Θάμπωσε το ευρωπαϊκό όνειρο

Ο Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Ντιντιέ Εριμπόν μιλάει στην «Κ» για την άνοδο της Ακροδεξιάς και το νέο του βιβλίο

6' 46" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η λογοτεχνία προσφέρει ανεκτίμητες περιγραφές του κοινωνικού κόσμου και μας επιτρέπει να συλλάβουμε το περίγραμμα της κοινωνικής δομής», λέει στην «Κ» ο φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Ντιντιέ Εριμπόν, με αφορμή το νέο του βιβλίο «Η ζωή, τα γηρατειά και ο θάνατος μιας γυναίκας του λαού» (μτφρ.: Γιάννης Στεφάνου, εκδ. Νήσος). Ο κορυφαίος Γάλλος στοχαστής, που μας πρόσφερε μια ακτινογραφία της ευρωπαϊκής και γαλλικής κοινωνίας με το εμβληματικό «Επιστροφή στη Ρενς» (μτφρ. Γιάννης Στεφάνου, εκδ. Νήσος), ξαναγυρνά με το νέο του βιβλίο στον επισφαλή κόσμο της γαλλικής επαρχίας, προσπαθώντας να ανασυστήσει τη ζωή και το τέλος της μητέρας του. Ο Εριμπόν θέτει και πάλι κοινωνικά θέματα με γνήσιους πολιτικούς όρους και γίνεται η φωνή των ανθρώπων που δεν μπορούν να μιλήσουν για το εαυτό τους.

– Eχουν περάσει 15 χρόνια από την «Επιστροφή στη Ρενς», και από τότε μεσολάβησε μια μεγάλη οικονομική κρίση, η πανδημία και ο πρώτος ευρωπαϊκός πόλεμος του 21ου αιώνα. Η αποδυνάμωση της κοινωνίας που περιγράφετε έγινε εντονότερη;

– Oταν έγραψα την «Επιστροφή στη Ρενς», ήθελα να περιγράψω τις κοινότητες της εργατικής τάξης που διαλύονταν από την αποβιομηχάνιση, την ανεργία και την εργασιακή επισφάλεια. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, η μητέρα μου δούλευε σε ένα εργοστάσιο που απασχολούσε 1.700 ανθρώπους. Τα συνδικάτα εκεί ήταν πολύ ισχυρά, οργάνωναν μακροχρόνιες, μαζικές απεργίες για να αντιπαλέψουν την οικονομική και κοινωνική βία των αφεντικών, να διεκδικήσουν υψηλότερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Οταν έκλεισε το εργοστάσιο, οι εργάτες βρέθηκαν στην πρόωρη συνταξιοδότηση ή στην ανεργία. Η μητέρα μου, που έπαιρνε μέρος σε απεργίες και ψήφιζε αριστερά, βρέθηκε απομονωμένη, όπως και πολλοί άλλοι. Ηταν θυμωμένη, αλλά πια δεν είχε τρόπο να εκφράσει αυτόν τον θυμό. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, που μπορούσε να παρουσιάζεται σαν «το κόμμα της εργατικής τάξης», ουσιαστικά εξαφανίστηκε, και το Σοσιαλιστικό Κόμμα, όπως και τα άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη, μεταστράφηκαν στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα… κι έτσι οι ψήφοι της εργατικής τάξης (με την ευρύτατη έννοια) πέρασαν σταδιακά στην άκρα Δεξιά. Οταν νιώθεις ότι δεν σε αντιπροσωπεύει πια ένα κόμμα, ψηφίζεις ένα άλλο. Και η ψήφος που κάποτε περιστρεφόταν γύρω από ένα ταξικό «εμείς», έγινε μια ψήφος που περιστρέφεται γύρω από ένα εθνικό εμείς («εμείς οι Γάλλοι»). Βλέπουμε σήμερα τα αποτελέσματα αυτής της εγκατάλειψης της εργατικής τάξης από τους σοσιαλδημοκράτες, στη Γαλλία, στη Γερμανία και αλλού.

Θάμπωσε το ευρωπαϊκό όνειρο-1
«Οι πολιτικές λιτότητας έχουν προκαλέσει φτώχεια, εργασιακή επισφάλεια, και θυμό. Ολες οι μελέτες δείχνουν ότι είναι από τους κυριότερους παράγοντες πίσω από την άνοδο της άκρας Δεξιάς», λέει ο Ντιντιέ Εριμπόν.

– Τι θα πει κοινωνική ετυμηγορία; Μπορούμε να πούμε ότι σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι, στην Ευρώπη τουλάχιστον, δεν μπορούν να κατανοήσουν τους μηχανισμούς της κυριαρχίας και είναι σε μεγαλύτερο βαθμό αδιάφοροι;

– Αυτό που ονομάζω κοινωνικές ετυμηγορίες είναι όλες οι κατηγοριοποιήσεις που επιβάλλει ο κοινωνικός κόσμος στα άτομα. Είναι τα δίχτυα που ρίχνουν πάνω μας η ιζηματοποιημένη ιστορία και οι κοινωνικές δομές. Ο κόσμος στον οποίο γεννιόμαστε και ζούμε είναι ένας κόσμος με ιεραρχήσεις, διακρίσεις και τρόπους κυριαρχίας που συγκροτούν το ποιοι είμαστε, ατομικά και συλλογικά. Οι κατηγορίες προηγούνται και μας σημαδεύουν. Ορίζουν το ποιοι είμαστε και τη θέση μας στον κόσμο. Μας αποδίδουν ένα είδος ένταξης σε μια τάξη, σε ένα φύλο, σε μια φυλή, σε μια σεξουαλικότητα, κ.ο.κ. Είναι δύσκολο να «εφεσιβάλουμε» αυτές τις ετυμηγορίες. Τα πολιτισμικά και πολιτικά κινήματα, αλλά και ο θεωρητικός στοχασμός και η λογοτεχνία, είναι τα μέσα που διαθέτουμε για να «εφεσιβάλουμε» και να μεταμορφώσουμε αυτούς τους ορισμούς και μηχανισμούς κυριαρχίας.

– Γιατί χρησιμοποιείτε λογοτεχνικά εργαλεία στο έργο σας;

– Η λογοτεχνία προσφέρει ανεκτίμητες περιγραφές του κοινωνικού κόσμου και μας επιτρέπει να συλλάβουμε το περίγραμμα της κοινωνικής δομής, το γενικό πλαίσιο της πραγματικότητας, και ταυτόχρονα να αγγίξουμε το απείρως μικρό, δηλαδή τις λεπτομέρειες της καθημερινής ύπαρξης, αισθήματα, σχέσεις μεταξύ ατόμων… Αλλά μας προσφέρει επίσης αναλύσεις και θεωρίες που μας επιτρέπουν να σκεφτούμε την κοινωνική πραγματικότητα και τους μηχανισμούς της κυριαρχίας. Αρκεί να διαβάσουμε Τόνι Μόρισον, Τζέιμς Μπόλντουιν, Ζαν Ζενέ, Ασιά Τζεμπάρ, αλλά και τους κλασικούς (από τους Γάλλους, μπορώ να αναφέρω τον Μπαλζάκ, τον Ζολά, τον Προυστ)… Οι μεγάλοι συγγραφείς είναι συχνά και μεγάλοι θεωρητικοί. Στο τελευταίο μου βιβλίο παραθέτω πολλά λογοτεχνικά κείμενα, γιατί, με λίγες σπάνιες εξαιρέσεις, όπως το βιβλίο της Σιμόν ντε Μποβουάρ «Τα γηρατειά», τα θεωρητικά βιβλία έχουν δώσει πολύ μικρή προσοχή στο ζήτημα του γήρατος.

Η ψήφος που κάποτε περιστρεφόταν γύρω από ένα «ταξικό εμείς», τώρα περιστρέφεται γύρω από ένα «εθνικό εμείς».

– Μετά τις φετινές ευρωεκλογές, θεωρείτε ότι ο ευρωσκεπτικισμός και ο εθνικισμός δεν είναι πια απλή έκφραση δυσαρέσκειας, αλλά κάτι πιο δομικό;

– Προσωπικά, ανέκαθεν ήμουν ευρωπαϊστής. Αλλά ονειρευόμουν μια κοινωνική Ευρώπη, μια Ευρώπη του πολιτισμού. Δεν ήρθαν έτσι τα πράγματα. Η Ευρώπη που χτίστηκε μέσα στα χρόνια τείνει να διαλύσει τις δημόσιες υπηρεσίες και την κοινωνική πρόνοια. Οι πολιτικές λιτότητας έχουν προκαλέσει φτώχεια, εργασιακή επισφάλεια, μνησικακία και θυμό. Ολες οι μελέτες δείχνουν ότι οι πολιτικές λιτότητας και η διάλυση των κοινωνικών υπηρεσιών είναι από τους κυριότερους παράγοντες πίσω από την άνοδο της άκρας Δεξιάς. Δεν είναι απλώς βραχυπρόθεσμη δυσαρέσκεια, αλλά μια βαθιά απόρριψη των ευρωπαϊκών θεσμών, της ίδιας της ιδέας της Ευρώπης. Η συνέπεια είναι μια εθνικιστική περιχαράκωση που αποτελεί σοβαρή απειλή για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Είναι προφανές ότι ένας πολιτικός όπως ο Μακρόν, οπαδός του αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού και της βίαιης καταστολής της κοινωνικής διαμαρτυρίας, δεν είναι ο σωτήρας της Ευρώπης, όπως μέχρι πολύ πρόσφατα ισχυριζόταν ο γερμανικός Τύπος! Είναι ο καταστροφέας της. Αυτός έχει ενισχύσει την εκλογική απήχηση της άκρας Δεξιάς. Πριν εκλεγεί, το 2017, είχα γράψει: «Αν εκλεγεί ο Μακρόν, το Εθνικό Μέτωπο θα φτάσει στο 40% μέσα σε πέντε χρόνια». Να που έγινε, κι έχουμε ένα ακροδεξιό κόμμα που είναι πολύ εχθρικό προς την Ευρώπη. Είναι αποτέλεσμα αυτής της βάναυσης πολιτικής της οποίας ηγούνται οι λεγόμενοι «μοντέρνοι» πολιτικοί μας.

– Μήπως η συνήθεια να θεωρούμε τις συντηρητικές δυνάμεις ισχυρότερες, αν όχι ανίκητες, μας εμποδίζει να διατυπώσουμε αναγκαίες και επιτακτικές πολιτικές διεκδικήσεις για την κοινωνία;

– Οι συντηρητικές δυνάμεις είναι πάντα πολύ ισχυρές και κινητοποιούνται ενάντια στην κοινωνική πρόοδο. Πριν από την ψηφοφορία στο κοινοβούλιο σχετικά με το δικαίωμα γάμου για ομόφυλα ζευγάρια, έγιναν στη Γαλλία τεράστιες διαδηλώσεις με εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου ενάντια στο δικαίωμα αυτό. Κι όμως, ό,τι έμοιαζε αδύνατο μέχρι μόλις λίγα χρόνια πριν έγινε πράξη, χάρη στην κινητοποίηση ΛΟΑΤΚΙ οργανώσεων, διανοουμένων και καλλιτεχνών που υποστήριξαν τις διεκδικήσεις τους, και σήμερα, δέκα χρόνια μετά, είναι νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, μπορούμε να πούμε ότι μια ουτοπία έγινε πραγματικότητα. Η ουτοπία μπορεί να γίνει πραγματικότητα όταν υποστηρίζεται από ένα ισχυρό κοινωνικό κίνημα και από μια επιθυμία για ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη.

– Στο νέο σας βιβλίο μια επιστροφή και ένα τέλος γίνονται ξανά αφετηρία για να εγείρετε ένα ζήτημα στον δημόσιο λόγο. Περί τίνος πρόκειται;

– Είναι ένα πολύ προσωπικό βιβλίο για τη ζωή της μητέρας μου, όταν ήταν νέα, όταν ήταν εργάτρια, όταν πήρε σύνταξη, όταν μπήκε σε γηροκομείο, και ταυτόχρονα ένα βιβλίο κοινωνιολογικού και θεωρητικού στοχασμού για την εργατική τάξη, για τα γηρατειά και ευρύτερα για τη δυνατότητα ή την αδυνατότητα να λέμε «εμείς», να συγκροτούμαστε ως συλλογικό και πολιτικό υποκείμενο στη δημόσια σφαίρα. Η μητέρα μου ήταν πολιτικό υποκείμενο όταν ήταν εργάτρια. Επαψε να είναι όταν μπήκε στο γηροκομείο. Είναι μια πολύ δραματική αλλαγή στην ύπαρξη ενός ανθρώπου.

– Θεωρείτε καθήκον σας να γίνεστε η φωνή ανθρώπων που δεν μπορούν να διαπραγματευθούν;

– Η μητέρα μου δεν μπορούσε να μιλήσει για τον εαυτό της επειδή δεν μπορούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι ή να βγει από το δωμάτιό της στο γηροκομείο. Αφηνε απελπισμένα μηνύματα στον τηλεφωνητή μου μες στη νύχτα. Ηταν μηνύματα άκρως πολιτικά, διαμαρτυρόταν για τις συνθήκες ζωής της: ότι δεν υπήρχε αρκετό προσωπικό για να προσέχει τους τροφίμους κ.ο.κ. Ομως τα μηνύματά της είχαν μόνο έναν παραλήπτη: εμένα. Και υπάρχουν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που ζουν σήμερα στις ίδιες συνθήκες που ζούσε εκείνη. Επομένως κάποιος πρέπει να μιλήσει γι’ αυτούς. Στο βιβλίο της η Σιμόν ντε Μποβουάρ έγραφε ότι ήθελε «να κάνει ν’ ακουστεί η φωνή αυτών των απόκληρων». Η προσέγγισή μου είναι συνέχεια της δικής της. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Διανοούμενοι, συγγραφείς και καλλιτέχνες πρέπει να δρουν ως φερέφωνά τους. Αλλιώς, οι φωνές όλων αυτών των ανθρώπων δεν υπάρχουν καν. Κι έτσι αγνοούνται, λησμονούνται. Θέλω η φωνή της μητέρας μου ν’ ακουστεί σήμερα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT