Η δύναμη του επιχειρήματος – O δρ Μίτσελ Γκριν μιλάει στην «Κ» για τη διαλεκτική

Η δύναμη του επιχειρήματος – O δρ Μίτσελ Γκριν μιλάει στην «Κ» για τη διαλεκτική

Ο καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ Δρ Μίτσελ Γκριν παραθέτει στην «Κ» ορισμένους βασικούς κανόνες της διαλεκτικής και της αυτογνωσίας.

8' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν θέλεις πραγματικά να είσαι βέβαιος για τις ιδέες σου, δεν έχεις παρά να τις δοκιμάζεις σε διάλογο με τους άλλους. Η ανταλλαγή επιχειρημάτων οφείλει να είναι έντιμη και να μην υπάγεται σε ιδεοληψίες που περιορίζουν τη διανοητική σου εξέλιξη. Η δυσπιστία και η κριτική ματιά είναι προνόμιο, αρκεί να συνυπάρχει με την ανοχή στην άλλη άποψη. Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι όπως ο Σωκράτης και ο Πλάτωνας εξακολουθούν να δείχνουν τον δρόμο για την έννοια της γόνιμης συζήτησης ακόμη και σήμερα. Ο καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ Δρ Μίτσελ Γκριν παραθέτει στην «Κ» ορισμένους βασικούς κανόνες της διαλεκτικής και της αυτογνωσίας. Στέκεται ιδιαίτερα στην ανάγκη να κατανοούμε τη συναισθηματική κατάσταση του συνομιλητή μας, ώστε να μη θυσιάζουμε την ψυχραιμία μας. Στο τέλος της ημέρας, έχει αξία έστω να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε.  

– Πόσο ανεκτικοί ήταν οι Αρχαίοι Έλληνες στην αντιπαράθεση; Αν κρίνουμε από τις πληροφορίες που διασώθηκαν μέσω των φιλοσοφικών τους έργων. 

– Ήταν ασυνήθιστα ανεκτικοί στον διάλογο και την αντιπαράθεση, ιδίως σε σύγκριση με άλλους πολιτισμούς της εποχής όπως η Περσία, η οποία δεν είχε αντίστοιχη κουλτούρα. Οι Αρχαίοι Έλληνες κάθονταν μαζί, έπιναν κρασί και συζητούσαν θέματα για την πολιτική, την καλή ζωή, τον έρωτα και τη φιλία. Τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες πόλεις, όπως η Θήβα και τα Μέγαρα. Ήταν μπροστά από την εποχή τους.

– Ποια είναι η καλύτερη μέθοδος αυτογνωσίας; Η συνομιλία με τον εαυτό μας ή με τους άλλους; 

– Υπάρχουν πολλοί τρόποι να το κάνεις και διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν την ενδοσκόπηση. Βυθίζονται μέσα τους και προσπαθούν να αναλύσουν τον εαυτό τους. Πρόκειται για την καρτεσιανή λογική, η οποία έχει επικρατήσει τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο. Είναι όμως εξαιρετικά αμφίβολο ότι αυτός είναι ο πιο κατάλληλος τρόπος. Θα έλεγε κανείς ότι δεν θα πρέπει να βρίσκεται καν στο τοπ 5 των επιλογών. Πριν απ’ όλα, η ενδοσκόπηση δεν μπορεί να έχει διάρκεια. Αυτό που χρειάζεται ο καθένας είναι να εντοπίζει και να συνειδητοποιεί τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα του. Θα βοηθούσε ακόμη και ένα ημερολόγιο, στο οποίο θα κατέγραφε τις σκέψεις, τις δραστηριότητες και τις επιθυμίες του. Κυρίως όμως είναι πολύτιμη – μερικές φορές και άβολη – μία αντικειμενική ματιά από κάποιον εξωτερικό παράγοντα. Μπορεί να είναι απλώς ένας καλός φίλος. Είναι υπερεκτιμημένο να κοιτάζουμε μέσα στον εαυτό μας για να τον μάθουμε καλύτερα. Την αυτογνωσία των πετυχαίνει μόνο με σκληρή δουλειά. Είναι δύσκολο να το αποδεχτεί κανείς ιδίως σε κοινωνίες όπως η αμερικανική, η οποία αναζητεί πάντα εύκολες και γρήγορες λύσεις, ιδανικά στη μορφή ενός χαπιού.

– Σε μια συζήτηση κυριαρχεί συχνά η μάχη για τις εντυπώσεις. Είναι αυτή μία παγίδα; 

– Είναι πράγματι μία παγίδα, τόσο για τους συνομιλητές όσο και για το κοινό τους, που θα πρέπει να είναι επιφυλακτικό και σκεπτικό. Δεν είναι όμως μία παγίδα που δεν μπορούμε να αποφύγουμε. Θα πρέπει πάντα να σκέφτεται κανείς τι είναι αυτό για το οποίο προσπαθεί κάποιος να μας πείσει και να αναρωτιέται πόσο δικαιολογημένη είναι η εικόνα που εκπέμπει.

Θα πρέπει να προσπαθούμε να κατανοήσουμε πώς νιώθει ο συνομιλητής μας και έστω να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε.

– Δεδομένη σε κάθε διάλογο είναι η παράμετρος της προκατάληψης. Πόσο εύκολο είναι να την καταπολεμήσει ο καθένας για τον εαυτό του;

– Οι ψυχολόγοι μιλούν για την προκατάληψη της επιβεβαίωσης. Όταν προσπαθείς να πείσεις για κάτι και επιστρατεύεις μόνο εκείνα τα επιχειρήματα και τα παραδείγματα που υποστηρίζουν την άποψή σου, αγνοώντας όλα τα υπόλοιπα. Για να επιτύχεις αυτό που οι φιλόσοφοι ονομάζουν γνωσιολογικά άγρυπνη κοινότητα θα πρέπει να διασφαλίζεις ότι έχεις ανθρώπους που μπορούν να εντοπίζουν τα στοιχεία της προκατάληψης σε μία συζήτηση και είναι σε θέση να τα επιστρέφουν. Να έχεις ανθρώπους με το ήθος να είναι δύσπιστοι. Να αμφισβητούν και να ρωτούν: πώς το γνωρίζεις αυτό; Πολύ συχνά οι πολίτες δεν είναι όσο δύσπιστοι θα έπρεπε απέναντι στους ισχυρισμούς που διατυπώνουν, για παράδειγμα, οι πολιτικοί. Ενίοτε, ούτε και οι δημοσιογράφοι είναι όσο επιφυλακτικοί θα όφειλαν. Θα πρέπει να διαθέτεις μια κριτική ματιά. Να ρωτάς: πώς γνωρίζεις ότι αυτό είναι αλήθεια; Τέτοιες ερωτήσεις είναι βαρετές, εντάσσονται όμως στη σκληρή δουλειά που θα πρέπει να κάνουμε όλοι μας.

– Η ρητορική δεινότητα οφείλει να συνυπολογίζεται στην πειστικότητα του επιχειρήματος; Ή είναι άσχετη με την ουσία μιας συζήτησης και μπορεί αντιθέτως να παραπλανά το ακροατήριο; Εξάλλου, βασικό χάρισμα ενός δημαγωγού είναι οι επικοινωνιακές δεξιότητες, όπως η ευχέρεια λόγου. Ακούμε συχνά, «τα είπε ωραία». Άσχετα από το τι είναι αυτό που υποστήριξε κάποιος.

– Παραδοσιακά, είναι δύσκολος ο διαχωρισμός ανάμεσα στο επιχείρημα και στη ρητορική ικανότητα με την οποία ενίοτε παρουσιάζεται. Προφανώς όμως η ρητορική ικανότητα, η δεξιότητα που έχει κάποιος να πείθει, θα πρέπει να διαχωρίζεται από το επιχείρημα αυτό καθαυτό. Δεν είναι κακό να χρησιμοποιεί κανείς τις ρητορικές του δεξιότητες προκειμένου να γίνεται ακόμη πιο πειστικός. Οι ακροατές του όμως, όταν θα εξετάζουν το επιχείρημα, θα πρέπει να το διακρίνουν από τη ρητορική δεινότητα. Να εστιάζουν σε αυτό που λέει και όχι στο πώς το λέει. Ένα επιχείρημα είναι ισχυρό όταν μπορεί να το διατυπώσει ακόμη και ένας ανεπαρκής ρητορικά ομιλητής και συνεχίζει να βγάζει νόημα. Υπάρχει και η άλλη διάσταση. Μπορεί να διατυπώνει κάποιος ένα επιχείρημα και ο συνομιλητής του να τον κατηγορεί ότι έχει από πίσω – για παράδειγμα – πολιτικό κίνητρο. Όμως αυτό είναι άσχετο με το επιχείρημα αυτό καθ’αυτό. Το ότι μπορεί ένας ομιλητής να έχει όφελος από το επιχείρημα που χρησιμοποιεί δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι δεν ευσταθεί το επιχείρημα. Ο κόσμος συχνά μπερδεύεται ανάμεσα σε αυτές τις γραμμές.

– Υπάρχει τοποθέτηση χωρίς υποκειμενικό κριτήριο; Πόσο αντικειμενική μπορεί να είναι μία άποψη; 

– Υπάρχουν επιχειρήματα στα οποία είναι δύσκολο να διακρίνεις το αντικειμενικό από το υποκειμενικό στοιχείο. Όμως ακόμη και αν δεν έχουμε επιχειρήματα απολύτως αντικειμενικά, σημασία έχει να είναι επιχειρήματα λογικά στη βάση τους. Να αντέχουν μπροστά σε κάθε λογικό άνθρωπο που προσπαθεί να είναι δίκαιος και να περιορίζει όσο μπορεί τις προκαταλήψεις του.

– Τι είναι πιο χρήσιμο για την αποτελεσματικότητα μιας ομάδας εργασίας, για παράδειγμα, στον επαγγελματικό χώρο; Να υπάρχει σύμπνοια ή αντιπαράθεση απόψεων;

– Θα πρέπει να υπάρχει αντιπαράθεση απόψεων, και κυρίως θα πρέπει να υπάρχει χώρος για αντιπαράθεση απόψεων. Όμως είναι επίσης σημαντικό να διασφαλίζεις και τη σύμπνοια, γιατί κάποια στιγμή θα πρέπει να λαμβάνεις και μία απόφαση.

Επομένως, το ντιμπέιτ είναι το μέσο και η συναίνεση ο τελικός προορισμός;

– Σωστά. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πάντα το καταφέρνει κανείς.

– Συχνά, όταν μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα ένα θέμα και ο συνομιλητής μας εκφράζει μία άποψη πολύ διαφορετική από τη δική μας, χάνουμε την ψυχραιμία μας. Αντιδρούμε με ένταση. Είναι αναπόφευκτο;

– Δεν είναι αναπόφευκτο, αλλά είναι δύσκολο να μη συμβεί. Χρειάζεται ενσυναίσθηση. Να κατανοείς τη συναισθηματική κατάσταση του συνομιλητή σου. Όταν κάποιος εκφράζει μία υπερβολική στα μάτια σου άποψη, δεν θα πρέπει να τον αποκαλείς τρελό ή να χρησιμοποιείς ακραίους χαρακτηρισμούς. Ας μη χάνουμε την ψυχραιμία μας. Θα πρέπει να προσπαθούμε να κατανοήσουμε πώς νιώθει ο συνομιλητής μας και έστω να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε.

– Στην πολιτική υπάρχει ο απώτερος σκοπός της άντλησης ψήφων. Μπορεί να είναι απολύτως έντιμη μία συζήτηση ανάμεσα σε δύο κόμματα εξουσίας; Για κάποιους μάλιστα ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.

– Μία συζήτηση σε αυτές τις συνθήκες μπορεί να είναι έντιμη, αλλά συνήθως δεν είναι. Θα έπρεπε οι εκάστοτε δύο πλευρές να είναι πάντα ειλικρινείς και έντιμες. Θα μπορούσαμε έτσι να καταλήγουμε σε δύο διαφορετικές πλατφόρμες και οι πολίτες απλώς να αποφασίσουν με ποια θα προχωρήσουμε. Γι’ αυτό και έχουν αξία στον δημόσιο διάλογο διατυπώσεις όπως «από την πλευρά μας, προτείνουμε αυτό» ή «αυτό που από τη δική μας οπτική σκεφτόμαστε είναι το ακόλουθο», κ.ο.κ.

– Με άλλα λόγια, επιχείρημα με καλές προθέσεις.

– Ακριβώς. Χωρίς υποκρισία.

– Θα λέγατε ότι η βασική προϋπόθεση για μία εποικοδομητική συζήτηση είναι τελικά η πηγαία ανάγκη της αυτοβελτίωσης; 

– Μάλλον ναι. Ο στόχος μέσα από μία συζήτηση είναι να μάθεις κάτι που δεν γνώριζες. Ένας ωραίος τρόπος να εκφράζεται κανείς είναι να χρησιμοποιεί διατυπώσεις όπως «μακάρι να κάνω λάθος» ή «θα χαρώ να μου εξηγήσεις τι είναι αυτό που δεν βλέπω σε αυτήν την ιστορία». Ο σκοπός δεν είναι να έχω δίκιο, αλλά να μάθω μια νέα πληροφορία, να σκεφτώ κάτι άλλο. Να γίνω τελικά καλύτερος. Δεν είναι θεμιτές οι λογικές υπερβολές. Και το να θέλεις να «κερδίσεις» δεν σημαίνει ότι πρέπει να «κλέβεις».

– Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές ξεχνάμε γιατί ξεκινήσαμε να συζητάμε κάτι.

– Ακριβώς. Ορισμένοι αλλάζουν το θέμα επειδή αποτυγχάνουν στην επιχειρηματολογία τους, πολλές φορές χωρίς να το καταλάβουμε. Είναι ένας κίνδυνος.

– Συχνά οχυρώνεται κάποιος πίσω από την ιδεολογία του, σαν να νιώθει ασφάλεια με αυτήν. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν ακούει πραγματικά τον συνομιλητή του. Πώς απελευθερώνεται κανείς από τις ιδεολογικές εξαρτήσεις του;

– Δύσκολη ερώτηση. Το να βγεις από την ιδεολογία σου είναι σαν να βγαίνεις από τη γνωσιολογική φούσκα σου. Δεν είναι εύκολο. Σημαντική παράμετρος εδώ είναι να λάβεις σοβαρά υπόψη τους ανθρώπους που διαφωνούν μαζί σου.

– Ορισμένοι πάντως θεωρούν ότι σχεδόν δεν έχεις το δικαίωμα να παρεκκλίνεις από την ιδεολογία σου και πως είναι σαν να προδίδεις τις αρχές σου.

Το ερώτημα εδώ είναι αν η πρωταρχική σου δέσμευση – σε έναν κύκλο, σε μία προσέγγιση ή άποψη – μετράει περισσότερο από το να μαθαίνεις, να κατανοείς πώς έχουν τα πράγματα και να εξελίσσεσαι. Ο καθένας θα πρέπει να το αποφασίσει για τον εαυτό του. το βέβαιο είναι ότι αν το τελικό σου κριτήριο είναι το «είμαι με αυτούς», τότε περιορίζεις σημαντικά τον εαυτό σου. Αν το καλοσκεφτείς, είναι μια τραγωδία. Το να βάζεις φραγμούς στην ικανότητά σου να μαθαίνεις και να αλλάζεις το μυαλό σου, αντί να είσαι ανοιχτός στην εξέλιξη με βάση πραγματικά δεδομένα που συναντάς μπροστά σου. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πώς εξελίχθηκε με τα χρόνια η επιστήμη, ακριβώς επειδή αμφισβητούσαμε όσα νομίζαμε ότι γνωρίζαμε. Το να είσαι μέρος ενός γκρουπ ανθρώπων είναι λιγότερο σημαντικό από να αναζητάς διαρκώς την αλήθεια.

Θα πρέπει λοιπόν να προκαλούμε τον εαυτό μας μόνο και μόνο για να διατηρούμε την ικανότητα να γινόμαστε καλύτεροι.

– Ακριβώς αυτό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT