν χρειάζεται νέα, καθότι κεφαλή της είναι ο Ιησούς Χριστός και όχι κάποιος επίσκοπος, έστω και αν αυτός είναι ο Κωνσταντινουπόλεως, που διαθέτει «πρωτείον τιμής» και μόνον.
Η ρωσική συμβολή στον Αγώνα του 1821
«Οταν ήμουν νέος ιερομόναχος, έμαθα μόνος μου ελληνικά, την αρχαία και τη νέα γλώσσα, προκειμένου να διαβάσω στο πρωτότυπο τους Αγιους Πατέρες και να μιλήσω τη γλώσσα σας. Μετέφρασα από τα ελληνικά στα ρωσικά μερικά έργα του Οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου και κάποιους ύμνους έμμετρα. Εγραψα βιβλία για τον Συμεών τον Νέο Θεολόγο, για τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, και για μένα πάντοτε αυτή η πατερική κληρονομιά στα ελληνικά ήταν ένας πολύτιμος θησαυρός, που όλοι πρέπει προσεκτικά να διαφυλάξουμε.
Μου είναι, φυσικά, πολύ οδυνηρό να παρατηρώ τις διαδικασίες που εξελίσσονται τώρα, ό,τι συνέβη στις διορθόδοξες σχέσεις μας.
Μιλώντας γενικά για τις σχέσεις μεταξύ των Εκκλησιών μας, μεταξύ των λαών μας, ελπίζω ότι ο ελληνικός λαός δεν θα ξεχάσει τα κατορθώματα των Ρώσων πολεμιστών, που συνέβαλαν στην απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό κι έχυσαν το αίμα τους σε ελληνικό έδαφος. Ελπίζω ότι παρά τις διαιρέσεις που προέκυψαν, θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε τους δεσμούς μας σε πολιτιστικό, πνευματικό και εκκλησιαστικό επίπεδο. Χρειάστηκε τώρα, ελπίζω προσωρινά, να διακόψουμε τις σχέσεις με ορισμένους ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένου του Προκαθημένου. Αλλά διατηρούμε κοινωνία με πολλούς άλλους ιεράρχες και ελπίζω, φυσικά, ότι θα γιορτάσουμε όλες αυτές τις σημαντικές επετείους μαζί. Οι Εκκλησίες μας έχουν μια πολύ δύσκολη ιστορία. Ελπίζουμε πάρα πολύ ότι αυτά τα θλιβερά συμβάντα στον ορθόδοξο κόσμο δεν θα καταστρέψουν τους προαιώνιους δεσμούς μεταξύ των πιστών και των λαών μας».
Ούτε σταγόνα αλήθειας στα περί Τρίτης Ρώμης
Ζήτησα από τον κομβικό ιεράρχη της Ρωσικής Εκκλησίας να τοποθετηθεί επί της κεντρικής ίσως κατηγορίας εναντίον της από την πλευρά του οικουμενικού θρόνου, την «απόπειρα υπονόμευσης και υποκατάστασής του με θεωρίες όπως της Τρίτης Ρώμης». Ο μητροπολίτης Ιλαρίων απάντησε κατηγορηματικά ότι «σε αυτούς τους ισχυρισμούς δεν υπάρχει ούτε σταγόνα αλήθειας» κι έκανε λόγο για «μυθολογία, που αναπτύσσεται γύρω από τη Ρωσική Εκκλησία, περί της δήθεν διδασκαλίας της θεωρίας της Τρίτης Ρώμης», αναγνωρίζοντας βέβαια το γεγονός ότι η Ρωσική είναι παγκοσμίως η πλέον πολυάριθμη Εκκλησία, πράγμα «που μας επιβάλλει μιαν ιδιαίτερη ευθύνη για το ποίμνιό μας, για τη διατήρηση της ενότητάς του». Οσο για την «Τρίτη Ρώμη», ο Ρώσος μητροπολίτης ζήτησε «έστω ένα επίσημο έγγραφο της Ρωσικής Εκκλησίας, όπου να αναφέρεται ότι αναγνωρίζουμε τη Μόσχα ως Τρίτη Ρώμη, έστω ένα έγγραφο μιας οποιασδήποτε εκκλησιαστικής Συνόδου μας, έστω μία ομιλία του Πατριάρχη ή έστω μια δική μου ομιλία, όπου να γίνεται γι’ αυτήν λόγος».
«Δεν υφίσταται τέτοιο πράγμα», είπε ο Ρώσος μητροπολίτης και πρόσθεσε: «Ηταν μια ιδέα που διαμορφώθηκε πριν από αρκετούς αιώνες, η οποία από καιρό έχει ξεχαστεί και δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για εμάς, όπως και δεν έχουμε ουδεμία επιθυμία να ηγηθούμε της παγκόσμιας Ορθοδοξίας. Είμαστε πλήρως ευχαριστημένοι με τη θέση που καταλαμβάνουμε. Και αν μιλήσουμε για το πρωτείο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, αυτό το πρωτείο το αναγνωρίσαμε σε επίσημο επίπεδο όταν συντάξαμε, το 2013, και εγκρίναμε στην Αρχιερατική Σύνοδο το έγγραφο για τα πρωτεία στην Οικουμενική Εκκλησία. Εκεί είναι καταγεγραμμένο ολοκάθαρα ότι αναγνωρίζουμε τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ως πρώτο μεταξύ ίσων στην οικογένεια των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Αλλά τον αναγνωρίζουμε πρώτο ως προς την τιμή και όχι πρώτο σε εξουσία· δεν πιστεύουμε ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως έχει οποιαδήποτε εξουσία πέραν των ορίων της κανονικής του δικαιοδοσίας. Δεν πιστεύουμε ότι έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει στην εσωτερική ζωή άλλων τοπικών Εκκλησιών. Με αυτό διαφωνούμε κατηγορηματικά.
Αυτό το έγγραφο, όμως, θα επαναλάβω, συντάχθηκε το 2013 όταν είχαμε ενότητα με τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ενώ τώρα απουσιάζει από τα δίπτυχά μας. Επομένως, έχουμε μια διαφορετική εκκλησιαστική κατάσταση, που θυμίζει καταστάσεις του παρελθόντος, όταν, για παράδειγμα, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος δίδασκε τον 5ο αιώνα ότι η Θεοτόκος έπρεπε να ονομαστεί Χριστοτόκος και έτσι συγκλήθηκε η 3η Οικουμενική Σύνοδος, στην οποία ο Πατριάρχης κάθε άλλο παρά προήδρευε, καθώς ήταν εναγόμενος. Και καταδικάστηκε για τις αιρέσεις του. Και κατόπιν εξελέγη άλλος Πατριάρχης. Αλλά αυτή ήταν η κατάσταση όταν υπήρχε Εκκλησία, αλλά δεν υπήρχε ορθόδοξος Πατριάρχης στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Μια διαφορετική κατάσταση διαμορφώθηκε στα μέσα του 15ου αιώνα, όταν η Ρωσική Εκκλησία έγινε αυτοκέφαλη λόγω του γεγονότος ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως υπέγραψε την Ουνία με τη Ρώμη».
Ο υψηλόβαθμος εκπρόσωπος της Ρωσικής Εκκλησίας αποφεύγει ευθέως να υιοθετήσει και να χρησιμοποιήσει τη βαρύτερη ίσως όλων κατηγορία για τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ωστόσο θυμίζει την Ουνία και βρίσκει ομοιότητες με αιρετικούς: «Τη δεδομένη στιγμή, δεν υπήρχε ορθόδοξος Πατριάρχης στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και η κατάσταση, η οποία έχει διαμορφωθεί σήμερα, γίνεται αντιληπτή από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία με αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Και πολλοί ορθόδοξοι πιστοί λένε τώρα ότι στην Κωνσταντινούπολη δεν υπάρχει ορθόδοξος Πατριάρχης, επειδή ο Πατριάρχης ετάχθη με τους σχισματικούς. Συλλειτούργησε με τον ηγέτη των σχισματικών, ολόκληρη η χώρα, ολόκληρη η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία είδε αυτές τις φωτογραφίες όταν ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συλλειτουργεί με τον ηγέτη των σχισματικών. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτή η κατάσταση φυσικά πολύ δυσμενώς επηρεάζει το κλίμα των διορθόδοξων σχέσεων, αλλά για άλλη μία φορά θα ήθελα να επαναλάβω, δεν διακόπτουμε τις σχέσεις με τις Εκκλησίες, υποστηρίζουμε την κανονική παράδοση της Εκκλησίας και τηρούμε την ενότητα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και δεν θα υποχωρήσουμε βήμα από αυτήν την οδό».
Τα πολιτικά σύνορα δεν μας αφορούν
Αν και κάποτε ο μητροπολίτης Ιλαρίων είχε χαρακτηριστεί έως και «μοντερνιστής» στις νεανικές θεολογικές του αναζητήσεις, μοιάζει άτεγκτος στην υπεράσπιση των θέσεων της Ρωσικής Εκκλησίας και απορεί όταν τον ρωτώ «μήπως ο θρόνος της Μόσχας υπερασπίζεται μιαν ανύπαρκτη αυτοκρατορία;». «Δεν μας απασχολεί καμία αυτοκρατορία, αλλά η ενιαία Εκκλησία μας των 40.000 ενοριών, των 1.000 μονών, των 100 εκατ. πιστών. Αυτή θέλουμε να διασώσουμε, αδιαφορώντας για τα πολιτικά σύνορα, που στα 1.000 χρόνια ύπαρξής της έχουν αλλάξει πολλές φορές εντός των κανονικών μας ορίων. Δεν πιστεύουμε, όμως, ότι η εμφάνιση νέων πολιτικών συνόρων πρέπει να οδηγεί σε διαίρεση την Εκκλησία. Διαφορετικά, θα έπρεπε να χωρίσουμε τη Ρωσική Εκκλησία σε 15 μέρη (σ.σ. όσες και οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες), την Εκκλησία της Αντιόχειας σε τρία μέρη, την Εκκλησία της Ιερουσαλήμ σε τρία ή τέσσερα μέρη και την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας σε περισσότερα από 50 μέρη, όσα και τα κράτη της Αφρικής, διαφορετικά γιατί υπάρχει εκεί μία Εκκλησία;
Η Ρωσική Εκκλησία δεν έλαβε ποτέ κανέναν Τόμο αυτοκεφαλίας από την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Μέχρι και σήμερα δεν έχουμε ακόμη τέτοιο Τόμο και ήδη ζούμε περισσότερα από 500 χρόνια χωρίς αυτόν. Η Ρωσική Εκκλησία διακήρυξε την αυτοκεφαλία της όταν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως υπέγραψε την Ουνία με τη Ρώμη. Δηλαδή, δεν υπήρχε ορθόδοξος Πατριάρχης στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Τότε ιδρύθηκε το Πατριαρχείο στη Ρωσία. Και όταν ιδρύθηκε, οι Επιστολές που παρελήφθησαν δεν ήταν υπογεγραμμένες μόνο από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, αλλά από όλους τους Πατριάρχες της Ανατολής…
Αυτή είναι η ιστορία. Επομένως, όταν μας λένε ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είχε το δικαίωμα να παραχωρήσει αυτοκεφαλία στην Ουκρανία, απαντάμε: Δεν είχε κανένα δικαίωμα να το κάνει χωρίς τη συγκατάθεση του ουκρανικού λαού, της Εκκλησίας, των Ουκρανών επισκόπων, της Ρωσικής Εκκλησίας. Προχώρησε σε συνειδητή παραβίαση των εκκλησιαστικών κανόνων για να βλάψει τη Ρωσική Εκκλησία».