Χόλι Γουάντινγκτον στην «Κ»: Πώς έντυσα την Μπέλα Μπάξτερ

Χόλι Γουάντινγκτον στην «Κ»: Πώς έντυσα την Μπέλα Μπάξτερ

Η βραβευμένη με Οσκαρ ενδυματολόγος Χόλι Γουάντινγκτον μιλάει στην «Κ» για το πώς «έντυσε» την Μπέλα Μπάξτερ (Εμα Στόουν) για την ταινία «Poor Things»

6' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα κοστούμια της βραβευμένης με Οσκαρ και ΒΑFTA ενδυματολόγου Χόλι Γουάντινγκτον για την ταινία «Poor Things» παρακολουθούν το ταξίδι της Μπέλα Μπάξτερ (Εμα Στόουν) από την παιδική της ηλικία στην ενηλικίωση και μαρτυρούν τη μετάβαση από την πλήρη εξάρτηση της ηρωίδας από τους άνδρες της ιστορίας στην πλήρη αυτονόμησή της. Ο Γιώργος Λάνθιμος είχε δώσει στη Βρετανίδα συνεργάτιδά του –τη γνωρίσαμε πρώτη φορά ως βοηθό ενδυματολόγου στην «Εξιλέωση»– μία μόνο κατεύθυνση, λέγοντας απλά πως δεν επιθυμεί ενδυματολογικά το φιλμ του να παραπέμπει σε δράμα εποχής. Παρέλειψε όμως να της πει τι ακριβώς σκεφτόταν. Αυτό έπρεπε να το βρει μόνη της.

Η Μπέλα Μπάξτερ δεν θα χαρασσόταν στη μνήμη μας αν δεν φορούσε αυτά τα παράταιρα ρούχα, που δεν θυμίζουν τίποτα συγκεκριμένο αλλά αντλούν από πολλές περιόδους, από γελοιογραφίες και πατρόν για φορέματα του 1890 μέχρι τους πίνακες του Οτο Ντιξ και τη βικτωριανή φωτογραφία. Οι επιλογές της θυμίζουν την ιστορία της μόδας και την τάση τού σήμερα, όπου όλα «φοριούνται» ταυτόχρονα. «Γι’ αυτή την ταινία σκεφτόμουν το παιχνίδι σε όλη τη διαδικασία σχεδιασμού και κατασκευής των κοστουμιών», μας είπε η ίδια, με αφορμή την έκθεση με τα κοστούμια της ταινίας που διοργανώνει το Μουσείο Μπενάκη.

— Τα κοστούμια έπρεπε να ενσωματωθούν σε ένα πολύ «φορτωμένο» περιβάλλον. Ηταν για εσάς πρόκληση να σχεδιάσετε κάτι που θα ξεχώριζε, θα υπηρετούσε την ιστορία, αλλά και δεν θα «κλωτσούσε»;

— Η διαδικασία του σχεδιασμού ήταν διασκεδαστική, έπρεπε να συνδυάσω διαφορετικές χρονικές περιόδους, να δουλέψω με μυριάδες διαφορετικά υλικά και να συνεργαστώ με υπέροχους ανθρώπους. Το «Poor Τhings» ήταν μια ονειρεμένη δουλειά για μένα. Οι προκλήσεις ήταν περισσότερο πρακτικής φύσεως. Δεν ήμουν σίγουρη αν οι επιλογές μου θα γίνονταν εύκολα αντιληπτές, αλλά είχα εμπιστοσύνη στον Γιώργο, ο οποίος επέβλεπε όλη τη διαδικασία και θα «έδενε» όλα τα στοιχεία της ταινίας μαζί.

— Πώς προσεγγίσατε ενδυματολογικά τις μεταμορφώσεις της Μπέλα Μπάξτερ;

— Προσπαθούσα να συλλάβω τον τρόπο σκέψης, αλλά και τη σωματικότητα της ηρωίδας σε κάθε φάση. Στην αρχή εμφανίζεται στην οθόνη ένα νήπιο, που κάθε πρωί το ντύνει η οικονόμος, η κυρία Πριμ. Σ’ αυτές τις σκηνές βλέπουμε την Μπέλα συχνά μισοντυμένη, φορώντας ό,τι έπρεπε να φοράει στο πάνω μέρος του κορμού και ελάχιστα στο κάτω μέρος. Αυτή η ιδέα προέκυψε παρατηρώντας τα δικά μου παιδιά που είναι σε μικρή ηλικία και την τάση που έχουν όταν παίζουν να χάνουν ή να πετούν τα ρούχα τους. Π.χ., συχνά κυκλοφορούν χωρίς παντελόνι, αλλά είναι εντελώς ντυμένα από πάνω. Οταν η Μπέλα αφήνει το σπίτι και πηγαίνει στην Πορτογαλία, δεν χρειάζεται πλέον κανέναν να τη βοηθήσει για να φορέσει τα ρούχα της. Φαντάστηκα ένα πεντάχρονο κοριτσάκι να ανοίγει την ντουλάπα της μητέρας της, δοκιμάζοντας πράγματα πολύ μεγαλύτερα από το νούμερό της και κάνοντας περίεργους συνδυασμούς. Και σε αυτή τη φάση εξακολουθεί να είναι μικρή σε ηλικία. Για παράδειγμα, όταν εγκαταλείπει το σπίτι της φοράει ένα αχνό γαλάζιο σύνολο, αλλά όταν βρίσκεται μόνη της σε άλλη χώρα καταλήγει μόνο με το εσώρουχο στο κάτω μέρος και τα μποτίνια της. Η εμφάνισή της μοιάζει ανάρμοστη μπροστά στην ενδυματολογική ορθότητα όλων των υπολοίπων. Φοράει μια αμάνικη μπλούζα και ένα μεσοφόρι για να πάει για δείπνο και τα μαλλιά της είναι πάντα λυμένα. Στο πλοίο πάλι, περιφέρεται με μια ρόμπα από σιφόν και εσώρουχα, όταν όλοι οι άλλοι επιβάτες φορούν cruise ενδύματα βικτωριανής αισθητικής. Ολες αυτές οι επιλογές έπρεπε να παραπέμπουν σε έναν άνθρωπο που δεν έχει αφομοιώσει κανέναν από τους ενδυματολογικούς κοινωνικούς κώδικες της εποχής και να περιγράφουν μια γυναίκα απελευθερωμένη από κοινωνικές νόρμες. Τα μαλλιά ήταν πάντα πιασμένα στη βικτωριανή εποχή και οι γυναίκες δεν επιδείκνυαν γυμνά άκρα. Οσο εξελίσσεται και μεγαλώνει, τα χρώματα και τα μοτίβα γίνονται πιο σοβαρά και τα υφάσματα πιο «βαριά». Στο Παρίσι η Μπέλα κυκλοφορεί με ένα tailored μαύρο, μάλλινο κοστούμι το οποίο αντανακλά τη μετάβασή της από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση.

Χόλι Γουάντινγκτον στην «Κ»: Πώς έντυσα την Μπέλα Μπάξτερ-1
Η Βρετανή ενδυματολόγος Χόλι Γουάντινγκτον κέρδισε το Οσκαρ για τα κοστούμια στην ταινία «Poor things».

— Πού ανατρέξατε για έμπνευση; Ενας φίλος που είχε δει την ταινία πριν από μένα μου είπε ότι το νυφικό τού θύμισε το περίβλημα του μουσείου Guggenheim στη Νέα Υόρκη. Ηταν το πρώτο που σκέφτηκα όταν το είδα. Μπορεί η αρχιτεκτονική να τροφοδότησε τη δουλειά σας;

— Μου φαίνεται φανταστική αυτή η σύνδεση με το Guggenheim και βγάζει απόλυτα νόημα με τις οριζόντιες καμπύλες γραμμές. Το νυφικό είναι εμπνευσμένο από το Honeycomb Dress της Γαλλίδας σχεδιάστριας Μαντλέν Βιονέ. Για τη συγκεκριμένη ταινία αναζήτησα ιδέες παντού: σε πίνακες του Τζον Σίνγκερ Σέρτζεντ, σε γελοιογραφίες από περιοδικά της βικτωριανής περιόδου, όπως το «Punch», σε φωτογραφίες της ίδιας περιόδου, σε δουλειές της Σκιαπαρέλι ή του φουτουριστή σχεδιαστή μόδας Τhayaht. Ο Αντρέ Κουρέζ, συγκεκριμένα, ενέπνευσε τα υποδήματα της Μπέλα και τη χρήση πλαστικού στα ρούχα της, ενώ κατάλογοι παιδικών ρούχων του 1950 πρόσφεραν εικόνες για τα νυχτικά της. Θυμάμαι ακόμη να κοιτάζω ένα βιβλίο με γιαπωνέζικες κούκλες, τα χρώματα στα έργα του Γερμανού εξπρεσιονιστή Οτο Ντιξ, ένα βιβλίο με πατρόν για φορέματα του 1890, τις εικονογραφήσεις φυτών του Ερνστ Χέκελ για τις υφές.

«Με γοητεύει το πώς μπορούν τα ενδύματα να πουν μια ιστορία και να χτίσουν έναν χαρακτήρα, είτε πρόκειται για όπερα, θέατρο, χορό, είτε για κινηματογράφο».

— Τα υπερμεγέθη φουσκωτά μανίκια κρύβουν κάποιον συμβολισμό; Οσο μεγαλώνει η ηρωίδα, έχω την εντύπωση ότι χάνουν σε όγκο. Ισχύει;

— Τα μανίκια συμβολίζουν την ενδυνάμωση. Επιτρέπουν σ’ αυτήν που τα φοράει να καταλάβει περισσότερο χώρο, να αισθανθεί τολμηρή και ηρωική. Στην ιστορία του ενδύματος συναντάμε πολλές περιόδους όπου τα μανίκια είναι υπερβολικά και διακοσμημένα με περίτεχνα κεντήματα. Κάποιες φορές μάλιστα τα αφαιρούσαν και τα έραβαν σε άλλα φορέματα, τόσο μεγάλη ήταν η αξία τους. Νομίζω ότι το μέγεθος των μανικιών σχετίζεται με τη θέση της γυναίκας σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους και αυτό για μένα παρουσιάζει τρομερό ενδιαφέρον. Στην Ελισαβετιανή εποχή τα μανίκια είναι ενισχυμένα και παραγεμισμένα με αλογότριχες, στα 1890 –όπως είναι το «χαλαρό» χρονικό πλαίσιο όπου διαδραματίζεται η υπόθεση της ταινίας– τα μανίκια είναι επίσης φουσκωμένα, ενώ το 1940 οι ώμοι είναι αιχμηροί και τα μανίκια φαρδιά. Στα ’80s, πάλι, οι τονισμένοι ώμοι και τα μανίκια θυμίζουν αυτά των tailored ανδρικών σακακιών. Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας τα μανίκια της Μπέλα είναι «ελαφριά» και μιμούνται την κίνηση που κάνουν οι πνεύμονες. Μου αρέσει να σκέφτομαι πώς αυτή η κίνηση «μιλάει» για έναν άνθρωπο που αναγεννήθηκε. Καθώς πλησιάζουμε προς το τέλος, η αλήθεια είναι πως τα μανίκια γίνονται πιο βαριά, ωστόσο όχι λιγότερο μεγάλα. Τα μανίκια του νυφικού, για παράδειγμα, είναι τα πιο υπερβολικά απ’ όλα. Ομως, σε γενικές γραμμές, καθώς εξελίσσεται και καταλαβαίνει τι θέλει, τα μανίκια γίνονται πιο πρακτικά. Στην τελική σκηνή, το πλεκτό της πουλόβερ έχει ένα κανονικό μανίκι.

— Ολοι θυμόμαστε πως το να ντύσουμε τις κούκλες μας με τα «κατάλληλα» ρούχα ήταν μέρος της διαδικασίας τού να πιστέψουμε την ιστορία μας. Το να είσαι ενδυματολόγος σημαίνει πως δεν αποχωρίζεσαι ποτέ την παιδική σου ηλικία;

— Γι’ αυτή την ταινία ήταν σημαντικό να σκεφτώ τι εικόνα θα έδινε ένα παιδί που παίζει όντας ντυμένο με μεταξωτά μπούστα, μακριά μεσοφόρια και κορσέδες. Σκεφτόμουν το παιχνίδι σε όλη τη διαδικασία και ανατρέχοντας σ’ αυτό το βιβλίο με τις γιαπωνέζικες κούκλες άρχισα να σκέφτομαι πως κάποια υφάσματα δείχνουν ωραία πάνω στους ενήλικες, ενώ αν ντύσεις με αυτά μικροσκοπικές φιγούρες μοιάζουν αδέξια και βαριά. Ηθελα να αποδώσω αυτή την αίσθηση με τις επιλογές των υφασμάτων. Είναι σημαντικό να έχουμε μια παιχνιδιάρικη προσέγγιση στον σχεδιασμό και είναι αλήθεια ότι χάνουμε αυτή την παιδικότητα καθώς μεγαλώνουμε.

— Τελικά, τι λέτε στον εαυτό σας; Γιατί κάνετε αυτό το επάγγελμα;

— Mου αρέσει πως μπορούμε να μεταμορφωθούμε, να αλλάξουμε την εικόνα μας μέσα από τις ενδυματολογικές μας επιλογές. Με γοητεύει το πώς μπορούν τα ενδύματα να πουν μια ιστορία και να χτίσουν έναν χαρακτήρα, είτε πρόκειται για όπερα, θέατρο, χορό είτε κινηματογράφο. Με ενδιαφέρει η νοηματοδότηση της μόδας και η ιστορία της, όπως και το πώς δημιουργείται μια εικόνα και η ενδυματολογία μού επιτρέπει να συνδυάσω πολλά από αυτά που αγαπώ.

«Poor Things. Τα κοστούμια», Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού, από 12 Ιουνίου έως 29 Σεπτεμβρίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT