«To ότι δεν βγαίνει όλο το θέατρο κλαίγοντας, το θεωρώ αποτυχία», λέει καθ’ υπερβολήν η Στεφάνια Γουλιώτη. Το έργο «The Doctor» του Ρόμπερτ Ικε, όπου πρωταγωνιστεί, σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου στο Αμφιθέατρο, αποτελεί ένα θρίλερ ιδεών, στο οποίο –μην απορείτε– όλοι μπορεί να έχουμε ήδη πάρει μέρος.
Η Eβραία γιατρός Ρουθ Γουλφ αρνείται την πρόσβαση ενός καθολικού ιερέα σε ένα παιδί που πεθαίνει. Τα στρατόπεδα των πολιτών, που προσδιορίζονται με βάση μία ταυτότητα, βρίσκουν εύκολο πεδίο αντιπαράθεσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με άκρατη τοξικότητα. «Το έργο μιλάει για το δικαίωμα στο φύλο, στην έκτρωση, στην ευθανασία, για το δικαίωμα της υπεράσπισης της ταυτότητας κάποιου, για τον ρατσισμό. Τελικά αυτό που μου μοιάζει να βρίσκεται στον πυρήνα του έργου είναι ο φανατισμός. Δηλαδή, όποια από την ανθρώπινη ποικιλομορφία και ποικιλοχρωμία την απομονώσεις, της βάλεις όρια και αρχίζει να φωνάζει φανατικά για τον εαυτό της, θα χάσει το δίκιο της και θα αρχίσει ο παραλογισμός. Ο παραλογισμός ξεκινάει όταν οποιαδήποτε ομάδα ανθρώπων θεωρεί ότι είναι αυτή που έχει δίκιο χωρίς να κοιτά τη διπλανή ομάδα. Σε πολλά θέματα, όπως η άποψη πως η ομοφυλοφιλία είναι νόσος, είναι να τραβάς τα μαλλιά σου από τον παραλογισμό όσων ακούμε. Και ο παραλογισμός των ιδεών είναι το άλλο θέμα για το οποίο μιλάει το έργο».
– Η αρμονική συνύπαρξη είναι θέμα δημοκρατίας, θεσμών, διαπαιδαγώγησης;
– Είναι θέμα ψυχισμού και ψυχικής εκπαίδευσης. Νομίζω ότι ο άνθρωπος κάνει τα πάντα –θεσμούς, δημοκρατία, πολιτεύματα, κανόνες, νόμους– για να ευτυχήσει, αλλά αφήνει στην άκρη, σαν να μην υπάρχει, τον ψυχισμό. Σαν να είναι νόσος να μιλήσεις και να φροντίσεις την ψυχή σου. Κάποτε ένας ψυχολόγος-ψυχίατρος μου είπε ότι «για το σώμα μας παίρνουμε το ντεπόν, για την ψυχή μας γιατί όχι;». Είχε δίκιο.
– Το έργο τελειώνει με μια συμφιλίωση των πρωταγωνιστών.
– Ναι, σαν παράδειγμα της συμφιλίωσης των ταυτοτήτων και των ανθρώπων που τις φέρουν, η οποία χρειάζεται να συμβεί, όταν θέλουν οι άνθρωποι να συνυπάρξουν αρμονικά. Αλλά θέλουμε; Είμαι δύσπιστη. Οι άνθρωποι μπορούν να συνυπάρξουν με σεβασμό προς τον άλλον και με χώρο για το διαφορετικό – όχι διαφορετικό, αλλά το ανοίκειο, διότι όλα διαφορετικά είναι.
– Πόσο εύκολο είναι ένας άνθρωπος να δεχθεί το ανοίκειο;
– Καθόλου. Γι’ αυτό μιλάω για ψυχική παιδεία. Στα σχολεία έπρεπε να μπει ένας ψυχολόγος, όχι διακοσμητικός όπως τώρα, αλλά με ουσιαστικό ρόλο. Θα έπρεπε η ψυχοθεραπεία να είναι μέσα στα σχολεία. Ή, έστω, οι εκπαιδευτικοί θα έπρεπε να έχουν εκπαιδευτεί για να λειτουργούν και ψυχοθεραπευτικά.
– Είναι το «The Doctor» ένα εύκολο έργο στις ερμηνείες του;
– Καθόλου. Γιατί οποιαδήποτε φράση και να ειπωθεί επάνω στη σκηνή, είτε από μένα είτε από τους συναδέλφους, χτυπάει φλέβες τόσο εύκολα που είμαι σε συνεχείς μικρές ταραχές. Που όταν θα πάω σπίτι μου θα γίνουν μεγάλες. Ας πούμε, το έργο μιλάει για τους ανθρώπους που αυτοπροσδιορίζονται ως ουδέτερες φύσεις. Ελεγα δεν έχω πρόβλημα μαζί τους. Ομως όταν πάω να μιλήσω σε ένα παιδί, που αυτοπροσδιορίζεται ως ουδέτερο, γνωρίζω ένα τέτοιο, νιώθω τον εαυτό μου σαν να μετεωρίζεται για το πώς θα του απευθυνθώ. Και αρχίζει να με ταράζει η σκέψη για το πόσο κακό κάνω σε αυτούς τους ανθρώπους επειδή δεν ξέρω πώς να τους απευθυνθώ. Αρα θέλει παιδεία από μέρους μου.
– Στη θεατρική Αθήνα, πώς βλέπετε τις νεανικές ομάδες που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια;
– Το βρίσκω υπέροχο. Κάνουν κακό σε κάποιον; Αν αποτύχουν θα έχουν μία απογοήτευση προσωρινή αλλά με μεγάλη ανταπόδοση. Οταν μεγαλώσουν θα πουν ότι πάλεψαν γι’ αυτό που ήθελαν. Και επίσης είμαστε μια πόλη πάρα πολύ ζωντανή θεατρικά και με πειραματισμό. Δηλαδή, εγώ ανησυχώ που είμαι mainstream. Αρχίζει να με τρομάζει πόσο mainstream είμαι.
Θα ήθελα να μπω σε μια πιο προσωπική τομή δημιουργίας, όχι απαραίτητα σκηνοθεσίας, αλλά δημιουργίας πραγμάτων που σημαίνουν κάτι πιο προσωπικό.
– Τι θα θέλατε να κάνετε στο μέλλον;
– Θα ήθελα να μπω σε μια πιο προσωπική τομή δημιουργίας, όχι απαραίτητα σκηνοθεσίας, αλλά δημιουργίας πραγμάτων που σημαίνουν κάτι πιο προσωπικό. Και γι’ αυτό δεν τολμώ να πω σκηνοθεσία. Πιο πολύ με ενδιαφέρει να δημιουργώ μικρούς κόσμους στους οποίους εγώ θα μπω μέσα για να αναμετρηθώ με τις πραγματικές δυσκολίες που έχω ως ηθοποιός. Οσο είμαι σε πλαίσια σκηνοθετών και έργων γερά δομημένων, όταν δεν καταφέρνω να κάνω κάτι στην υποκριτική μπορεί να το ρίξω αλλού, π.χ. στον σκηνοθέτη. Θα ήθελα να τολμήσω δημιουργικά, προσωπικά πράγματα, στα οποία δεν θα έχω δικαιολογίες της αποτυχίας μου. Θα ήθελα να αναμετρηθώ με κάτι τέτοιο.
– Εχετε αποτύχει πολλές φορές;
– Στο θέατρο προσπαθούμε να ενσαρκώσουμε ένα ρόλο, αλλά αν τον ενσαρκώσουμε με τη ρεαλιστική έννοια, ξέρουμε ότι θα καταλήξουμε στο ψυχιατρείο. Δηλαδή, εάν κάποιος πιστέψει ότι είναι η Αντιγόνη ή ο Ναπολέοντας, έχουμε πρόβλημα. Οπότε δεδομένου ότι εγώ προσπαθώ να «αποτρελαθώ», να γίνω η Αντιγόνη, η Ρουθ Γουλφ, αλλά δεν γίνομαι, άρα αποτυγχάνω.
– Ωραία ερμηνεία της αποτυχίας.
– Ναι, δεν μου έχω αρέσει πολλές φορές. Και τώρα αποτυγχάνω. Το ότι δεν βγαίνει όλο το θέατρο κλαίγοντας, το θεωρώ αποτυχία.