«Πιστεύω στις αξίες των ανθρώπων»

7' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Πιστεύω στις αξίες των ανθρώπων»
«Πιστεύω στις αξίες των ανθρώπων»-1

Της Γιωτας Συκκα

Εχει δοκιμάσει όλα τα είδη του θεάτρου, έχει γνωρίσει τη γοητεία

αλλά και την κακή πλευρά των ομάδων, τη λάμψη των εμπορικών αλλά

και τον πόλεμο της μαρκίζας, την αγωνία να είναι ο ίδιος καλός

παραγωγός με έργα και παραστάσεις που συζητήθηκαν. Στο κατώφλι των

60 ετών, ο Δημήτρης Πιατάς παίζει έναν «αποκαλυπτικό Γκολντόνι» στο

Εθνικό Θέατρο, όπου επιστρέφει συχνά αλλά για πρώτη φορά στην

κεντρική του σκηνή, εκεί όπου έδωσε εξετάσεις πριν από

δεκαετίες.

«Η τριλογία του παραθερισμού» τού αποκάλυψε πλευρές του Bενετού

κωμωδιογράφου που δεν είχε επισημάνει και σε μας, αυτό που

βιώνουμε. «Το κακό που ξεκίνησε από μια λανθασμένη ευμάρεια

συνεχίστηκε με την ανάδειξη του λάιφ στάιλ ως τρόπου ζωής, τον

καταναλωτισμό ως πάθος, τον δανεισμό και ύστερα την πτώχευση».

«Η μανία του παραθερισμού», «Οι περιπέτειες του παραθερισμού»

και «Το τέλος του παραθερισμού» σε ένα ενιαίο έργο -με τη θέση και

τη σφραγίδα του Νίκου Μαστοράκη- είναι «ο καθρέφτης της σημερινής

Ελλάδας». Είμαστε εμείς, λέει ο Δ. Πιατάς. «Ξεκινήσαμε ως μια

ευχάριστη κωμωδία, συνεχίσαμε κλείνοντας τα μάτια στο αδιέξοδο και

καταλήξαμε στην έκρηξη».

Ακρατος καταναλωτισμός και φθορά το θέμα του έργου. Κι αν δεν

ανεβαίνει συχνά, είναι γιατί μόνο κρατικές σκηνές μπορούν να το

υποστηρίξουν. «Εργο πρωταγωνιστών. Καθένα πρόσωπο έχει σημαντικό

ρόλο, διεκδικεί την παρουσία ενός ηθοποιού και φέρει ένα ειδικό

βάρος. Κι εδώ συναντιόμαστε διαφορετικές σχολές και γενιές. Η

παρουσία της κ. Λυμπεροπούλου είναι τιμή για μένα. Κουβαλάει όλη

την αξία και την αίγλη της μεγάλης σχολής του Θεάτρου Τέχνης, ενώ

τα νεότερα παιδιά, όπως ο Περλέγκας και η Σαουλίδου, τη δική

τους».

Δεν έχω τη ματαιοδοξία του επώνυμου ρόλου. Μου αρέσουν οι

δουλειές συνόλου κι έτσι έμαθα από το ξεκίνημά μου στις ομάδες. Το

Αμφιθέατρο ήταν η αρχή κι έκτοτε, οποιαδήποτε ατομική επιτυχία ήταν

ερήμην μου. Το θέατρο είναι δουλειά πολλών, δεν πρέπει να το

ξεχνάμε. Οι παλιοί θεατρίνοι όταν τσακώνονταν έλεγαν: «θα τα πούμε

στη σκηνή». Μου αρέσει αυτή η αργκό του θεάτρου: θα κοντραριστούμε

στο σανίδι. Σήμερα λέμε θα τα πούμε στο Facebook, στα blogs, στο

μπαρ αργά, οπουδήποτε, αλλά όχι στη σκηνή. Η συνάντηση δύο ανθρώπων

που έχουν ρήξη αλλά και εκτίμηση μεταξύ τους δεν γίνεται στον

εργασιακό χώρο, αλλά σε ένα αμφιλεγόμενο.

Αισθάνομαι λίγο των… σπηλαίων. Ανήκω στην παλιά κατηγορία. Δεν

έχω Facebook. Λένε ότι είναι συνήθεια των αργόσχολων. Δεν το

πιστεύω, ξέρω πολλούς που δουλεύουν σκληρά και ασχολούνται και με

αυτό.

Είδε το θέατρο του αύριο. Δεν είμαι θεωρητικός του θεάτρου. Ούτε

ειδικός του Γκολντόνι. Στα έργα του παρουσιάζει χαρακτηριστικές

φυσιογνωμίες της μεσαίας τάξης του καιρού του με πολλά στοιχεία και

από τους χαρακτήρες της κομέντια ντελ άρτε. Ομως, μέσα από την

«Τριλογία του παραθερισμού» μού αποκαλύφθηκε ως πρώιμος Τσέχοφ.

Είδε και το μετά θέατρο. Και το αύριο του Γκολντόνι που ήταν το

αύριο του Τσέχοφ είναι το σημερινό θέατρο.

Στο χείλος της πτώχευσης είμαστε και εμείς. «Η τριλογία του

παραθερισμού» ξεγυμνώνει αποκαλυπτικά μια κοινωνία που είναι

μικρογραφία της ελληνικής οικονομικής κατάστασης. Βλέπουμε πολλά

στοιχεία του εαυτού μας. Ο Γκολντόνι καυτηριάζει με χιούμορ και

ειρωνεία το πάθος των συμπατριωτών του για προβολή και κοινωνική

αναγνώριση. Στην περίπτωσή μας, βέβαια, η οικονομική κατάρρευση δεν

είναι μιας οικογένειας, αλλά ενός ολόκληρου κράτους. Με πολλές

ατομικές ευθύνες. Κακό κράτος σημαίνει και κακός πολίτης. Αφεθήκαμε

στην ιστορία της έκπτωσης. Κανείς δεν μας πίεσε να υπερβάλουμε.

Η αισθητική του κιτς έχει σχέση με όλα αυτά. Τον νεοπλουτισμό

και τον ξεπεσμό. Στην παράσταση, ο Νίκος Μαστοράκης το υπογραμμίζει

με το στοιχείο της πασαρέλας, της επίδειξης με ένα ενδυματολογικό

παιχνίδι. Πασαρέλα δεν είναι μόνο τα μοντέλα, αλλά και η ζωή της

επίδειξης, που, βέβαια, είναι στην ανθρώπινη ματαιοδοξία, αλλά όταν

γίνεται αυτοσκοπός, δείχνει μεγάλη κενότητα. Αυτό που έχει η χώρα

μας και κάποια πρόσωπά της.

Tο 10% των καλλιτεχνών δουλεύει

Δεν έχω σχέση με τον καταναλωτισμό. Ζω μέσα σε αυτόν, τον

απολαμβάνω, όμως δεν είναι ανάγκη, αλλά εφεύρημα. Για να στηθεί μια

αγορά και μια οικονομία, μόνο που συχνά πέφτουμε στην παγίδα.

Περιλαμβάνει το κιτς γιατί στηρίζεται στην έκπληξη και στο να

μπορέσει να εντυπωσιάσει. Κουβαλάει την επικινδυνότητα του κακού

γούστου. Σπάνια εντυπωσιάζομαι από μια βιτρίνα, δεν τις προσέχω.

Αρα είμαι πιο πλούσιος και αυτάρκης. Χωρίς να σημαίνει ότι δεν έχω

δεινοπαθήσει από τα οικονομικά προβλήματα που μας ταλανίζουν

όλους.

Ξιπασιά και νεοπλουτισμός. Αν η αιτία της οικονομικής

κατάρρευσης ήταν μόνο αυτές οι συνήθειες του μέσου Eλληνα, ίσως

είχαμε βρει τον τρόπο να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Eχει σχέση με

τη στέρηση του πεινασμένου που του λείπει η αισθητική, η κουλτούρα

και το παρελθόν.

Δεν μας κολακεύει, αλλά οχυρωθήκαμε πίσω από την ατάκα «είμαστε

απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων» και ξεχάσαμε πότε σηκώσαμε τη σημαία

και δηλώσαμε κράτος. Να δεχθώ ότι παρασυρθήκαμε, ότι υποκύψαμε σε

κάποιους πειρασμούς, ότι μας χρησιμοποίησαν -αυτή η περίφημη

συνωμοσιολογία που τόσο μας αρέσει- και τελικά βρεθήκαμε στη δίνη

του οικονομικού κυκλώνα για να ανακαλύψουμε τα σπρεντς. Είμαστε μια

χώρα υπερβολής.

Κρίση και κουζίνα, δεν το χωράει ο νους μου. Στο πικ του

οικονομικού χάους, με συνταξιούχους και μισθωτούς να δυσκολεύονται,

να χάνουν την αξιοπρέπειά τους, με ένα Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

να καταστρατηγεί ό, τι κέρδισαν οι πατεράδες μας, η τηλεόρασή μας

ασχολείται με τους σεφ. Θεωρούν ότι η κυρία Μαρία στο Νευροκόπι

πρέπει να ξέρει πως η πατάτα γεμιστή με καβούρι, σουίτ τσίλι και

σος ρόκας είναι ό, τι καλύτερο πριν πιει τσίπουρο. Το οποίο δεν το

λέει πια έτσι ούτε ρακί, βέβαια, αλλά γκράπα. Τόσος προβληματισμός

για το αν θα πετύχει τη συνταγή με γλυκοπατάτα, μύτες σπαραγγιών

και παρμεζάνα. Συγγνώμη, αλλά το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να

γελάω. Η τηλεόραση ήταν πάντα ένας προθάλαμος. Στην Ελλάδα, όμως,

έγινε σαλόνι.

Ενας κωμικός χαμένος στον κόσμο της υπερβολής. Αισθάνομαι και

προνομιούχος που βρίσκομαι στην κάλυψη του Εθνικού Θεάτρου, αν και

κακοπληρωμένος. Υπάρχουν κι άλλοι σε χειρότερη κατάσταση. Ομως, η

ιστορία του πολιτισμού στη χώρα μου μοιάζει με φιλοδώρημα

σερβιτόρου. Το θέατρο διεκδικεί κρίση για να υπάρξει. Οι νέες

ομάδες παλεύουν στα υπόγεια. Τα παρακολουθώ από κοντά γιατί έχω τη

μικρή μου κόρη σε μία απ’ αυτές που δουλεύουν μήνες για να

ανεβάσουν Μαριβό. Βιώνω την ανάγκη τους να εκφραστούν σε μια άνυδρη

χώρα. Βλέπω ομοιότητες με τη δική μου γενιά. Μόνο που τα παιδιά

σήμερα έχουν περισσότερη ποιότητα απ’ ό, τι εμείς τότε. Η ανεργία

στην τέχνη δεν καταγράφεται λόγω της ιδιαιτερότητας του

επαγγέλματος, ωστόσο πιστεύω ότι μόνο το 10% δουλεύει. Το 90% των

καλλιτεχνών βιώνει την κρίση σε όλα τα επίπεδα.

Ηθοποιός σε δύσκολη εποχή. Ετσι ξεκίνησα όταν τελείωσα το 1972

τη σχολή του Εθνικού. Είχαμε χούντα, αστυνομοκρατία, λογοκρισία,

αγριότητα. Διέξοδός μας ήταν οι ομάδες. Ξεκίνησα ως ιδρυτικό μέλος

του Αμφιθεάτρου και στη συνέχεια βρέθηκα στο Ελεύθερο Θέατρο, στο

Αλσος Παγκρατίου, στην παράσταση «Σιγά τον πολυέλαιο». Τα όπλα μας

για να αντιμετωπίσουμε την εποχή -διεκδικώντας το λαϊκό θέατρο κι

αυτό που ονειρευτήκαμε μέσω του Μπρεχτ- ήταν τότε η επιθεώρηση.

Ζούμε πάλι την εποχή των ομάδων μόνο που τώρα τα παιδιά έχουν

άλλη εκπαίδευση, άλλη παιδεία, ζητούν άλλους τρόπους επικοινωνίας.

Η αναζήτησή τους βρίσκει κοινό. Η κρίση, πάντως, δεν αφορά τα

παιδιά, αλλά εμάς. Δεν ξέρουμε τη φθορά μας.

Δεν είναι καιρός να γίνει ένα 1789;

Να σταματήσει το ανέκδοτο της επιχορήγησης. Οι δουλειές που

έκανα στο θέατρο -όχι όταν έπαιζα σε άλλα σχήματα- ήταν χωρίς

επιχορήγηση και δόξα τω Θεώ, δεν χρωστάω σε κανένα συνεργάτη. Μπορώ

να τους κοιτάζω στα μάτια, εν αντιθέσει με αρκετούς

επιχορηγούμενους θιάσους που χρωστούν πολλά. Εχει σχέση με το

προσωπικό νοικοκυριό μας και όχι με το αν αγκαλιάζει η πολιτεία το

θέατρο. Η πολιτεία αντιμετωπίζει πάντα την τέχνη ευκαιριακά και

πελατειακά. Ο υπουργός Πολιτισμού Π. Γερουλάνος μίλησε για βαριά

βιομηχανία του πολιτισμού. Οταν το ακούω αυτό από έναν υπουργό με

τρομάζει. Τον πολιτισμό τον καθορίζουν τα πρόσωπα, όχι τα

υπουργεία. Οι επιχορηγήσεις δεν προσέφεραν τίποτα παραπάνω από το

να μας κάνουν δέσμιους και να μας φιμώσουν. Η ιστορία τους δεν είχε

σχέση με την πρόθεση των πολιτικών και του κράτους να υποστηρίζουν

τον πολιτισμό, αλλά για να δικαιολογήσουν ένα υπουργείο που θα

καλύψει τις θέσεις εργασίας. Ετσι ήταν όλοι οι πολιτικοί. Το

πρόβλημα δεν είναι ιδεολογικό, αλλά σύγκρουσης συντεχνιών.

Οδηγούμαστε σε κάποιο μεσαίωνα. Ονειρεύομαι να δω μια συντεχνία

να παράγει πολιτισμό. Οχι από καλλιτέχνες, αλλά από άλλους χώρους.

Σκέφτομαι τη σκηνή από το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Σαίξπηρ

που η συντεχνία ξυλοκόπων παρουσιάζει ένα θεατρικό έργο με πρόβες

στο δάσος. Ονειρεύομαι το «Κλουβί με τους… τρελούς» να ανεβεί από

το σωματείο της «Αττικό Μετρό» ανάμεσα στη διαδρομή Πλακεντίας –

Πειραιάς. Γι’ αυτό λέω ότι οι συγκρούσεις είναι μεταξύ συντεχνιών.

Μαλώνουν οι γιατροί, οι φαρμακοποιοί μεταξύ τους. Αυτός ο μεσαίωνας

περνάει παντού. Πάνω απ’ όλα στην πολιτική. Ομως, σε μια χώρα που

δεν έκανε αστική επανάσταση -η Ευρώπη την έκανε αιώνες πριν-, δεν

είναι καιρός να γίνει ένα 1789; Αναζητούμε τον Ροβεσπιέρο και τον

Δαντόν. Πρέπει να δούμε την εικόνα μας. Αν δεν μπορείς να δεις τον

εαυτό σου στον καθρέφτη, ότι είσαι κοντός, χοντρός με γουρλωτά

μάτια και να το αποδεχθείς, δεν μπορείς να μιλάς με κανένα. Για να

ζητάς κάτι καλύτερο, πρέπει πρώτα να αποδεχθείς τι πραγματικά

είσαι.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT