Μίνως Μάτσας στην «Κ»: Απλώς ήθελα να κάνω μουσική

Μίνως Μάτσας στην «Κ»: Απλώς ήθελα να κάνω μουσική

Ο συνθέτης Μίνως Μάτσας μιλάει για το βάρος του ονόματός του και το Ηρώδειο

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Μίνως Μάτσας δεν ονομάζεται Μίνωας, όπως λανθασμένα πίστευα. Με διορθώνει ευγενικά αμέσως μόλις κάθεται απέναντί μου για να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη, η οποία γίνεται με αφορμή τη συναυλία που θα δώσει στο Ηρώδειο την προσεχή Πέμπτη (28/9). Το όνομά του είναι Μίνως, όπως και του παππού του, που ήταν το τέταρτο και τελευταίο παιδί του Σαμουήλ Μάτσα και της Σταμούλας, μιας οικογένειας Ρωμανιωτών Εβραίων της Πρέβεζας. Φέρει το όνομα μιας από τις ιστορικότερες, κορυφαίες ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες. Ο ερευνητής του ελληνικού τραγουδιού Παναγιώτης Κουνάδης στο βιβλίο του «Ο αινιγματικός κος Μίνως» γράφει για τον παππού Μάτσα ότι «θα μπορούσε να μπει πρώτος στο “αγιολόγιο” των ιερών προσώπων του ελληνικού τραγουδιού». Οσο για τον Μάκη Μάτσα, τον υιό της επωνυμίας «Μίνως Μάτσας και Υιός», έχει στηρίξει τα πρώτα βήματα και την καριέρα των μεγαλύτερων Ελλήνων καλλιτεχνών, που σημάδεψαν τη δισκογραφία αυτής της χώρας.

Ομως ο Μίνως Μάτσας δεν είναι επιχειρηματίας, παρά την clean cut εμφάνισή του. Απείθαρχος από μικρός, αποφάσισε πως ήθελε να περάσει στην άλλη πλευρά και να γίνει καλλιτέχνης. Κι αν αυτό υπήρξε ένα ψυχολογικό τραύμα στην αρχή, τώρα έχει γιατρευτεί. Είναι ένας επιτυχημένος συνθέτης, αναγνωρίσιμος κι αγαπητός σε μεγάλο κοινό χάρη σε τραγούδια-σουξέ σαν το «Καράβια στη στεριά» που ερμήνευσε ο Γιώργος Νταλάρας το 1997, σε μουσικές για ξεχωριστές τηλεοπτικές σειρές όπως «Το νησί» και κινηματογραφικές ταινίες σαν την «Ευτυχία». Στη φετινή τηλεοπτική σεζόν, υπογράφοντας το ερωτικό τραγούδι που συνοδεύει τους τίτλους της σειράς «Πανθέοι» του ΣΚΑΪ, πολλοί λένε ότι έγραψε τη μελωδία του χειμώνα.

– Στην ιστοσελίδα του πατέρα σας αναφέρεστε ως Μίνως Μάτσας junior, σε σχέση με τον παππού σας, Μίνω Μάτσα senior. Πώς νιώθετε ως ο junior που αρνήθηκε την οικογενειακή παράδοση;

– Αυτό είναι ένα οικογενειακό τραύμα που το φέρουν όλοι. Βρήκα κάποτε τυχαία ένα γράμμα της γιαγιάς μου γραμμένο στη γραφομηχανή το 1968, που μιλούσε για εμένα. Ηταν προδιαγεγραμμένη όλη μου η πορεία. Είναι αστείο γιατί δεν έκανα τίποτε από όλα αυτά. Κληρονόμησα βεβαίως το όνομα της εταιρείας. Αν υπήρξε απογοήτευση τότε, τους καταλαβαίνω. Αλλά εγώ ήμουν εξαρχής πολύ αποφασισμένος, κι αυτό δεν εξέφραζε μια αντίδραση στο οικογενειακό σχέδιο. Απλώς ήθελα να κάνω μουσική.

– Παρά τις αντιρρήσεις, ωστόσο, έχετε γεννηθεί σε μια μουσική οικογένεια.

– Ο παππούς μου έπαιζε κλαρινέτο, ο πατέρας μου πιάνο. Ο παππούς μου επίσης έγραφε στίχους με ψευδώνυμο. Δικά του είναι τα: «Το μινόρε της αυγής», «Ο Αντώνης ο βαρκάρης, ο σερέτης», «Είσαι εσύ ο άνθρωπός μου», του οποίου έκανα το ριμέικ για το «Νησί». Χρησιμοποιούσε ψευδώνυμα, άλλοτε Τσάμας, κάνοντας αναγραμματισμό στο επώνυμό του, άλλοτε Μαργαρίτης από το όνομα της γιαγιάς Μαργαρίτας. Είχε γράψει 200 τραγούδια και τώρα πλέον του αποδίδονται οι στίχοι.

Ηταν προδιαγεγραμμένη όλη μου η πορεία. Είναι αστείο γιατί δεν έκανα τίποτε από όλα αυτά. Κληρονόμησα βεβαίως το όνομα της εταιρείας.

– Συνεπώς ο επιχειρηματίας της οικογένειας είναι ο πατέρας σας.

– Ναι, απολύτως. Αλλά με τεράστιο ένστικτο για το τι θα γίνει επιτυχία. Το παράπονό του είναι πως ενώ έχει συνεργαστεί και βοηθήσει τόσους καλλιτέχνες, δεν μπορεί να βοηθήσει εμένα. Επειδή του φέρνω αντίρρηση πάντα, επειδή διαφωνούμε. Δεν μπορεί το κριτήριό μου να είναι τι αρέσει στον κόσμο, εγώ με τη μουσική μου πρέπει να εκφραστώ.

– Βλέποντας πάντως πώς πήγαν τα πράγματα, δεν νομίζω ότι ο επιχειρηματικός κλάδος θα σας ταίριαζε.

– Καθόλου δεν μου ταίριαζε, υπέφερα. Δούλεψα 2-3 χρόνια στην εταιρεία κάνοντας παραγωγή. Κάποιες δουλειές ήταν του γούστου μου, άλλες όχι. Μια επιχείρηση πρέπει να εκδίδει τα πάντα. Εγώ δεν είμαι για τα πάντα.

Η συναυλία που ετοιμάζει έχει τίτλο «Η μουσική αθέατη μέσα μας». Προέρχεται από το ποίημα του Ελύτη «Ελένη», το οποίο αγαπά ιδιαίτερα. «Ευτυχώς ακόμη η δύναμη της μουσικής λειτουργεί με έναν τρόπο που δεν τον ελέγχουμε. Από εκεί που δεν το περιμένεις μπορεί κάτι να σε συγκινήσει, να σε ενθουσιάσει, να σε κάνει να θυμώσεις», λέει. Εως τώρα έχει κάνει ελάχιστες εμφανίσεις με κοινό: μία συναυλία στον κήπο του Μεγάρου πριν από 9 χρόνια, δυο-τρία άλλα μικρά πράγματα και τέσσερις βραδιές στο Gazarte τον προηγούμενο χειμώνα. «Η επαφή με τον κόσμο για εμάς τους μουσικούς έχει ανεκτίμητη αξία. Επειδή ως συνθέτης έχω κάνει πολύ κινηματογράφο και θέατρο, έχω μάθει να κρύβομαι στο στούντιο», σχολιάζει.

– Πώς νιώθετε στη σκηνή;

– Δύσκολα. Αυτό πρέπει να το μάθεις από μικρός, σαν το κολύμπι ή το ποδήλατο. Αν δεν το έμαθες παιδί, καλύτερα άφησέ το. Για εμένα που ξεκίνησα μεγάλος να εμφανίζομαι ζωντανά, είναι μια διαδικασία επίπονη. Καταναλώνω πάρα πολλή ενέργεια. Αλλά ταυτόχρονα τροφοδοτούμαι κι αυτό με αποζημιώνει. Και με ωριμάζει. Δείχνω πολύ άνετος, μου λένε. Είμαι ακριβώς το αντίθετο. Παίζω πιάνο γιατί μου αρέσει, αλλά δεν υπήρξα καλός μαθητής. Μου έδιναν να μάθω κάτι κι εγώ το άλλαζα. Μου άρεσε να τα πειράζω όλα. Μου έδιναν να παίξω Μπαχ, το άλλαζα κι έλεγα: «Δεν είναι πολύ ωραίο έτσι;».

– Τι απαντούσαν οι δάσκαλοί σας;

– Ελεγαν: «Αν ήθελε να το κάνει ο Μπαχ, θα το είχε κάνει πριν από 250 χρόνια». Αυτό όμως κάτι δείχνει για τον χαρακτήρα μου. Με εγκλωβίζει μια παρτιτούρα ακόμη κι αν την έχω γράψει εγώ. Μπορεί όταν το παίξω ξανά να το κάνω διαφορετικά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT