Ολιβερ Λοβρένσκι στην «Κ»: Είμαστε αυτοί που είμαστε στο σκοτάδι

Ολιβερ Λοβρένσκι στην «Κ»: Είμαστε αυτοί που είμαστε στο σκοτάδι

Ο 21χρονος Νορβηγός συγγραφέας Ολιβερ Λοβρένσκι μιλάει στην «Κ» για το βιβλίο του «Οταν ήμασταν μικροί»

5' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν πριν από δύο χρόνια ο Ολιβερ Λοβρένσκι άρχισε να γράφει το πρώτο του βιβλίο «Οταν ήμασταν μικροί», ήταν μόλις 18 ετών, έβγαινε από μια άγρια εφηβεία και προσπαθούσε να επανεκκινήσει την πορεία της ζωής του. Πολλοί υποθέτουν ότι ο κεντρικός χαρακτήρας-αφηγητής του βιβλίου, ο Ιβορ, είναι ο ίδιος ο Λοβρένσκι και η στιγματισμένη από τη βία, το έγκλημα και τα ναρκωτικά καθημερινότητά του είναι μια αυτοβιογραφική αφήγηση της δικής του εφηβείας. Ο νεαρός που συναντώ στον πολυχώρο των εκδόσεων Μεταίχμιο, με το ήρεμο, συγκρατημένο ύφος, το κομψό λινό κοστούμι και τον συγκροτημένο λόγο, δεν θυμίζει σε τίποτα ένα «άγριο νιάτο». Παραδέχεται ότι γι’ αυτό το βιβλίο, που δείχνει με θάρρος, σκληρότητα και αλήθεια πώς είναι για ένα νέο παιδί να μεγαλώνει στο Οσλο, άντλησε στοιχεία και έμπνευση και από τη δική του εμπειρία ενηλικίωσης – αλλά και από τις ιστορίες άλλων.

Οι πρωταγωνιστές

Ολιβερ Λοβρένσκι στην «Κ»: Είμαστε αυτοί που είμαστε στο σκοτάδι-1

«Είναι προϊόν μυθοπλασίας, δεν είμαι κάποιος από αυτούς τους ανθρώπους, παρότι έχω βάλει κάτι από εμένα σε όλους. Δεν είμαι ο Iβορ, παρότι κι εγώ ήθελα να γίνω δικηγόρος και έχω κροατική καταγωγή. Εχω βάλει το χιούμορ μου στον Μάρκο και τις ανασφάλειες και τους φόβους μου στον Γιούνας. Λίγο αφότου εξέδωσα το βιβλίο, τουλάχιστον τέσσερις άνθρωποι μου τηλεφώνησαν και με ρώτησαν αν εκείνοι είναι ο Μάρκο, αλλά ούτε ο Μάρκο ούτε ο Γιούνας ούτε ο Αρζάν είναι πραγματικά πρόσωπα, δεν θα ρίσκαρα να εκθέσω ανθρώπους», διευκρινίζει. «Είναι όμως μια πολύ ακριβής αφήγηση του πώς είναι να μεγαλώνει κανείς στο Oσλο – και μάλιστα το πρόβλημα της βίας, των ναρκωτικών, των όπλων είναι χειρότερο από όταν έγραψα εγώ το βιβλίο. Τα νέα παιδιά, ιδίως τα αγόρια, αισθάνονται ότι δεν υπάρχει νόημα και ελπίδα, ακόμη και αυτοί που μεγαλώνουν σε καλές συνθήκες. Επισκέπτομαι σχολεία σε διάφορες περιοχές της Νορβηγίας και μιλάω με τα παιδιά, και διαπιστώνω ότι είναι τρομοκρατημένα για το τι θα φέρει το μέλλον, δεν έχουν σχέδιο, δεν ξέρουν πώς να γίνουν κάποιος που να αξίζει, πώς να συμβάλουν, και όλο αυτό τους κάνει να ασφυκτιούν».

Ο Oλιβερ ξεκίνησε να διαβάζει όταν ήταν τεσσάρων ετών, θυμάται, «και ήταν τα πάντα για μένα. Αλλά μετά, στην εφηβεία μου, άφησα το διάβασμα – ποιος θέλει να κάθεται στο σπίτι να διαβάζει όταν είναι 14-15; Στο σχολείο τα πήγαινα πολύ καλά στην αρχή, μετά έχασα το ενδιαφέρον μου, το έβρισκα βαρετό. Ενιωθα χαμένος στην εφηβεία μου. Εκεί γύρω στα 14-15 συνειδητοποιείς ότι δεν είσαι πια παιδί, αλλά δεν είσαι και ενήλικος. Νιώθεις ότι αλλάζεις, ότι βαδίζεις να γίνεις κάποιος. Εγώ δεν είχα κανένα πρότυπο, κάποιον που να θέλω να μοιάσω, κανένα μονοπάτι να πάρω, παρότι ήθελα πολύ να ζήσω μια ζωή που να αξίζει. Είχα χαθεί για κάποια χρόνια μέσα σε αυτή τη διαδικασία χωρίς να βρίσκω μια κατεύθυνση, μέχρι που συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να αναλάβω την ευθύνη για την κατεύθυνση της ζωής μου». Μου λέει ότι πιστεύει πολύ στην ατομική ευθύνη και στη δύναμη του ατόμου να αλλάξει τη ζωή του. «Κάθισα και σκέφτηκα ποιος θέλω να είμαι. Και ακόμη και πριν βρω ποιος ήθελα να είμαι, βρήκα ποιος δεν ήθελα να είμαι. Και αυτό είναι μια καλή αφετηρία όταν κάποιος δεν στέκεται ακόμη σταθερά στα πόδια του, να ξέρει από τι θέλει να φύγει ή τι δεν θέλει να γίνει. Εγώ άρχισα να βλέπω τη ζωή μου, τι θέλω να βελτιώσω, ποιος είμαι σήμερα, ποιος θέλω να είμαι και τι χωρίζει αυτά τα δύο και μετά άρχισα να δουλεύω, άρχισα να κόβω ανθρώπους και συνήθειες που δεν συνέβαλλαν στη ζωή μου. Αρχισα να περνάω αλλιώς τον χρόνο μου, να στοχεύω ψηλά. Και έγραφα και γράφω πολύ, γιατί είναι ένας πολύ ωραίος τρόπος να προγραμματίζω, να σκέφτομαι και να μεταβολίζω πράγματα – διαβάζω και σκέφτομαι».

Είναι μια ακριβής αφήγηση του πώς είναι να μεγαλώνει κανείς στο Oσλο – και μάλιστα το πρόβλημα της βίας, των ναρκωτικών, των όπλων είναι χειρότερο σήμερα.

Πέρασε δύο χρόνια γράφοντας το βιβλίο, μόνος, ξάγρυπνος, κλεισμένος στο σπίτι, χωρίς να το ξέρει κανείς. Αυτό που συνειδητοποίησε γράφοντας ήταν «πόσο απαισιόδοξος είχα γίνει. Εκείνη την περίοδο μου έλειπε να είμαι παιδί, ανέμελο, αθώο. Τώρα πια, όμως, απολαμβάνω το πώς είμαι και ανυπομονώ να μεγαλώσω». Η επιτυχία του βιβλίου του –βρίσκεται στη λίστα των μπεστ σέλερ από την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του, είναι ο νεαρότερος συγγραφέας που κερδίζει το Norwegian Booksellers’ Prize, μεταφράζεται σε 15 γλώσσες– τον ξάφνιασε σε πολλά επίπεδα. «Εχει αλλάξει τη ζωή μου και το εκτιμώ αυτό. Επίσης με βοήθησε να έχω πίστη και εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Το πιο σημαντικό ωστόσο που έμαθα αυτόν τον χρόνο είναι ότι η επιτυχία σημαίνει για μένα λιγότερα από όσα νόμιζα ότι θα σήμαινε. Νόμιζα ότι θα ήταν τα πάντα, το Ιερό Δισκοπότηρό μου, αλλά τελικά συνειδητοποίησα πόσο πιο σημαντικοί είναι για μένα η οικογένειά μου και οι αγαπημένοι μου».

Η επίδραση στους άλλους

Τον ρωτάω αν θεωρεί ότι το πρότυπο που δεν είχε ο ίδιος όταν μεγάλωνε ίσως να είναι τώρα αυτός για κάποια παιδιά και αν αυτό το αντιμετωπίζει ως ευθύνη. «Ξέρω ότι με κάποιον τρόπο ότι έχω επίδραση στους ανθρώπους που γνωρίζω και αυτή η ευθύνη είναι καθοριστική για τη ζωή μου, επηρεάζει κάθε επιλογή που κάνω. Οταν επιλέγεις να γίνεις κάπως δημόσιο πρόσωπο, είναι μέρος του πακέτου το να σε θαυμάζουν άνθρωποι. Κάποιοι άνθρωποι υιοθετούν αυτόν τον ρόλο χωρίς να συναισθάνονται την ευθύνη και μερικές φορές περνούν 20 χρόνια με το να είναι απίστευτα επιτυχημένοι και καταστρέφουν εκατομμύρια ζωές στην πορεία. Εγραψα κάπου ότι είμαστε αυτοί που είμαστε στο σκοτάδι και προσπαθώ να είμαι αυτός που θα είμαι και όταν δεν με βλέπουν. Δεν ξέρω πόσο είμαι πρότυπο, αλλά φέρομαι σαν να είμαι και τον εκτιμώ αυτόν τον ρόλο, γιατί με αναγκάζει να φέρομαι στον εαυτό μου με μεγαλύτερη εκτίμηση και φροντίδα από όση θα του φερόμουν αλλιώς».

Θα ήθελε πολύ να διαβάσουν το βιβλίο του οι νέοι, οι γονείς και όσοι δουλεύουν με νέους. «Οι νέοι θα δουν τι συμβαίνει αν δεν πάρεις την ευθύνη της ζωής σου, θα δουν πού δεν θέλουν να καταλήξουν ή πού θα μπορούσαν να καταλήξουν. Για τους γονείς και όσους δουλεύουν με νέους, θα είναι πολύτιμο για να καταλάβουν τους νέους. Αυτό το βιβλίο θα τους βοηθήσει να δουν και να ακούσουν όσα δεν γίνονται και δεν λέγονται γύρω από το οικογενειακό τραπέζι».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT