Τζον Κέιλ: Ενας «βασιλιάς» στην Αθήνα

Τζον Κέιλ: Ενας «βασιλιάς» στην Αθήνα

Ο Τζον Κέιλ μιλάει στην «Κ» για το χθες και το σήμερα της μουσικής δημιουργίας

3' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανέβηκε στο παγκόσμιο μουσικό πάνθεον πριν από 60 χρόνια ως συνιδρυτής των Velvet Underground και έκτοτε παραμένει ένας από τους «βασιλιάδες του ροκ εν ρολ». Πολυμήχανος παραγωγός, πολυσχιδής μουσικός, αξέχαστος περφόρμερ, στο όριο του σκοταδιού και του φωτός, ένας αιρετικός και «καταραμένος» σούπερ σταρ, ο Τζον Κέιλ έρχεται τη Δευτέρα το βράδυ στο Ηρώδειο και υπόσχεται να προσφέρει ένα μοναδικό οπτικοακουστικό θέαμα.

– Σας έχουν χαρακτηρίσει «θεμελιωτή της εναλλακτικής μουσικής». Ποιο πιστεύετε πως είναι σήμερα αυτό που λέμε «εναλλακτικό», τη στιγμή που τα όρια μεταξύ του συρμού και της υποκουλτούρας μοιάζουν να είναι δυσδιάκριτα;

– Μετά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, λίγα επέζησαν από αυτό που κάποτε λέγαμε «αβανγκάρντ». Μπορούσε κανείς να το βρει είτε στην πολύ παραγωγική ευρωπαϊκή σκηνή είτε στα απομεινάρια της μοντέρνας τζαζ. Ενας πολύ δημιουργικός μουσικός χώρος ήταν η πρώιμη χιπ-χοπ, που λειτούργησε σαν όχημα για να μεταμφιεστεί ο συρμός ως κάτι «εναλλακτικό». Σήμερα όμως που τα όρια μεταξύ του συρμού και του εναλλακτικού είναι πια δυσδιάκριτα, το χιπ-χοπ έχει γίνει ένα ανακάτεμα διαφορετικών στυλ, και έτσι αυτό που κάποτε λέγαμε «mainstream hip-hop» δεν υπάρχει.

– Εξήντα χρόνια μετά τον πρώτο δίσκο σας με τους Velvet Underground, φαίνεται πως ο κόσμος της τέχνης δυσκολεύεται να παράγει αυθεντικά έργα που ταράζουν τα νερά όπως εκείνο. Εχετε κι εσείς την ίδια αίσθηση;

– Το να πούμε πως εμείς, τότε, δημιουργήσαμε κάτι που ενέπνευσε τους καιρούς μας και ακόμη εμπνέει, είναι ένα κομπλιμέντο που δείχνει πως σταθήκαμε αληθινοί στα αρχικά μας οράματα. Ομως δεν πιστεύω πως αναιρεί την τόση δημιουργικότητα που υπάρχει σήμερα. Οι άνθρωποι κάνουν ακόμη μοναδικά πράγματα που προκαλούν τη σκέψη μας και είναι ευκολότερο να τα δούμε λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης – γι’ αυτό και ίσως συχνά μας μοιάζουν λιγότερο επαναστατικά.

– Σε μια πρόσφατη συνέντευξή σας στον «Γκάρντιαν» κάνατε ένα αξιομνημόνευτο σχόλιο σχετικά με την ανθρωπότητα που κατά τον καιρό της πανδημίας, όπως είπατε, «έπεσε πάνω σε τοίχο». Θα λέγατε πως σήμερα, ενώ η πανδημία φεύγει πίσω μας, αυτό ακόμη ισχύει;

– Σήμερα είμαστε όλοι αντιμέτωποι με μια άλλη παγκόσμια κοινωνική αναστάτωση, κατά την οποία εκφράζεται, μέσα από τον έλεγχο του ακροδεξιού κινήματος, ένα απίστευτο μίσος για «τους άλλους» – ένα μίσος που κανένας άνθρωπος δεν αξίζει να βιώνει. Πρόκειται για μια πολύ βρώμικη υπόθεση που βρίσκεται στα χέρια ηλικιωμένων ανθρώπων με γερασμένες ιδέες, και την πληρώνουμε για λογαριασμό τους όλοι μας.

– Σε ένα από τα πρόσφατα βιντεοκλίπ σας, το «Story of Blood», υπάρχει μια στιγμή όπου το κομμάτι προσωρινά σταματάει και εσείς «σκρατσάρετε» πάνω σε ένα δίσκο βινυλίου, χαμογελώντας αινιγματικά. Ποια είναι η σημασία αυτής της σεκάνς;

– Το να χάνεις τη συγκέντρωσή σου είναι μια ευπρόσδεκτη ανακούφιση από την πραγματικότητα…

Μου αρέσει πολύ η αναταραχή, γιατί θρέφει την παράνοιά μου. Και χωρίς παράνοια δεν έχεις εικόνες.

– Στο ίδιο βιντεοκλίπ η σκηνοθεσία του Jethro Waters μας πηγαίνει πίσω σε μια εποχή που τα βιντεοκλίπ ήταν ακόμη κάτι σημαντικό. Φαίνεται πως οι εικόνες που συνοδεύουν τη μουσική σας είναι κάτι που προσέχετε πολύ. Αυτό πρόκειται να φανεί και στη συναυλία σας το βράδυ της Δευτέρας, στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού;

– Nαι! Μου αρέσει πολύ η αναταραχή, γιατί θρέφει την παράνοιά μου. Και χωρίς παράνοια δεν έχεις εικόνες. Η σκηνοθέτιδα μου, Abby Portner, με καταλαβαίνει απόλυτα. Συνεννοούμαστε χωρίς καν να μιλάμε.

– Πώς θα ορίζατε τον ήχο του τελευταίου σας δίσκου «Mercy»; Υπάρχουν στιγμές που μοιάζει να έρχεται από την αρχή της δεκαετίας του ’90…

– Σκοπός της μουσικής «γεύσης» αυτού του δίσκου είναι να εμπνεύσει μια αίσθηση «χρονολογικής οικειότητας», χωρίς όμως να έχει κάποια συγκεκριμένη χρονική σφραγίδα. Θέλει να σε μεταφέρει σε μια περίοδο που μοιάζει αναγνωρίσιμη, χωρίς όμως να μπορείς να πεις με σιγουριά αν την έχεις ζήσει ποτέ.

– Στην ηχογράφηση του δίσκου συνεργαστήκατε με νέους, πρωτοπόρους καλλιτέχνες, όπως η Weyes Blood ή οι Animal Collective, ενώ στην παράσταση που θα δούμε στην Αθήνα φέρνετε επί σκηνής την Athens Philharmonia Orchestra. Φαίνεται πως τέτοιες συνεργασίες με εμπνευσμένους νέους δημιουργούς είναι ένα μοτίβο στη δουλειά σας.

– Ναι, καθότι συνειδητοποίησα πως ενώ μπορώ να παράγω μόνος μου όλες τις μελωδίες και τους ήχους που θέλω, καμιά φορά είναι πολύ ωραίο να έχω και μια διαφορετική προοπτική, ιδίως όταν θέλω να δημιουργήσω μια νέα ιδέα στο ίδιο τραγούδι. Δουλεύω σκληρά για να ανανεώνω τη δουλειά μου με εναλλακτικές, και οι συνεργασίες είναι ένας εξαιρετικός τρόπος για να το πετυχαίνω.

– Τι θυμάστε από τις εμφανίσεις σας στην Αθήνα στο παρελθόν;

– Θυμάμαι πάντοτε τη θέρμη του κοινού, που έρχεται και σε αγκαλιάζει. Είτε επρόκειτο για σόλο εμφάνιση είτε με την μπάντα μου, αυτός ο αχαλίνωτος ενθουσιασμός δημιουργούσε πάντοτε ένα αξέχαστο συναίσθημα φιλοξενίας.

John Cale & Band μαζί με τη Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Δευτέρα 19 Ιουνίου, 9 μ.μ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT