Η εικόνα του πατέρα του, που εργαζόταν στο ΕΣΥ, και τον θυμάται πάντα κουρασμένο αλλά χαρούμενο, ήταν αυτή που οδήγησε από πολύ μικρό τον Κωνσταντίνο Λεβεντάκο στην απόφαση να γίνει γιατρός. Θα ήταν η τέταρτη γενιά που θα ακολουθούσε το επάγγελμα. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες όμως, τα δικά του όνειρα τον οδήγησαν στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Αμερική, όπου σήμερα εργάζεται σε ένα από τα καλύτερα νοσοκομεία στον κόσμο, ως διευθυντής της κλινικής του καρκίνου του πνεύμονα στη Mayo Clinic, ενώ το 2021 συγκαταλέχθηκε στους 40 ηγέτες στην ογκολογία κάτω των 40 ετών.
Κατάλαβα απευθείας ότι ήθελα να μείνω εδώ. Δεν είναι μόνο το ότι ήμουν σε μια κλινική που αποτελούσε τμήμα της σύγχρονης ιατρικής ιστορίας – εδώ ανακαλύφθηκε η κορτιζόνη και έγινε η πρώτη ταχεία βιοψία. Είναι πως έβλεπα τα μεγαλύτερα ονόματα της Ιατρικής να είναι πολύ ταπεινά, χωρίς μεγάλους τίτλους, και με μόνη τους προτεραιότητα να κάνουν το καλύτερο για τον ασθενή.
Ο δρ Λεβεντάκος μοίρασε την παιδική του ηλικία μεταξύ Αθήνας και Λάρισας. Ξεκίνησε την πορεία του στην ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, στο Ηράκλειο. Οπως περιέγραψε, στη διάρκεια των σπουδών του, συνάντησε καθηγητές που τον έκαναν να αγαπήσει και να επιλέξει την ογκολογία. Κατάλαβε όμως ακριβώς τι ήθελε να κάνει στη ζωή του όταν στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανταλλαγών που διοργάνωνε το πανεπιστήμιό του, βρέθηκε για έναν μήνα σε νοσοκομείο της Βοστώνης. «Οταν πήγα εκεί και είδα τον τρόπο που συμπεριφέρονταν στους ασθενείς, τον τρόπο που συνδύαζαν την έρευνα με την τέχνη της ιατρικής και τον ασθενοκεντρικό χαρακτήρα του συστήματος που συμπεριλάμβανε την ψυχολογία στη διαχείριση του ασθενούς κατάλαβα πως αυτό θέλω να κάνω» λέει στην «Κ».
Από την Κρήτη στη Μινεσότα
Αποφοιτώντας από το πανεπιστήμιο της Κρήτης ξεκίνησε την έρευνα του στις λοιμώξεις σε καρκινοπαθείς, σε συνεργασία με το γνωστό Κέντρο Καρκίνου MD Anderson στο Τέξας. Επέστρεψε στην Ελλάδα για να κάνει την ειδικότητά του στην παθολογία στο Αττικό Νοσοκομείο. Οπως είπε, εκεί ήταν τυχερός να εκπαιδευτεί δίπλα σε σημαντικούς δασκάλους και μέντορες, όπως ο Γιάννης Παναγιωτίδης και ο Σωτήρης Τσιόδρας. Οταν ολοκλήρωσε το διδακτορικό του, αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα να δοκιμάσει την τύχη του μόνιμα πλέον στην Αμερική. Πρώτα έγινε δεκτός στο Georgetown University Hospital Center, όπου επανέλαβε την παθολογία άλλα τρία χρόνια και έπειτα βρέθηκε στη Mayo Clinic στη Μινεσότα. Εκεί βρήκε τη φιλοσοφία που πρέσβευε και αναζητούσε. «Κατάλαβα απευθείας ότι ήθελα να μείνω εδώ. Δεν είναι μόνο το ότι ήμουν σε μια κλινική που αποτελούσε τμήμα της σύγχρονης ιατρικής ιστορίας – εδώ ανακαλύφθηκε η κορτιζόνη και έγινε η πρώτη ταχεία βιοψία. Είναι πως έβλεπα τα μεγαλύτερα ονόματα της ιατρικής να είναι πολύ ταπεινά, χωρίς μεγάλους τίτλους, και με μόνη τους προτεραιότητα να κάνουν το καλύτερο για τον ασθενή» εξομολογείται.
«Δεν πρέπει να πεθαίνει κανείς με αυτόν τον τρόπο»
Εκεί επικεντρώθηκε στον καρκίνο του πνεύμονα. «Από την αρχή ήθελα να ασχοληθώ με τον καρκίνο του πνεύμονα, ήδη από την περίοδο που ήμουν φοιτητής στη Σχολή. Ισως επειδή στην Ελλάδα κάπνιζε πολύς κόσμος, ήρθα από πολύ νωρίς σε επαφή με περιστατικά, και σε εκείνη τη φάση, τότε, δεν είχαμε πολύ αποτελεσματικές θεραπείες. Ηξερα ότι κανείς δεν έπρεπε να πεθαίνει με τον τρόπο αυτό. Είναι ένας αρκετά δύσκολος καρκίνος, που παραμένει ο πρώτος σε θνησιμότητα σε άνδρες και γυναίκες παγκοσμίως», σημειώνει. Στη Mayo Clinic ξεκίνησε είτε ως επικεφαλής ερευνητής είτε ως συμμετέχων να «τρέχει» κλινικές μελέτες, και μάλιστα να επικεντρώνεται σε κλινικές μελέτες φάσης Α’, βάζοντας ως στόχο να δώσει πρόσβαση σε καινοτόμα φάρμακα σε όλο και περισσότερους ασθενείς με τη βοήθεια νέων πρωτοκόλλων και της τεχνητής νοημοσύνης, πρεσβεύοντας πως η συμμετοχή σε κλινική μελέτη είναι ό,τι καλύτερο για έναν ασθενή. «Γνωρίζουμε ότι οι ασθενείς που μπαίνουν σε κλινικές μελέτες έχουν καλύτερη πρόγνωση, έχουν πολύ καλή περίθαλψη από μια ομάδα που τους παρακολουθεί στενά και έχουν πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες που τείνουν να γίνονται ολοένα πιο στοχευμένες και προσωποποιημένες».
Εχουν υπάρξει περιπτώσεις που έχουν μπει στην κλινική άνθρωποι με οξυγόνο και έφυγαν περπατώντας. Αυτές είναι από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου και με κάνουν να θέλω να δουλέψω ακόμα περισσότερο.
Αύξηση συμμετοχής ασθενών σε κλινικές δοκιμές
Ως διευθυντής πλέον της κλινικής του καρκίνου πνεύμονα, έχει καταφέρει μέσα σε έναν μόλις χρόνο να αυξήσει κατά 100% το ποσοστό των ασθενών που συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες. Το σύστημα, που εισήγαγε, σκανάρει τον κάθε ασθενή και προτείνει αυτόματα στους θεράποντες ιατρούς ποιες είναι οι κλινικές μελέτες που ταιριάζουν στο προφίλ του. Οι καλύτερες ημέρες είναι αυτές που βλέπει την πρωτοβουλία του αυτή να προσφέρει αποτελέσματα: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανταμοιβή από το να φέρνεις ένα καινούργιο φάρμακο και να βλέπεις ασθενείς που το παίρνουν να ανταποκρίνονται και η ζωή τους να αλλάζει. Εχουν υπάρξει περιπτώσεις που έχουν μπει στην κλινική άνθρωποι με οξυγόνο και έφυγαν περπατώντας. Αυτές είναι από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου και με κάνουν να θέλω να δουλέψω ακόμα περισσότερο». Από τις μελέτες αυτές, το όφελος είναι διπλό, όπως υπογράμμισε, καθώς επωφελούνται οι ασθενείς του σήμερα αλλά παράλληλα δημιουργείται γνώση για τους ασθενείς του μέλλοντος.
«Για κάποιους ασθενείς, ο καρκίνος έχει καταστεί χρόνιο νόσημα»
Στο ερώτημα αν είμαστε κοντά ώστε κάποιοι καρκίνοι, όπως αυτός του πνεύμονα, να καταστούν χρόνιες νόσοι, εμφανίστηκε αισιόδοξος. Αυτή τη στιγμή, γίνονται εκτεταμένες μελέτες του γενετικού υλικού, του ανοσοποιητικού και των πρωτεϊνών ώστε να βρεθούν νέοι στόχοι, στους οποίους θα επικεντρώνονται τα φάρμακα. Οπως σημείωσε χαρακτηριστικά, η τεχνολογία έχει φτάσει πλέον σε τέτοιο επίπεδο ώστε να διαβάζει όλα τα χρωμοσώματα από τη μία άκρη στην άλλη μέσα σε λίγες εβδομάδες έτσι ώστε να μαθαίνουν οι επιστήμονες γρηγορότερα σε ποιους στόχους του καρκίνου να επικεντρωθούν, ενώ παράλληλα γινόμαστε όλο και καλύτεροι γνώστες του ανοσοποιητικού.
Πλέον οι ογκολόγοι έχουν στη διάθεσή τους πάνω από 15 εγκεκριμένες στοχευμένες θεραπείες και πολλές ακόμα που αναπτύσσονται και δοκιμάζονται στο πλαίσιο κλινικών δοκιμών.
«Στον μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, η μεγαλύτερη αλλαγή είναι η ανοσοθεραπεία που βοηθάει πολύ ένα ποσοστό ασθενών, το οποίο όμως θέλουμε να αυξηθεί. Στον μη μικροκυτταρικό καρκίνο έχουμε φοβερές εξελίξεις τόσο με την ανοσοθεραπεία όσο και με τις στοχευμένες θεραπείες», δήλωσε, προσθέτοντας πως πλέον οι ογκολόγοι έχουν στη διάθεσή τους πάνω από 15 εγκεκριμένες στοχευμένες θεραπείες και πολλές ακόμα που αναπτύσσονται και δοκιμάζονται στο πλαίσιο κλινικών δοκιμών. Ο ίδιος έχει την τύχη να παρακολουθεί ασθενείς τους οποίους βλέπει πλέον σταθερά επί αρκετά χρόνια. «Για αυτούς, ο καρκίνος έχει καταστεί χρόνιο νόσημα. Είμαστε κοντά στο να γίνει αυτό, και θέλουμε να μαθαίνουμε από τους ασθενείς αυτούς. Γνωρίζουμε ότι για κάποιους ανθρώπους με συγκεκριμένες γενετικές αλλαγές στο DNA του καρκίνου έχουμε φάρμακα που δουλεύουν για πολλά χρόνια. Αντίστοιχα, έχουμε ασθενείς που η ανοσοθεραπεία τους βοηθάει έτσι ώστε επίσης για πολλά χρόνια να μην ανιχνεύεται ο καρκίνος».
Νιώθω την ανάγκη να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε κάθε Ελληνα γιατρό που έχει μείνει πίσω και προσέχει τους δικούς μας ανθρώπους.
Σχολιάζοντας τις νέες μελέτες που αναφέρουν πως ο καρκίνος εμφανίζεται πλέον και σε μικρότερες ηλικίες, επιβεβαιώνει από την καθημερινή του πρακτική ότι δεν τον παραξενεύει που έχει πλέον ασθενείς νεότερους από τον ίδιο. Το σημαντικό, τόνισε, είναι να υπάρχει ένα καλό σύστημα υγείας που ωθεί τους ανθρώπους να πηγαίνουν στον γιατρό τους όταν έχουν συμπτώματα. Για τον καρκίνο του πνεύμονα ειδικά, η πρόληψη είναι το σημαντικότερο. «Να μην καπνίζουν και να κάνουν προληπτικά εξετάσεις ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου που έχει ο καθένας. Επίσης ξέρουμε πως ένα 14% του καρκίνου του πνεύμονα οφείλεται στον μολυσμένο αέρα, άρα ό,τι κάνουμε για να σώσουμε τον πλανήτη, βοηθάει και τα πνευμόνια μας».
Ενα μέρος του μυαλού και της καρδιάς του είναι πάντα πίσω στην Ελλάδα. Στα ζητήματα πρόληψης για τον καρκίνο του πνεύμονα, βοηθάει συνεργαζόμενος με την οργάνωση FairLife ενώ διατηρεί συνεργασία και με το νοσοκομείο Αττικόν. «Νιώθω την ανάγκη να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε κάθε Ελληνα γιατρό που έχει μείνει πίσω και προσέχει τους δικούς μας ανθρώπους».