Ελληνική γλώσσα και ιατρικοί όροι

Κύριε διευθυντά

Κάθε καλοκαίρι συνδέεται (σχεδόν) αντανακλαστικά στον νου με τις χαλαρές διακοπές στα νησιά και τα ξένοιαστα ξενύχτια, αν και ομολογουμένως σε περιόδους κρίσεως, οικονομικής και πέραν αυτής, ο στιχουργός που μνημονεύει το «μπαλκονήσι» στα άσματά του φαίνεται μάλλον να δικαιώνεται. Ωστόσο, κάποια άλλα «νησιά» απασχολούν τη ζωή μας χειμώνα-καλοκαίρι, και αυτά δεν είναι άλλα από… τα «νησίδια του Langerhans». Πρόκειται, ουσιαστικά, για την ενδοκρινική μοίρα του παγκρέατος που παράγει την ινσουλίνη και άλλες ορμόνες που ευθύνονται για τον μεταβολισμό της γλυκόζης στο σώμα μας. Οσο, όμως, και αν φαίνεται οξύμωρο, στην περίπτωση αυτή είναι η γλώσσα που «περικυκλώνει» τον διαβήτη, δηλαδή την απορρύθμιση του μεταβολισμού της γλυκόζης και όχι το αντίστροφο, όπως π.χ., στα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Ας δούμε παρακάτω το πώς και γιατί, αφού, όπως αναφέρει και ο Ελύτης, «Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική· το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου».

Κατ’ αρχάς, η λέξη σακχαρώδης διαβήτης, γνωστή στο ευρύ κοινό με τη φράση «έχω ζάχαρο», χρησιμοποιείται από την ιατρική κοινότητα για να περιγράψει την παρουσία της γλυκόζης στα ούρα που, ως αποτέλεσμα, δίνει χαρακτηριστική χροιά και οσμή σε αυτά.

Ο παραπάνω όρος αντιδιαστέλλεται από άλλες μορφές διαβήτη, όπως ο άποιος διαβήτης, όπου υπάρχει παθολογική διάβαση ύδατος μέσα από το ουροποιητικό σύστημα λόγω έλλειψης της ορμόνης που συμπυκνώνει τα ούρα (αντιδιουρητική ορμόνη) και όπου δεν υπάρχει καμία ιδιάζουσα χροιά ή οσμή («άποιος»).

Παράλληλα, ένα λιγότερο γνωστό ζήτημα είναι αν είναι ορθότερο να αναφερόμαστε στην «υπογλυκαιμία» ή «υπογλυχαιμία», με τον ίδιο τρόπο που τίθεται ζήτημα για τη «λευκαιμία» ή «λευχαιμία». Σε ένα πρόσφατο άρθρο μας είχαμε υποστηρίξει ότι ο πατέρας της Παθολογικής Ανατομίας, της επιστήμης που μελετά μέσω μικροσκοπίου τους ιστούς του ανθρωπίνου σώματος όταν αυτοί νοσούν, συνδύασε τις αρχαίες ελληνικές λέξεις για το λευκό και το αίμα για να σχηματίσει το «Leukämie». Παρά ταύτα, η λέξη λευκαιμία ήταν ανορθόγραφη από την αρχή της. Και τούτο γιατί στην ελληνιστική εποχή, τα πολυτονικά διακριτικά ενσωμάτωσαν τόνους για να διευκολύνουν την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Λέξεις όπως το αίμα σημειώνονταν με δασεία (‘), υποδεικνύοντας τραχιά αναπνοή και αντιστοιχούν σε ήχο /h/ πριν από το πρώτο γράμμα. Εντούτοις, το /ai/ στα ελληνικά αντιστοιχεί στο /ae/ στα αγγλικά (haema). Για να παραχθούν εύγλωττες σύνθετες λέξεις που περιέχουν σύμφωνα στο τέλος της πρώτης λέξης (π.χ., /k/ στη λέξη λευκο-), το τελευταίο γράμμα έδωσε τη θέση του στο /h/ στην αρχή της δεύτερης λέξης. Για ανάλογους, επομένως, λόγους, θα ήταν ορθότερο να αναφερόμαστε στην «υπογλυχαιμία» και όχι στην «υπογλυκαιμία».

Θα ήταν ευχής έργον να υπήρχε μια συστηματικότερη καταγραφή των γλωσσολογικών ζητημάτων που αφορούν τις ιατρικές παθήσεις, έστω και ως μια έμμεση αφορμή για την αγωγή και προαγωγή της υγείας. Αλλωστε, αν επιχειρήσουμε να ενώσουμε με λογοτεχνικό τρόπο τη γλωσσολογία με τον σακχαρώδη διαβήτη και ιδίως τα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας (γλυκοπενία), θα επικαλεστούμε και πάλι τον νομπελίστα ποιητή μας: «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα μαύρα ρίγη».

Θανάσης Γ. Παπαβασιλείου
Καθηγητής Βιολογικής Χημείας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών

Αλέξιος-Φώτιος Μεντής
Ιατρός – δρ Ιατρικής, επιστημονικός συνεργάτης Εργαστηρίου Βιολογικής Χημείας Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT