Ο έντυπος λόγος και τα fake news

Κύριε διευθυντά

Δικαιούται η έγκριτη δημοσιογραφία να αμφιβάλλει για τον εαυτό της; Αισθάνεται περικυκλωμένη από ιντερνετικά πολυμέσα σε συνεχή εξέλιξη; Αισθάνεται ότι δεν επικοινωνεί ουσιαστικά με το κοινό στο οποίο απευθύνεται; Αισθάνεται περιθωριοποιημένη από την αμεσότητα και την πίεση των social media, τη συνεχή διαδραστική τους μετάλλαξη από αναφορές γεγονότων και ρεπορτάζ σε επιπόλαιη/ανακριβή/ψευδή έκφραση απόψεων και fake news; Αισθάνεται ότι δεν πείθει για την αληθινή αλήθεια και ότι συνεχώς περιορίζεται η εμβέλεια και το κύρος της;

Ο Ντάνμπαρ Τζόνσον των New York Times θεωρεί την εφημερίδα που διευθύνει «παραδοσιακή» και τους τρόπους συνομιλίας της με το σύγχρονο, τεχνολογικά «savvy» κοινό στο οποίο απευθύνεται απολύτως θεμιτούς, ιδιαίτερα μάλιστα αν αποδίδουν οικονομικά οφέλη. Η συζήτησή του μαζί σας στην «Κ» της 1ης Οκτωβρίου πείθει για την ευρύτητα και πολυπραγμοσύνη των εκδοτικών ασχολιών του που απευθύνονται ίσως στο πλέον απαιτητικό διεθνές κοινό ημερήσιας εφημερίδας. Αλλά δεν πείθει ούτε για την απολύτως αναγκαία υψηλή ποιότητα δημοσιογραφικής έρευνας και εργασίας, ούτε για την πλεονεκτική θέση του έντυπου λόγου έναντι όλων των άλλων ηλεκτρονικών πολυμέσων.

Και εξηγούμαι: η υψηλής ποιότητας δημοσιογραφία πείθει για τα γεγονότα, τις απόψεις, τα δίκαια τα οποία περιγράφει ακριβώς επειδή έχει κάνει καλά τη δουλειά της και εκφράζεται με σαφήνεια – δεν κουτσομπολεύει, δεν εξυπηρετεί αλλότριους σκοπούς. Ο έντυπος λόγος της εφημερίδας ή του περιοδικού που κρατάμε στα χέρια μας προσφέρει σε εμάς, τους αναγνώστες, τη βασική δυνατότητα της έγκυρης αναδρομής, της περίσκεψης, του διαλόγου με βάση τη (συνήθως επώνυμη) δημοσιογραφία. Αναφέρομαι βέβαια πάντοτε σε φιλελεύθερες δημοκρατικές χώρες όπου τα κριτήρια της καλής δημοσιογραφίας –αν και δεν παύουν να την καθιστούν κατά καιρούς επικίνδυνο επάγγελμα– ενθαρρύνουν τον δημόσιο διάλογο, προστατεύονται από θεσμικούς παράγοντες και αξιολογούνται από το νοήμον κοινό που ενδιαφέρεται για τα κοινά.

Κατανοώ τον άμεσο αντίλογο ορισμένων ότι μάλλον επικαλούμαι ιδανικές και ίσως εξαιρετικές καταστάσεις. Η απάντηση είναι προφανής: η καλή δημοσιογραφία οφείλει να θεωρεί τις καταστάσεις αυτές δεδομένες για κάθε δημοκρατικό πολίτευμα και να μάχεται να τις επιβάλει χωρίς αμφισβητήσεις. Αλλωστε η δημοσιογραφία δεν είναι το μοναδικό επικίνδυνο επάγγελμα της εποχής μας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT