Τα αγάλματα που «στο φεγγάρι λυγίζουν κάποτε σαν το καλάμι» και μας μιλούν με τη σιωπή του

Τα αγάλματα που «στο φεγγάρι λυγίζουν κάποτε σαν το καλάμι» και μας μιλούν με τη σιωπή του

Κύριε διευθυντά

Στον απόηχο της έκθεσης της UNESCO για την Ακρόπολη και ανάμεσα στις ηχηρές διαμαρτυρίες για τον νόμο ανεξαρτητοποίησης των 5 μεγάλων μουσείων, ήλθε στα χέρια μου το έργο του S. Freud: Μια διαταραχή μνήμης στην Ακρόπολη, που «συνοδεύεται από ένα όνειρο του Γ. Σεφέρη» (Αγρα 2021).

Δεν είμαι ειδική να μιλήσω για τη διαταραχή και στόχος μου δεν είναι η σχέση: όνειρο – εφιάλτης του Σεφέρη με την Ακρόπολη.

Το προμήνυμα του Ποιητή είναι σαφές και έγκαιρο, έχει να κάνει με την αλλοίωση και την καταστροφή, την αποξένωσή μας από το πνεύμα του τόπου και των πραγμάτων. Το δικό μου ταπεινό «όνειρο» είναι δευτερογενές και ήλθε δύο νύχτες μετά την ανάγνωση του παραπάνω ποιήματος.

Η «αυθεντία» του δικού μου ελέγχεται, αλλά θα παρακαλούσα να μην αμφιβάλλει κανείς για την ειλικρίνεια του υποσυνειδήτου και την ικανότητά του να βρίσκει λύσεις, ακόμη και στο ανέφικτο. Πιστεύω επίσης ότι δεν θα αμφισβητηθεί και η καλή σκοπιμότητα της δημοσίευσής του. Ούτως ή άλλως, παραθέτω:

Τη νύχτα που ακολούθησε την Ημέρα των Μουσείων, κατάκοποι από την κούραση των ξεναγήσεων, κοιμηθήκαμε, λέει, σε ειδικούς μουσειακούς υπνόσακους. Και τι να… δούμε!!!

Στα γραφεία των νέων Δ.Σ. που είχαν εγκατασταθεί στα μουσεία, την ώρα που επρόκειτο να αρχίσει η συνεδρίασή τους, στις καρέκλες, αντί για τα γνωστά-άγνωστα μέλη και την ιεραρχία τους, είχαν καθίσει δημοκρατικότατα τα ίδια τα αγάλματα…

Ω, ναι, σωστά διαβάζετε, κι εγώ σωστό το βρήκα.

Με τη διαμάχη των δύο πλευρών στην κορύφωσή της και την ανταλλαγή αιχμών εκατέρωθεν, αγανακτισμένα τα αγάλματα είχαν αποφασίσει ομόφωνα να πάρουν, εκείνα, τη διοίκηση των μουσείων στα χέρια τους. Κομμένα ή μη, δεν έχει σημασία, χέρια είναι.

Ο πανικός που ακολούθησε δεν περιγράφεται. Από τη Μάχη του Μαραθώνα είχε να εμφανιστεί ο Πάνας σε τέτοια φόρμα. Και η Αθηνά μαζί του. Ο πόλεμος συνεχιζόταν, λέει, για μέρες. Ωσπου ακούστηκε η γνώριμη φωνή του Ποιητή, να βάλει τα πράγματα στη θέση τους: Καθώς βλέπει τα αγάλματα να στάζουν αίμα, διανέμει κόντρα ρόλους, βέβαιος ότι τα αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια. Είμαστε εμείς. Ολοι εμείς, πασίγνωστο.

Και η ερώτηση, ρητορική, στον Walter Benjamin και όχι μόνο. Ποιος Angelus Novus θα βρεθεί να συγκολλήσει τα σπασμένα; (Ποιος τα πληρώνει, ξέρουμε). Εδώ δεν χρειάζονται συντηρητές, ούτε διαχειριστές. Δεν ξέρω, ίσως λείπουν πρακτικοί διανοητές, ικανοί να προλαβαίνουν τα αδιανόητα και να διαβλέπουν τις συνέπειες.

Και πάλι ο Ποιητής: Ακουσε ακόμη τούτο. Στο φεγγάρι τα αγάλματα λυγίζουν κάποτε σαν το καλάμι… Σε κυνηγούν, πώς δεν το βλέπεις;

Πώς δεν το βλέπουμε, επιτέλους, τόσα χρόνια, όλοι μας;

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT