Αμπντουλάχ Γκιουλ στην «Κ»: Να γίνει το Αιγαίο πηγή συνεργασίας

Αμπντουλάχ Γκιουλ στην «Κ»: Να γίνει το Αιγαίο πηγή συνεργασίας

Οταν ο ελληνοτουρκικός διάλογος διεξάγεται με εμπιστοσύνη και καλή θέληση, φέρνει αποτελέσματα

9' 49" χρόνος ανάγνωσης

«Η Τουρκία και η Ελλάδα είναι δύο γείτονες που το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους είναι αναμφισβήτητα συνυφασμένα», αναφέρει στην αποκλειστική του συνέντευξη ο πρώην πρόεδρος της Τουρκίας Αμπντουλάχ Γκιουλ (η συνέντευξη παραχωρήθηκε στα αγγλικά). Ο πρώην ισχυρός άνδρας της Τουρκίας (πρόεδρος από το 2007 έως το 2014), έχοντας θητεύσει στα ανώτερα κλιμάκια της τουρκικής πολιτικής σκηνής, μεταξύ άλλων ως πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών, γνωρίζοντας και συμμετέχοντας στις ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις από το 2003, αναφέρει στη συζήτηση για το Κυπριακό πως «μπορεί να δοθεί μια τελευταία ευκαιρία για την επίτευξη μιας δίκαιης λύσης». Υπέρμαχος της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας και φίλος της Ελλάδας ο πρ. πρόεδρος Γκιουλ ξεδιπλώνει τα σημεία της ελληνοτουρκικής φιλίας, αλλά και τα διαχρονικά «αγκάθια» στις σχέσεις των δύο κρατών.

– Πριν από 12 χρόνια δηλώσατε ότι «η Ευρώπη είναι το λίκνο της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», ενώ σε άλλη δήλωσή σας υπογραμμίσατε ότι «η Τουρκία δεσμεύεται να γίνει μέλος της Ε.Ε., αλλά όχι «με οποιοδήποτε κόστος». Σήμερα, ύστερα από όλες τις γεωπολιτικές και πολιτικές αλλαγές, εξακολουθείτε να επιμένετε ότι η Τουρκία θα πρέπει να ενταχθεί στην Ε.Ε. και πόσο πιθανό είναι αυτό να υλοποιηθεί;

– Οι γεωπολιτικές και πολιτικές αλλαγές, όποιες και όποτε και αν γίνουν, δεν τροποποιούν τις βασικές αξίες και τις καθιερωμένες πραγματικότητες. Ως εκ τούτου, εξακολουθώ να πιστεύω ότι η Ευρώπη αποτελεί σημαντικό λίκνο σε αυτούς τους αναφερόμενους τομείς. Αυτό πρέπει ασφαλώς να υποστηριχθεί με μια ολοκληρωμένη και χωρίς αποκλεισμούς προσέγγιση. Στο πλαίσιο των προηγούμενων καθηκόντων μου, υπογράμμισα τη σημασία της εκπλήρωσης των απαιτήσεων της Κοπεγχάγης και των κριτηρίων του Μάαστριχτ για την Τουρκία. Τα κριτήρια αυτά διαθέτουν μια δομή που καθιστά κάθε χώρα πιο ανθεκτική από πολιτικής και οικονομικής άποψης. Ως εκ τούτου, η εκπλήρωσή τους έχει βαθύτερο νόημα από το να γίνεις μέλος ή όχι. Πρόκειται για την ανύψωση των προτύπων σε οικουμενικά επίπεδα. Στο τέλος της ημέρας, η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. θα εξαρτηθεί από μια πολιτική απόφαση που θα ληφθεί και από τις δύο πλευρές. Ετσι, μπορεί να καταλήξει θετικά ή αρνητικά, ανάλογα με τη συγκυρία. Ωστόσο, η προσαρμογή αυτών των προτύπων θα είναι προς όφελός μας σε κάθε περίπτωση.

Από την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε., η πορεία μας δεν ήταν στην αναμενόμενη τροχιά εξαιτίας διαφόρων λόγων που πηγάζουν και από τις δύο πλευρές. Θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία πέρασε δύσκολες στιγμές αντιμετωπίζοντας κάποιες εσωτερικές προκλήσεις και μια αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος. Είναι προφανές ότι οι εξελίξεις αυτές μας έδεσαν τα χέρια για να ανταποκριθούμε σε ορισμένα απαραίτητα κριτήρια.

Τώρα, η σημερινή ηγεσία και η κυβέρνηση της Τουρκίας είναι πρόθυμες να προωθήσουν τη θετική ατζέντα με την Ε.Ε. και να αναζωογονήσουν την ενταξιακή διαδικασία. Υποστηρίζω πλήρως ότι αυτή η προσέγγιση πρέπει να αναγνωριστεί και να υποστηριχθεί και από την πλευρά της Ε.Ε. Eνθυμούμενοι ότι χρειάζονται δύο για να χορέψουν ταγκό, και οι δύο πλευρές πρέπει να επιμείνουν στη θετική ατζέντα, με ένα πραγματικά στρατηγικό όραμα. Ενα τέτοιο αποτέλεσμα θα αποφέρει επίσης ένα ευνοϊκό κλίμα για την ενίσχυση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Είμαι ικανοποιημένος από τη διαδικασία εξομάλυνσης μεταξύ των χωρών μας με τη βοήθεια της διπλωματίας, της αλληλεγγύης και των αυξημένων επαφών.

– Οι δύο χώρες μοιράζονται κοινά σύνορα σε ξηρά και θάλασσα, ενώ οι πολιτισμοί μας συνδέονται. Πώς βλέπετε την τρέχουσα κατάσταση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας;

– Η Τουρκία και η Ελλάδα είναι δύο γείτονες που το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους είναι αναμφισβήτητα συνυφασμένα. Αυτή η σύνδεση καθιστά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις πολύ πιο ιδιαίτερες σε επίπεδο κρατών και ανθρώπων. Είμαι ικανοποιημένος από τη διαδικασία εξομάλυνσης μεταξύ των χωρών μας με τη βοήθεια της διπλωματίας, της αλληλεγγύης και των αυξημένων επαφών. Ως εκ τούτου, υποστηρίζω πλήρως αυτή την πρωτοβουλία που ανέλαβαν ο πρόεδρος Ερντογάν και ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης. Είναι πολύ ελπιδοφόρο το γεγονός ότι συμφωνούν να διατηρήσουν τη θετική δυναμική που επιτεύχθηκε στις διμερείς σχέσεις κατά την τελευταία τους συνάντηση στη Νέα Υόρκη στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

Οι δύο ηγέτες πέρασαν από τις πρόσφατες εκλογές με σημαντική επιτυχία. Εχουν την υποστήριξη των λαών τους καθώς και τον απαραίτητο χρόνο μπροστά τους για να υλοποιήσουν τους κοινούς τους στόχους. Αυτό αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα για την υλοποίηση της τρέχουσας θετικής ατζέντας. Επιπλέον, και στις δύο χώρες, οι πρόσφατα διορισμένοι υπουργοί Εξωτερικών είναι αρκετά έμπειροι ώστε να σημειώσουν πρόοδο στην επίλυση των υφιστάμενων διαφορών. Θα πρέπει να προσανατολίσουν τις κυβερνήσεις και τους ηγέτες τους αναλόγως.

Οι διμερείς διπλωματικές επαφές που συμφωνήθηκε να επιταχυνθούν διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση. Οι επαφές αυτές θα πρέπει να πραγματοποιηθούν με αποφασιστικότητα και εντατική φροντίδα. Οι ηγέτες θα πρέπει να παρακολουθούν πολύ στενά τη διαδικασία αυτή, θέτοντάς την μεταξύ των θεμάτων πρώτης προτεραιότητας στην ατζέντα της εξωτερικής τους πολιτικής. Ενώ το κάνουν αυτό, είναι σημαντικό να μην πέσουν στην παγίδα της λαϊκιστικής ρητορικής με εγχώριες ανησυχίες που μπορεί να οξύνει τα διμερή ζητήματα και στις δύο χώρες και να εκτροχιάσει τα επιτεύγματα.

Μια προσέγγιση που βασίζεται στην καλή θέληση, το άνοιγμα, την εμπιστοσύνη και την ενσυναίσθηση κάνει πάντα τη διαφορά στην ανάπτυξη των σχέσεών μας. Οταν εφάρμοσα αυτή την πολιτική με τις προηγούμενες ιδιότητές μου με τους Ελληνες ομολόγους μου, πετύχαμε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Σε παρόμοιο πνεύμα, τώρα, θα πρέπει να επιμείνουμε στη θετική ατζέντα με στρατηγικό όραμα χωρίς κινήσεις τακτικής. Η πολιτική βούληση, ο χρόνος και οι συνθήκες είναι σίγουρα με το μέρος μας για να εξασφαλίσουμε την πρόοδο στις σχέσεις μας. Ο λαός μας θα είναι σίγουρα ευτυχής για την επίτευξη ενός τέτοιου αποτελέσματος.

– Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν ιστορικές διαφορές αναφορικά με τα θαλάσσια σύνορα στο Αιγαίο Πέλαγος. Ο Ελληνας πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι η επίλυση των ζητημάτων μέσω της Χάγης απαιτεί συμβιβασμό. Κατά την άποψή σας, ποια βήματα πιστεύετε ότι είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση αυτών των διαφορών και την προώθηση της σταθερότητας στην περιοχή;

– Το Αιγαίο Πέλαγος είναι ο κοινός μας θησαυρός. Θα πρέπει να αποτελεί πηγή συνεργασίας και όχι σύγκρουσης. Για την επίλυση όλων των εκκρεμών ζητημάτων στο Αιγαίο, η διπλωματία και το διεθνές δίκαιο πρέπει να υπερισχύσουν της λογικής της σύγκρουσης. Τέτοιες προσπάθειες θα ανοίξουν τον δρόμο για μια δίκαιη, διαρκή, συνολική και ισότιμη διευθέτηση των θεμάτων του Αιγαίου, η οποία θα είναι αποδεκτή και από τις δύο πλευρές. Πρέπει να σεβαστούμε τα νόμιμα δικαιώματα και τα ζωτικά συμφέροντα όλων μας εκεί. Η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης και η τοποθέτηση του εαυτού μας στη θέση του άλλου είναι υψίστης σημασίας υπό αυτή την έννοια. Από αυτή την άποψη, οι ελευθερίες της ανοικτής θάλασσας και του εναέριου χώρου πάνω από αυτές δεν πρέπει να θίγονται. Οποιοδήποτε άλλο βήμα θα πρέπει να γίνεται με βάση την αμοιβαία συναίνεση σε ένα δίκαιο και ισότιμο πλαίσιο. Μια τέτοια εποικοδομητική προσέγγιση θα συμβάλει στην προώθηση της σταθερότητας και της ευημερίας στην περιοχή μας.

Το Κυπριακό δεν πρέπει να διαρκέσει για πάντα 

– Το Κυπριακό χαρακτηρίζεται ως η ιστορική διαφωνία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Από το 1974, δεν έχει επιτευχθεί μια τελική λύση που να είναι γόνιμη και για τους δύο πληθυσμούς. Προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να εργαστούν οι δύο χώρες;

– Το Κυπριακό, η αρχή του οποίου χρονολογείται από το 1963, αποτελεί πρόκληση όχι μόνο για την περαιτέρω ανάπτυξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά και για την απελευθέρωση του πραγματικού δυναμικού της Ανατολικής Μεσογείου. Δυστυχώς χάσαμε πολλές ευκαιρίες για τη διευθέτησή του. Το Σχέδιο Ανάν του 2004, το οποίο προσωπικά ενέκρινα και ηγήθηκα, ήταν μια χαμένη ευκαιρία υπό αυτή την έννοια. Αν το νησί μπορούσε να ενταχθεί στην Ε.Ε. ως σύνολο, δεν θα είχαμε τέτοιο ζήτημα. 

Το status quo που συνεχίζει να επικρατεί στο νησί πάνω από μισό αιώνα δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα. Η προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι μπορεί να δοθεί μια τελευταία ευκαιρία για περιορισμένο χρονικό διάστημα στα Ηνωμένα Εθνη να μεσολαβήσουν για την επίτευξη μιας δίκαιης, διαρκούς, βιώσιμης και αμοιβαία αποδεκτής λύσης στο «Κυπριακό» με βάση την υφιστάμενη πραγματικότητα. 

Τα ίσα και εγγενή δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων θα πρέπει να γίνουν σεβαστά σε μια τέτοια πρωτοβουλία. Εάν η τελευταία αυτή πρωτοβουλία αποτύχει και πάλι, τότε οι δύο πλευρές θα πρέπει να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τις λεπτομέρειες μιας λύσης που θα διασφαλίζει τη συνύπαρξή τους στο νησί, λαμβάνοντας φυσικά υπόψη την κυρίαρχη ισότητα και το ισότιμο διεθνές καθεστώς της άλλης πλευράς. Η επίλυση του Κυπριακού θα συμβάλει στην επίλυση πολλών προβληματικών θεμάτων από τον ενεργειακό εφοδιασμό, την περιφερειακή ασφάλεια μέχρι τη συνεργασία ΝΑΤΟ – Ε.Ε. και θα φέρει ευημερία στη Μεσόγειο. Ετσι, πρέπει να επικεντρωθούμε στο τι μπορούμε όλοι να κερδίσουμε αποφεύγοντας μια μαξιμαλιστική προσέγγιση.  
 
– Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναδιαμόρφωσε τη γεωπολιτική σκακιέρα δίνοντας έμφαση στον ρόλο της Ανατολικής Μεσογείου. Ως κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, πιστεύετε ότι οι δύο χώρες μπορούν να συνεργαστούν για να διατηρήσουν τη σταθερότητα στην περιοχή και να επιλύσουν κοινά προβλήματα, όπως της μεταναστευτικής κρίσης;

– Ο πόλεμος στην Ουκρανία επανακαθόρισε τη γεωπολιτική τράπουλα στην Ευρασία και αυτό επηρέασε άμεσα την Ανατολική Μεσόγειο. Οι ενδείξεις δείχνουν δυστυχώς ότι ο πόλεμος στην κοινή μας γειτονιά δεν θα τελειώσει σύντομα. Ως Τουρκία και Ελλάδα θα πρέπει να έχουμε μια συνεκτική προσέγγιση για να προστατευτούμε από τις αρνητικές επιπτώσεις του. Θα πρέπει να είμαστε και οι δύο ξεκάθαροι υπέρ της προστασίας της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Ουκρανίας απέναντι στην επιθετικότητα της Ρωσίας. Θα πρέπει να αναπτύξουμε κοινή στάση στην εξεύρεση τρόπων διευθέτησης αυτού του πολέμου που επηρεάζει αρνητικά τη σταθερότητα στο Αιγαίο. Ως δύο κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ και δύο γείτονες, αυτό είναι το κοινό μας καθήκον. 
Οσον αφορά την παράτυπη μετανάστευση που ξεκίνησε πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι αρμόδιες αρχές της τουρκικής και της ελληνικής πλευράς βρίσκονται ήδη σε επαφή. Υπάρχει πάντα περιθώριο για καλύτερη συνεργασία για τον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων αυτής της κοινής πρόκλησης. Από αυτή την άποψη, η Συμφωνία της 18ης Μαρτίου (2016) μπορεί να αποτελέσει εργαλείο για εμάς, εάν εφαρμοστεί πλήρως από την Ε.Ε. Η διεθνής κοινότητα θα πρέπει επίσης να δράσει για να βρει επειγόντως λύσεις για την εξάλειψη των βαθύτερων αιτιών αυτής της ανθρωπιστικής κρίσης.
 
– H σημασία της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας τονίζεται πάντα στις συνεντεύξεις σας, ποιες ευκαιρίες βλέπετε για την ενίσχυση των εμπορικών και πολιτιστικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών;

– Η ενίσχυση των ελληνοτουρκικών οικονομικών σχέσεων είναι το πιο εύκολο και γρήγορο στοιχείο που μπορεί να υλοποιηθεί στην ατζέντα μας. Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των χωρών μας απέχει πολύ από το να αντικατοπτρίζει τις πραγματικές δυνατότητές του. Από τα χρηματοοικονομικά μέχρι την ενέργεια, τις μεταφορές, την υγεία και τον τουρισμό, υπάρχει μια ποικιλία τομέων στους οποίους μπορούμε να ενισχύσουμε τη συνεχιζόμενη συνεργασία. Ημουν πολύ υποστηρικτικός όταν η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος αγόρασε μια εξέχουσα τράπεζα στην Τουρκία το 2006. Με την ιδιότητα του υπουργού Εξωτερικών, υπερασπίστηκα αυτή την αγορά στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας για να ξεπεράσω τις αμφισβητήσεις της πλευράς της αντιπολίτευσης. Οταν μπορέσουμε να αυξήσουμε τις αμοιβαίες άμεσες επενδύσεις, οι οικονομίες μας θα γίνουν πιο εξαρτημένες. Αυτή η αλληλεξάρτηση θα μας δώσει τη δυνατότητα να υπερασπιστούμε ο ένας τα συμφέροντα του άλλου στην περιοχή και πέραν αυτής. 

Το να μοιραζόμαστε τις δύο πλευρές του Αιγαίου Πελάγους ξεπερνάει κατά πολύ τη γεωγραφική πραγματικότητα. Η μουσική μας, το φαγητό μας, οι παραδόσεις μας, οι πολιτιστικές μας αξίες είναι τόσο κοντά η μία στην άλλη που είναι δύσκολο να το καταλάβει ένας ξένος. Οι άνθρωποι των δύο πλευρών είναι οι πρώτοι που έρχονται να βοηθήσουν τον άλλον σε δύσκολες στιγμές, όπως είδαμε κατά τη διάρκεια των σεισμών του 2022 και του 1999 στην Τουρκία, καθώς και των πυρκαγιών στην Ελλάδα. 

Η βαθιά ριζωμένη φιλία μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων είναι το πολύτιμο περιουσιακό μας στοιχείο. Αυτό διαφυλάσσεται μαζί με την πολιτιστική κληρονομιά που μοιραζόμαστε στην περιοχή. Ετσι, μπορούμε να προωθήσουμε αυτή την κληρονομιά μέσω κοινών τουριστικών έργων. Συνολικά, πιστεύω πραγματικά ότι η ενδυνάμωση των οικονομικών και πολιτιστικών μας δεσμών θα δώσει σημαντική ώθηση στην επίλυση των πολιτικών διαφορών μεταξύ των χωρών μας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT