Στην Τζαμάικα ήσουν πάντα σε ένταση

Ο συγγραφέας Μάρλον Τζέιμς μιλάει στην «Κ» για την ιστορία της πατρίδας του, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για το έργο του

8' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Κάθε φορά που λέω ότι είμαι από την Τζαμάικα, “α! Μπομπ Μάρλεϊ” μου απαντούν», μειδιά ο Μάρλον Τζέιμς. «Πράγματι, ο Μάρλεϊ και η Τζαμάικα πάνε πακέτο, κάτι που μου αρέσει γιατί σκοπεύω να ταξιδέψω σε πολύ επικίνδυνες περιοχές του κόσμου. Και στο Σουδάν να φτάσω, θα ξέρω όμως ότι θα με υποδεχτούν ως φίλο, αναφωνώντας “Τζαμάικα, Μπομπ Μάρλεϊ”».

Ο Μάρλεϊ, ωστόσο, δεν διευκολύνει μόνο τα ταξίδια του Τζέιμς. Στα δέκα χρόνια που έχουν περάσει από τότε που το μυθιστόρημά του, το οποίο αναφέρεται στην απόπειρα δολοφονίας του Τζαμαϊκανού τραγουδιστή το 1976, κέρδισε το βραβείο Μπούκερ στην Αγγλία, το «A Brief History of Seven Killings» («Η σύντομη ιστορία επτά φόνων», εκδ. Αίολος) έχει πουλήσει πάνω από ένα εκατ. αντίτυπα παγκοσμίως και έχει εδραιώσει την παρουσία του Τζέιμς στο λογοτεχνικό στερέωμα.

Στην Τζαμάικα ήσουν πάντα σε ένταση-1
Ο Μάρλον Τζέιμς κατά τη διάρκεια της συνέντευξης με την «Κ», στο φεστιβάλ Hay-on-Wye στην Ουαλλία. [ΜΑΙΡΗ ΣΙΑΝΗ – ΝΤΕΪΒΙΣ]

Οντως, αμέσως μετά τη συνέντευξή μας στο λογοτεχνικό φεστιβάλ του Hay-on-Wye, στην Ουαλλία, ο Τζέιμς εμφανίστηκε στη μεγάλη σκηνή και μίλησε ενώπιον ενός κοινού πολλών εκατοντάδων ατόμων. Ακόμη κι όταν ήμασταν στο Green Room (όπου συχνάζουν δημοσιογράφοι και συγγραφείς), ο Τζέιμς δεν σταμάτησε να δίνει απαντήσεις στις ερωτήσεις μου, ενώ παράλληλα ικανοποιούσε αιτήματα συναδέλφων – συγγραφέων δίνοντάς τους το email του ή απαντώντας σε τηλεφωνήματα, όπως αυτό της αδελφής του που του ζητούσε να κλείσει ένα Uber για τη μητέρα τους με προορισμό το αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης. Παρ’ όλα αυτά παρέμενε απτόητος, αποπνέοντας μια χαλαρή γοητεία.

Συμμορίες, CIA

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 το μικρό αυτό νησί της Τζαμάικας είχε έναν από τους υψηλότερους δείκτες ανθρωποκτονιών στον κόσμο. Συμμορίες με αντικρουόμενα πολιτικά πιστεύω –συχνά υποβοηθούμενες με όπλα που τους προμήθευε η CIA, η οποία φοβόταν πιθανή επιρροή της γειτονικής Κούβας στην Τζαμάικα– δημιούργησαν ένα τοπίο απαράμιλλης και αδιανόητης βίας.

Τον Τζέιμς θα τον χαρακτήριζε κανείς αναρμόδιο χρονικογράφο αυτού του άθλιου υποκόσμου. Γιατί ο ίδιος μεγάλωσε σε ένα ήσυχο προάστιο του Κίνγκστον και είχε μια παιδική ηλικία που την αποκαλεί βαρετή, παρότι είχε πάει στο ίδιο πρότυπο σχολείο με τον γιο ενός από τους πιο διαβόητους γκάνγκστερ της Τζαμάικας. «Ηταν απλώς άλλο ένα παιδί στο σχολείο. Δεν ήμασταν φίλοι. Εγώ ήμουν σπασίκλας», μου λέει στην τζαμαϊκανή προφορά του, ρολάροντας κελαηδιστά το «ρο» της λέξης nerd. Ο συμμαθητής του πέθανε στα 21 του χρόνια, και όπως λέει ο ίδιος «τώρα συνειδητοποιώ ότι ζούσε και αυτός κάτω από την τρομερή σκιά του ονόματός του».

Και οι δύο γονείς του Τζέιμς ήταν αστυνομικοί, αλλά αποφασισμένοι να αναθρέψουν τα παιδιά τους σε ένα φυσιολογικό οικογενειακό περιβάλλον. «Το θέμα είναι όμως», προσθέτει, «πως η Τζαμάικα είναι μια χώρα μικρή και ακόμη κι αν η βία δεν συνέβαινε στον δρόμο μας, ήξερα πού συνέβαινε. Ησουν πάντα σε ένταση. Δεν είναι πως κάποιος θα έμπαινε στο σπίτι σου και θα σε πυροβολούσε, αλλά η ιδέα ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο –αυτή η αβεβαιότητα– ήταν εκείνο που σε έκανε να αισθάνεσαι άβολα».

Σίγουρα υπάρχει πολλή βία στο βιβλίο του. Πάμπολλοι χαρακτήρες σωριάζονται νεκροί, γαζωμένοι από σφαίρες. Αλλοι θάβονται ζωντανοί. Ο Τζέιμς, όμως, δεν το θεωρεί ιδιαίτερα βίαιο βιβλίο. «Θέλω οι άνθρωποι που διαβάζουν το βιβλίο μου να τρομοκρατηθούν από τη βία, γιατί η βία είναι ένα φρικτό πράγμα. Δεν πιστεύω στην κανονικοποίηση της βίας. Αυτή είναι η δουλειά του Χόλιγουντ. Ο Τζον Γουίκ ή ο Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ μπορούν να σκοτώσουν δεκάδες άνδρες, αρκεί να μην ξέρουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν πατέρες, αδέλφια, ξαδέλφια, εραστές και παιδιά κάποιου. Το ότι δεν ξέρουμε πως τους εξανάγκασαν ή ότι τους εκβίασαν ή ότι είχαν αυταπάτες… και δεν θέλουμε να το μάθουμε γιατί αυτό κάνει τα πράγματα περίπλοκα. Η βία πρέπει να είναι πολυσύνθετη και να συνοδεύεται από πόνο».

Απώλεια αθωότητας

Ο Τζέιμς ήταν ακόμη μικρός όταν έγινε η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Μπομπ Μάρλεϊ. Θυμάται, «η μητέρα μου είναι ο πιο ψύχραιμος άνθρωπος που ξέρω. Κι όμως εκείνη την ημέρα είδα τον φόβο στα μάτια της. Για πρώτη φορά. Ημουν έξι ετών και δεν μπορούσα να επεξεργαστώ τι είχε συμβεί. Το θυμάμαι, όμως, και με στοιχειώνει ακόμη αυτό το γεγονός». Το οποίο ο Τζέιμς θεωρεί ένα στάδιο απώλειας της αθωότητας της Τζαμάικας. Οπως και τη δολοφονία –σχεδόν μία δεκαετία πριν– του κυβερνητικού υπουργού Ken Jones, ο οποίος εμφανίζεται ως φάντασμα, ονόματι Sir Arthur George Jennings, στο τέλος κάθε ενότητας του βιβλίου, περιγράφοντας διαφόρους θανάτους κι ανάμεσά τους και τον δικό του. Ηταν μια περίοδος όπου η Τζαμάικα έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα σε διανοητές ή εγκληματίες.

Ο Μπομπ Μάρλεϊ ήταν μια πολωτική φιγούρα στην Τζαμάικα της δεκαετίας του 1970 κι ας θεωρείται σύμβολο σήμερα. «Τον είχα ακουστά από τις ειδήσεις στο ραδιόφωνο», μου εξηγεί. «Εκείνη την εποχή οι Τζαμαϊκανοί δεν έπαιζαν τη μουσική του. Δεν έπαιζαν και πολλή ρέγκε. Ο Μάρλεϊ ήταν η μουσική που άκουγαν τα πιο κουλ παιδιά: οι νέοι κι οι φτωχοί τον αγαπούσαν. Οι πλούσιοι κι οι μεγαλύτεροι τον μισούσαν. Οι ριζοσπάστες τον αντιπαθούσαν γιατί παρότι όλοι μαζί μάχονταν για μια «Μαύρη Δύναμη», ήταν καθηγητές πανεπιστημίου και ακαδημαϊκοί, ενώ ο Μάρλεϊ ήταν σχεδόν αναλφάβητος. Ηταν, όμως, η ψυχή του αγώνα».

Ο Μάρλεϊ ήταν επίσης ρασταφαριανός. Οι περισσότεροι Τζαμαϊκανοί της μεσαίας τάξης τούς απεχθάνονταν τους ρασταφαριανούς. Ο Τζέιμς τώρα τους σέβεται και τους εκτιμά γιατί αυτοί ήταν από τις πρώτες ομάδες της Τζαμάικας που μίλησαν κατά της έννοιας της αποικιοκρατίας τη δεκαετία του 1950. Ο πατέρας του, όμως, τους μισούσε. Τον ρωτάω πώς αντέδρασε όταν τον πρωτοείδε με τα ράστα μαλλιά; Γελάει και μου λέει, «έχει ηρεμήσει. Το θεώρησε αστείο. It’s just hair, you know».

Ο Μάρλεϊ ήταν η μουσική που άκουγαν τα πιο κουλ παιδιά: οι νέοι κι οι φτωχοί τον αγαπούσαν. Οι πλούσιοι κι οι μεγαλύτεροι τον μισούσαν.

Μία από τις αμέτρητες σοκαριστικές σκηνές του βιβλίου είναι όταν ο Τραγουδιστής (έτσι αποκαλεί τον Μάρλεϊ στο βιβλίο, εκτός από μία φορά, όταν τον αναφέρει ως Μπομπ) φαίνεται να ήταν παρών σε μια παρωδία δίκης που διεξαγόταν από μέλη μιας συμμορίας με σκοπό να τιμωρήσουν εκείνους που αποπειράθηκαν να τον δολοφονήσουν. Πιστεύει πραγματικά ότι ο Μάρλεϊ ήταν παρών; «Εξαρτάται ποιον θα ρωτήσεις… αλλά νομίζω ότι ήταν». «Δηλαδή», επαναλαμβάνω, «ο Μπομπ Μάρλεϊ ήταν εκεί και ήξερε ότι αυτοί οι άνθρωποι θα εκτελούνταν;». «Απολύτως».

Χρονικό βίας

Για να τιμήσουν τη δέκατη επέτειο της «Σύντομης ιστορίας επτά φόνων», οι εκδότες του επανεκτύπωσαν το μυθιστόρημα, προσθέτοντας έναν πρόλογο και μια συνέντευξη με τον Τζέιμς. Το βιβλίο είναι ένα χρονικό βίας (συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής), ένα απαγορευμένο ταξίδι στα πιο σκοτεινά βάθη μιας κοινωνίας με οδηγό την εφευρετικότητα, τη φαντασία και τον γλωσσικό πλούτο ενός αμίμητου και σπάνιου λογοτέχνη σαν τον Τζέιμς.

Στην Τζαμάικα ήσουν πάντα σε ένταση-2Στην αφήγηση δεν υπάρχει κεντρικός χαρακτήρας. Αντίθετα, το μυθιστόρημα πιάνεται από τις φωνές διαφόρων χαρακτήρων που αποκαλύπτουν τις εσωτερικές τους ζωές σε ένα πλούσιο τζαμαϊκανό πατουά. Δύσκολο για τον αναγνώστη που θα πρέπει να μαντέψει ή να ψάξει τη σημασία τους. Ρωτάω τον Τζέιμς αν θα άλλαζε κάτι αν έγραφε το βιβλίο σήμερα. Αρχικά μου απαντάει «όχι». Με το που το ξανασκέφτεται, προσθέτει «από τότε που κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα έμαθα πολλά για τις γυναίκες αυτών των γκάνγκστερ και έτσι ίσως να είχα αναπτύξει περισσότερο τους γυναικείους χαρακτήρες. Απορώ με τις επιλογές αυτών των γυναικών. Παντρεύτηκαν τους πιο αδυσώπητους δολοφόνους στη χώρα, κάποιες έπεσαν θύματα στα χέρια τους κι άλλες βέβαια ήταν αμείλικτες, τύπου Λαίδης Μακμπέθ».

Ο Τζέιμς εκφράζει ανοιχτά τον θαυμασμό του για τον Hunter S. Thompson και αυτό που συχνά αποκαλείται «νέα δημοσιογραφία» (Gonzo journalism). Στο πανεπιστήμιο (Macalester College, στη Μινεσότα) όπου διδάσκει λογοτεχνία ενθαρρύνει τους μαθητές του να παρακολουθήσουν μαθήματα δημοσιογραφίας για να μάθουν να κάνουν σωστή έρευνα. Και η αλήθεια είναι πως η έρευνα που έχει κάνει ο ίδιος για να γράψει αυτό το μυθιστόρημα είναι πρωτοφανής.

Στο βιβλίο του υπάρχουν υπαρκτά πρόσωπα, όπως ο Μάικλ Μάνλεϊ και ο Εντουαρντ Σιάγκα, πρωθυπουργοί της Τζαμάικας, ή ο Ρίτσαρντ Γουέλς, πράκτορας της CIA στην Ελλάδα που σκοτώθηκε το 1975 από μέλη της «17 Νοέμβρη», «μια τρομοκρατική οργάνωση δεύτερης κατηγορίας που εμείς [η CIA] δεν θα στέλναμε ούτε μια εθελόντρια νοσοκόμα να τη διευθύνει» – έτσι αναφέρεται η «17 Νοέμβρη» στο βιβλίο.

Πολλές όμως σημαντικές προσωπικότητες είναι διακριτικά «μεταμφιεσμένες». Η περιοχή της Τζαμάικας όπου εδρεύει η κύρια συμμορία των γκάνγκστερ, οι Κήποι Tivoli, στο βιβλίο μεταμορφώνεται σε Κοπεγχάγη, ενώ οι αρχηγοί της κρύβονται πίσω από ονόματα όπως Πάπα Λο και Τζόσι Γουέλς – το τελευταίο είναι ένα όνομα δανεισμένο από τον τίτλο μιας ταινίας του Κλιντ Ιστγουντ και είναι ενδεικτικό των συχνών αναφορών στη μουσική και τη διεθνή λαϊκή κουλτούρα που κάνει ο Τζέιμς στο βιβλίο.

Ο φόβος

Στην Τζαμάικα ήσουν πάντα σε ένταση-3Του υπενθυμίζω πως ένας από τους χαρακτήρες στο μυθιστόρημα λέει σε έναν άλλον που γράφει βιβλίο για να εξιχνιάσει την απόπειρα δολοφονίας του Μάρλεϊ, «κάνε στον εαυτό σου μια χάρη, αλλά και σε μένα, περίμενε μέχρι να πεθάνουν όλοι και μετά να το δημοσιεύσεις». Μήπως αυτή η προτροπή απευθυνόταν στον ίδιο; «Και βέβαια είχα φόβο. Εμπλέκω τόσους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης των ΗΠΑ και της CIA. Είναι επίσης ένα μυθιστόρημα του Ψυχρού Πολέμου. Αλλοι, όμως, χαρακτήρες είναι καθαρά πλασματικοί. Η δουλειά μου ως μυθιστοριογράφος είναι να επινοώ – δεν ξεκίνησα να γράψω ένα μη μυθοπλαστικό βιβλίο. Επίσης έπρεπε να επινοήσω τι απέγιναν αυτά τα άτομα που πυροβόλησαν τον Μάρλεϊ, γιατί στην ουσία δεν ξέρουμε. Απλώς εικάζω».

Οι εικασίες του, όμως, βασίζονται σε ακράδαντα δεδομένα, γιατί έγραψε ένα πολύ πειστικό βιβλίο. Πώς είναι η Τζαμάικα σήμερα, τον ρωτώ. «Πολύ βαρετή χώρα. Ειρηνική και γαλήνια. Δεν ακούγεται πουθενά. Δεν υπάρχουν όπλα. Δεν υπάρχει κομματισμός». Καλό δεν είναι αυτό, τον ρωτώ. «Δεν λέω, αλλά είναι καθαρή ειρωνεία για ανθρώπους σαν εμένα. Γιατί από αυτό που προσπάθησα να ξεφύγω, το βρίσκω τώρα στην Αμερική. Αν θες να δεις φυλετισμό, πρέπει να πας στην Αμερική».

«Η σύντομη ιστορία επτά φόνων», «Μαύρος πάνθηρας, κόκκινος λύκος» (εκδ. Αίολος, μτφρ. Παναγιώτης Τομαράς).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT