Ετγκαρ Κέρετ στην «Κ»: Δυσκολεύομαι πια να γράψω μυθοπλασία

Ετγκαρ Κέρετ στην «Κ»: Δυσκολεύομαι πια να γράψω μυθοπλασία

Με αφορμή την επέτειο της επίθεσης της 7ης Οκτωβρίου μιλάει για τις συλλήψεις, τον παραλογισμό, τη νέα πραγματικότητα

5' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Αγαπημένη μου μαμά, πέρασαν πέντε χρόνια από τότε που έφυγες, κι εγώ σου γράφω μόλις τώρα. Συγγνώμη που άργησα τόσο πολύ, αλλά περίμενα να έχω καλά νέα να σου πω. Ομως, ποτέ δεν ήρθαν. Θα μπορούσα να σου έχω γράψει για την πανδημία ή για τη μεσσιανική δεξιά κυβέρνηση του Μπέντζαμιν Νετανιάχου, που ποτέ δεν τον άντεχες. Θα μπορούσα να σου έχω γράψει για τη φρικτή σφαγή που έγινε εδώ στις 7 Οκτωβρίου, για τους εκατοντάδες ομήρους που υποφέρουν στη Γάζα και για το πώς ο ίδιος ο Νετανιάχου σαμποτάρει κάθε προσπάθεια συμφωνίας, αποφασισμένος να κρατήσει αυτόν τον άθλιο πόλεμο για πάντα. […]

Κι έτσι περίμενα τα καλά νέα και έλεγα στον εαυτό μου ότι θα σου γράψω όταν οι όμηροι επιστρέψουν στα σπίτια τους, ή τουλάχιστον όταν αυτή η τρομερή κυβέρνηση καταρρεύσει και ο Μπίμπι αναλάβει την ευθύνη για την καταστροφή, αντί να κατηγορεί για την ενίσχυση της Χαμάς τους στρατηγούς, τους ανώτατους δικαστές, ακόμη και τους ίδιους σου τους γιους, που κάθε εβδομάδα βγαίνουν στους δρόμους ζητώντας ισότητα και δημοκρατία, διαμαρτυρόμενοι για την πείνα των κατοίκων της Γάζας και τα πογκρόμ στα παλαιστινιακά χωριά της Δυτικής Οχθης».

Κείμενα εμπειριών

Σχεδόν ένα χρόνο μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, που έβαλε τη σπίθα που αυτή τη στιγμή απειλεί να κάψει όλη τη Μέση Ανατολή, ο Ετγκαρ Κέρετ, ο γνωστότερος σύγχρονος Ισραηλινός συγγραφέας, μας εκμυστηρεύεται ότι δεν γράφει πλέον όπως παλιά. «Εγινε πολύ δύσκολο πια να γράψω μυθοπλασία», μας λέει. Για πρώτη φορά στη ζωή του τους τελευταίους δώδεκα μήνες η λογοτεχνία δεν λειτουργεί γι’ αυτόν σαν βαλβίδα αποσυμπίεσης. Στο εβδομαδιαίο newsletter του κυριαρχούν κείμενα εμπειριών του από τον τελευταίο χρόνο και άρθρα γνώμης. Γράφει και μερικά κείμενα προς δημοσίευση από τα μέσα ενημέρωσης, σαν αυτό που έστειλε στην «Κ», αποσπάσματα του οποίου φιλοξενούμε. Είναι ένα γράμμα προς τη μητέρα του, που έχασε πριν από πέντε χρόνια, στο οποίο κάνει έναν σύντομο απολογισμό του τελευταίου χρόνου.

Στο παράθυρο της βιντεοκλήσης μας φαίνεται κάπως κουρασμένος, το βλέμμα του όμως παραμένει αεικίνητο και ο λόγος του πυκνός και χειμαρρώδης. «Είμαι όσο καλά μπορεί να είναι κανείς», μου λέει. «Αυτή η χρονιά μοιάζει σαν μια μεγάλη μέρα. Πρόσεξα πως, παρότι πριν από λίγες ημέρες ήταν η Πρωτοχρονιά των Εβραίων, οι άνθρωποι δεν στέλνουν ευχές όπως συνήθιζαν. Η διάθεση είναι τόσο κακή, που κανείς δεν θέλει να γιορτάσει».

Σ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο φαίνεται ότι καμία πλευρά δεν έχει κάποιο πλάνο, εκτός από το να προκαλέσει περισσότερο πόνο στην άλλη πλευρά.

Οπως γράφει στο γράμμα για τη μητέρα του, είναι «ένας χρόνος που φάνηκε ατελείωτος σαν την αιωνιότητα και άγονος σαν την έρημο και στο τέλος του βρισκόμαστε δίπλα σε έναν σωρό από πτώματα, χωρίς καμία κατανόηση της κατάστασης και χωρίς ίχνος ελπίδας. Τα Μέσα μάς ενημερώνουν για το μνημόσυνο της 7ης Οκτωβρίου. Η τελετή, μας λένε, θα βιντεοσκοπηθεί χωρίς κοινό, από φόβο μην ξεσπάσουν διαμαρτυρίες. Θα είναι μαγνητοσκοπημένη, αποκομμένη από τον χρόνο και τους ανθρώπους, όπως ακριβώς και η παράλογη κυβέρνηση που τη σχεδίασε. Μια τελετή μνήμης ενώ υπάρχουν ακόμη όμηροι στη Γάζα, είναι το ίδιο ακατανόητη όσο και ένα μνημόσυνο για τα θύματα του Ολοκαυτώματος εν μέσω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ ο καπνός βγαίνει ακόμη από τα κρεματόρια».

Ο ίδιος είναι στο σπίτι του, στο Τελ Αβίβ. Εξω στους δρόμους η ζωή συνεχίζεται, ανάμεσα σε σειρήνες, βομβαρδισμούς και κηδείες. «Νομίζω ότι διαρκώς υπάρχει μια αντίφαση. Μπορείς να δεις μια γυναίκα να τσακώνεται με κάποιον στο σούπερ μάρκετ για την τιμή της ντομάτας και να βρίζονται και όλα μοιάζουν πολύ φυσιολογικά. Μετά ακούγονται οι σειρήνες και τρέχουν να κρυφτούν μαζί και αυτός τη βοηθάει και την παρηγορεί και μετά τελειώνει ο συναγερμός και επιστρέφουν και συνεχίζουν να βρίζουν ο ένας τον άλλον και να μιλούν για τις ντομάτες. Και δεν ξέρεις ποιος κόσμος είναι ο αληθινός κόσμος. Ο κόσμος στον οποίο είσαι τρομοκρατημένος και αβοήθητος ή ίσως ο κόσμος που παίζεις με το κατοικίδιό σου και τσακώνεσαι για τις ντομάτες;».

Παρότι δυσκολεύεται πια να τις πλάθει, συνεχίζει να αγαπά τις ιστορίες, να τις ακούει και να τις μοιράζεται. «Πήγα τις προάλλες σε μια φιλανθρωπική εκδήλωση. Οταν ήρθε η ώρα να φύγω, μου είπαν ότι πρέπει να περάσω μέσα από ένα κλαμπ που υπήρχε στο ισόγειο. Μπαίνω λοιπόν στο κλαμπ και ξαφνικά νομίζω ότι είμαι στη Νέα Υόρκη· όμορφα νέα παιδιά, κορίτσια και αγόρια, μεθυσμένα, φαίνονται χαρούμενα, σαν να έχουν βγει από διαφήμιση. Και ξαφνικά ένας νεαρός, πολύ ψηλότερος από μένα, πολύ όμορφος, γύρω στα 22, φοράει ποδιά σερβιτόρου, με αναγνωρίζει και μου ζητάει να με συνοδέψει μέχρι έξω. Βγαίνω έξω μαζί του και μου λέει: “Πριν από 10 μέρες επέστρεψα από τετράμηνη θητεία στη Γάζα. Εκεί, μας έφεραν βιβλία για να περνάμε την ώρα μας. Κι εγώ πήρα ένα δικό σου βιβλίο και, όταν το διάβασα, είπα στον εαυτό μου πρέπει να το θυμάσαι αυτό, έτσι ήταν πριν από τον πόλεμο, έτσι ήταν όταν ήμασταν άνθρωποι, να το διαβάζεις κάθε μέρα και να θυμάσαι”. Και μου είπε, “το διαβάζω όπως διαβάζει κανείς μια προσευχή. Σε ευχαριστώ που μου θύμησες ότι υπάρχει ακόμη ένα μέρος του εαυτού μου που θα το συναντήσω μια μέρα”. Αλλά το τρελό είναι ότι όταν τον είχα δει, μόλις λίγα λεπτά νωρίτερα, μου φαινόταν τελείως αποσυνδεδεμένος από την πραγματικότητα που ζούμε και μετά, όταν του μίλησα, συνειδητοποίησα ότι είναι η πραγματικότητα». Λίγες ημέρες αργότερα επισκέφθηκε στο νοσοκομείο ένα 20χρονο αγόρι. «Εχασε το ένα πόδι του στις συγκρούσεις. Και μου λέει, “δεν είχα κορίτσι όταν είχα δυο πόδια, τώρα τι πιθανότητες έχω;”. Ηταν αφελές και σπαρακτικό. Κι εγώ ακούω όλες αυτές τις ιστορίες και ως ένας άνθρωπος που λέει ιστορίες δεν μπορώ να τις κατανοήσω, μπορώ μόνο να τις μεταφέρω, να τις πω στους άλλους».

Πρόσκαιρος φόβος

Παραδέχεται ότι φοβάται. «Οταν γίνονται επιθέσεις και είσαι στη μέση του δρόμου και γίνονται εκρήξεις πάνω από το κεφάλι σου, είναι πολύ τρομακτικό. Είναι όμως ένας πρόσκαιρος φόβος. Ο πραγματικός μου φόβος είναι η χώρα να χάσει την ταυτότητά της, η κοινωνία να χωριστεί σε δυο ομάδες που δεν μπορούν να ζήσουν μαζί. Εγώ από τότε που γεννήθηκα είμαστε σε πόλεμο με τους γείτονές μας, είναι μια κατάσταση που έχω συνηθίσει, αλλά δεν έχω συνηθίσει οι άνθρωποι που είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί μου και η μεγαλύτερη απειλή να είναι η αστυνομία της χώρας μου. Τους τελευταίους μήνες ο αδερφός μου συνελήφθη δυο φορές, η γυναίκα μου χτυπήθηκε με κανόνι νερού, ο καλύτερός μου φίλος συνελήφθη, του φόρεσαν χειροπέδες και τον έβαλαν με τις κλωτσιές σε ένα βαν, η 19χρονη κόρη του γείτονά μου συνελήφθη και την παρενόχλησαν σεξουαλικά οι αστυνομικοί. Για μένα αυτή είναι μια απειλή που δεν γνώριζα, είναι σαν να ζω σε μια δικτατορία». Και καταλήγει: «Το πρόβλημα είναι ότι η Χαμάς και η Χεζμπολάχ είναι τρομοκρατικές οργανώσεις, δεν έχουν στρατηγική, η στρατηγική τους είναι να διαταράξουν την καθημερινότητα, αλλά ούτε η κυβέρνηση του Ισραήλ έχει στρατηγική. Σε αυτόν τον φαύλο κύκλο φαίνεται ότι καμία πλευρά δεν έχει κάποιο πλάνο, εκτός από το να προκαλέσει περισσότερο πόνο στην άλλη πλευρά».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT