Ο άγνωστος πόλεμος: η προμήθεια υλικού και οι αεροπορικές επιχειρήσεις του έπους του 40’

Ο άγνωστος πόλεμος: η προμήθεια υλικού και οι αεροπορικές επιχειρήσεις του έπους του 40’

Ενώ η εποποιία των χερσαίων επιχειρήσεων του ελληνοιταλικού πολέμου του 1940 ειναι διεξοδικά αναλυμένη στην ιστοριογραφία και υμνημένη στη νεώτερη ελληνική λογοτεχνία, υπάρχει μια διάσταση του ηρωικού αυτού αγώνα, πολύ λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό· η δράση της ελληνικής αεροπορίας στους ουρανούς της Ηπείρου και οι απροσδόκητες επιτυχίες της.

Το αεροπορικό όπλο υπήρξε ανέκαθεν πεδίο ιδιαίτερων προκλήσεων. Όχι μόνο ως προς την παράτολμη φύση των επιχειρήσεων (ειδικά τις πρώτες δεκαετίες της ύπαρξής του), αλλά και εξαιτίας των απαιτήσεων συγκρότησής του, οργανωτικών και οικονομικών. Στην Ελλάδα, η τυπική απαρχή της χρήσης του αεροσκάφους ως πολεμικού όπλου σημειώθηκε στους Βαλκανικούς πολέμους το 1912, υπαγόμενο στις επιχειρήσεις του Στρατού Ξηράς.

Η χώρα βίωσε την Μικρασιατική καταστροφή και την οικονομική αστάθεια του Μεσοπολέμου, που επιδεινώθηκε σοβαρά απο τη παγκόσμια οικονομική ύφεση που ξεκίνησε το 1929. Παρόλαυτα, οι ελληνική ηγεσία είχε τη διορατικότητα να στρέψει κονδύλια προς την ενίσχυση του αεροπορικού όπλου, με τον Ελευθέριο Βενιζέλο στην τελευταία του κυβερνητική θητεία να προχωρά στην επίσημη ίδρυση ανεξάρτητης Αεροπορίας το 1929, με  την ίδρυση του υπουργείου Αεροπορίας. Η ενοποιημένη Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ) καθιερώθηκε ως αυτοτελής Κλάδος των Ενόπλων Δυνάμεων με το Νόμο 5121 «Περί Οργανισμού της ΠΑ» το 1931. Ιδρύθηκε, επίσης, το Εργοστάσιο Αεροσκαφών Φαλήρου, αργότερα Κρατικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών, προχωρώντας, μάλιστα, στην κατασκευή του πρώτου ελληνικού αεροσκάφους (ΚΕΑ ΧΕΛΙΔΩΝ). Λόγω της επανόδου του βασιλικού θεσμού στο τέλος του 1935, η αεροπορία μετονομάστηκε σε Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (ΕΒΑ).

Η ελληνική κυβέρνηση και τα επιτελεία αντιλαμβάνονταν, στα τέλη της δεκαετίας του ’30, οτι ένας μεγάλος πόλεμος ήταν, πλέον, πολύ πιθανός. Ενώ στους άλλους κλάδους αναλήφθηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικές εξοπλιστικές πρωτοβουλίες (π.χ. οχυρά Γραμμής Μεταξά) οι αεροπορικοί εξοπλισμοί παρουσίαζαν σοβαρές δυσκολίες. Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισε η Ελλάδα, ήταν η εξασφάλιση προμηθειών αεροσκαφών σε ικανοποιητικούς αριθμούς και με αξιοπρεπείς επιδόσεις. Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες – κατασκευαστές αεροπορικού υλικού (κυρίως Γαλλία, Βρετανία, Πολωνία, Γερμανία), προέκριναν (όπως ήταν φυσιολογικό) τον επανεξοπλισμό των δικών τους ενόπλων δυνάμεων, μειώνοντας τις εξαγωγές.

Αυτό ερχόταν να προστεθεί στη δυσκολία εύρεσης πιστώσεων απο ελληνικής πλευράς. Τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του ’30, με μια άτυπη στάση πληρωμών να έχει προκύψει λόγω της γενικότερης κακής κατάστασης των δημοσίων οικονομικών της χώρας, η εξεύρεση των αναγκαίων πόρων μέσω εξωτερικού δανεισμού έγινε αρκετά δύσκολη. Η λύση φαίνεται να βρέθηκε με τη διαδικασία κλήρινγκ, δηλαδή με την ανταλλαγή του ξένου στρατιωτικού υλικού με ελληνικά αγροτικά προϊόντα.

Εδώ προέκυψε ένας σημαντικός κίνδυνος: η Βρετανία βρισκόταν σε αδυναμία να εκτελέσει μεγάλες παραγγελίες αμυντικού υλικού προς τους συμμάχους της, ενώ την ίδια στιγμή υπήρξε αξιοσημείωτη αύξηση του ύψους του ενεργητικού κεφαλαίου για την Ελλάδα στις ελληνο-γερμανικές συμφωνίες κλήριγκ, καθώς η ναζιστική Γερμανία διέβλεψε την ευκαιρία να καταστήσει οικονομικά και στρατιωτικά δέσμια τη χώρα. Τελικά, η Ελλάδα παρέμεινε προσηλωμένη στη συμμαχική συμπαράταξη, υπομένοντας όμως μεγάλες καθυστερήσεις στην προμήθεια του πολυπόθητου υλικού. Πράγματι, με την έκρηξη του πολέμου, πολλές ελληνικές παραγγελίες προς εργοστάσια της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Πολωνίας παρέμειναν ανεκτέλεστες, καθώς οι εμπόλεμες, πλέον, χώρες-προμηθευτές δέσμευαν μαζικά όπλα για τη δική τους άμυνα ή βρέθηκαν αστραπιαία υπό γερμανική κατοχή.

Η Ελλάδα κατόρθωσε, τελικά, να προμηθευτεί 36 καταδιωκτικά P.Z.L. P.24 (Πολωνία), 9 καταδιωκτικά Bloch 151 και 12 βομβαρδιστικά Potez 633 (Γαλλία), 12 ναυτικής συνεργασίας Avro Anson, 12 βομβαρδιστικά Bristol Blenheim και 12 βομβαρδιστικά Fairey Battle (Βρετανία), καθώς και 16 αναγνωριστικά Henschel Hs126 και 12 υδροπλάνα Dornier Do22 (Γερμανία). Με δωρεές ομογενών αποκτήθηκαν επίσης δύο Avia B.534 (Τσεχοσλοβακία) και δύο Gloster Gladiator (Βρετανία). Παράλληλα, από τον Ιανουάριο του 1938 έως τον Οκτώβριο του 1940, συναρμολογήθηκαν στο ΚΕΑ 62 αεροπλάνα, ενώ συντηρήθηκαν συνολικά 169 αεροσκάφη.

Αξιόλογη ήταν, επίσης, η προσπάθεια οργάνωσης του συστήματος αεράμυνας και του δικτύου αεροδρομίων. Οι κύριες αεροπορικές βάσεις βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στο Τατόι, στο Φάληρο, στη Νέα Αγχίαλο και στην Ελευσίνα. Ακόμη, δημιουργήθηκαν 23 βοηθητικά αεροδρόμια και άλλα 22 πεδία εκτάκτων επιχειρήσεων. Ουσιαστικά, οι τελευταίες δύο κατηγορίες επρόκειτο για διαμορφωμένα χωράφια, ενίοτε κατηφορικά/ανηφορικά, γεμάτα επικίνδυνες πέτρες και κρυμένες λακούβες, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για την ασφάλεια πτήσεων. Κατά την πορεία του πολέμου, η Αεροπορία παρέλαβε επιπλέον 22 καταδιωκτικά Gloster Gladiator και 6 βομβαρδιστικά Bristol Blenheim από τα αποθέματα των βρετανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή.

Με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου τον Οκτώβριο 1940, υπήρχαν 158 πολεμικά αεροσκάφη, με εν ενεργεία τα 128. Από αυτά, τα 79 (εν ενεργεία τα 59) ήταν καταδιωκτικά και βομβαρδιστικά. Επίσης, υπήρχαν ακόμα 63 εκπαιδευτικά και βοηθητικά αεροσκάφη. Η Ιταλική Αεροπορία (Aeronautica Militare), ο στρατηγικός αντίπαλος της ΕΒΑ, διέθετε 463 αεροσκάφη πρώτης γραμμής και ασύγκριτα ανώτερων επιδόσεων, μόνο για το Αλβανικό θέατρο επιχειρήσεων, χωρίς να υπολογίζεται σ’ αυτόν τον αριθμό η περαιτέρω ενίσχυση σε αεροσκάφη κατα την πορεία του πολέμου, τα οποία ήταν σε θέση να παράγει η ισχυρότατη ιταλική βιομηχανία.

Ο χειμώνας του 40-41 υπήρξε δριμύτατος. Ενώ είναι γνωστές οι κακουχίες των μονάδων του ελληνικού στρατού στα χιονοσκεπή βουνά της Πίνδου, αντίστοιχη ήταν και η κατάσταση στα αεροδρόμια. Τα περισσότερα πεδία προσγειώσεων κοντά στο μέτωπο γρήγορα μετατράπηκαν σε λίμνες με τις πρώτες καταιγίδες του Νοεμβρίου, καθιστώντας τις επιχειρήσεις ιδιαίτερα δυσχερείς έως αδύνατες.

Τα πιο δύσκολα, όμως, έπονταν. Η έλευση ακραίου παγετού απέκλεισε αεροδρόμια και επέφερε σοβαρές βλάβες, με το προσωπικό να διαβιεί σε σκηνές υπό αυτές τις συνθήκες. Σύμφωνα με μαρτυρίες μηχανικών, η εκκίνηση των εμβολοφόρων κινητήρων των αεροσκαφών με το πρώτο φως, ύστερα απο μια νύχτα με πολικές θερμοκρασίες, καθίστατο αδύνατη. Οπότε κατέφυγαν σε λύσεις όπως η επίθεση πανιών βρεγμένων σε βραστό νερό στις σωληνώσεις των κινητήρων για να λιώσουν τα κρυσταλλοποιημένα καύσιμα και έλαια. Οι πιλότοι πετούσαν μέσα σε παγωμένα σύννεφα, χωρίς θέρμανση και με το συνεχή κίνδυνο να προσκρούσουν σε κάποια βουνοκορφή, αντιμετωπίζοντας συχνά σφάλματα στα όργανα πλοήγησης και στους ασυρμάτους τους.

Παρόλαυτά, επετεύχθησαν 64 επιβεβαιωμένες καταρρίψεις, με άλλες 20 πιθανές, έναντι 24 επιτυχιών των Ιταλών. Επιπλέον, 28 Ιταλικά αεροσκάφη καταστράφηκαν στο έδαφος και άλλα 23 από τα αντιαεροπορικά, με τις απώλειες τις Αεροπορίας από ανάλογη δράση των Ιταλών να ανέρχονται μόλις σε 8 και 5 αεροσκάφη, αντίστοιχα. Συνολικά, η Αεροπορία είχε 49 νεκρούς και 22 τραυματίες κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο.

Η Γερμανική εισβολή τον Απρίλιο του 1941 έθεσε έναν τρομακτικό, σε ποιότητα και αριθμούς, αεροπορικό στόλο απέναντι σε μια εξουθενωμένη ελληνική αεροπορική δύναμη. Τα λίγα εναπομείναντα ελληνικά αεροσκάφη αντιμετώπιζαν σοβαρές ελλείψεις ανταλλακτικών που επέτειναν τις βλάβες και τους κινδύνους για τα πληρώματά τους. Παρά τις αντιξοότητες, τα ελληνικά καταδιωκτικά κατέρριψαν 4 γερμανικά αεροσκάφη. Τελικά, ό,τι αεροπορικό υλικό επιβίωσε των επιχειρήσεων καταστράφηκε στο έδαφος από τις σαρωτικές επιθέσεις της Luftwaffe στα ελληνικά αεροδρόμια μέσα στο χάος της υποχώρησης, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες απόκρυψής του, ακόμα και μέσα σε παρακείμενους ελαιώνες και στάβλους. Μόλις 14 ελληνικά αεροπλάνα διέφυγαν στη Μέση Ανατολή.

Η Αεροπορία αντιμετώπισε αποφασιστικά τους δραματικά υπέρτερους αντιπάλους σε όλο το φάσμα των αποστολών και των πολλαπλών μετώπων. Εμπεδώθηκε, ακόμα και στα ανώτερα κλιμάκια της Ρώμης, οτι επρόκειτο για δύναμη αποφασισμένη και ικανή να ανατρέψει τους ιταλικούς σχεδιασμούς, που αξιοποιούσε στο έπακρο τα πενιχρά της μέσα, αναγκάζοντας ολόκληρους σχηματισμούς της ιταλικής αεροπορίας να ακυρώνουν τις αποστολές τους και εξοργίζοντας τον Μπενίτο Μουσολίνι. Υπήρξε καθοριστική η συμβολή της στην προστασία φίλιων τμημάτων του στρατού, στην καίρια επισήμανση εχθρικών θέσεων/κινήσεων, στην αποτροπή βομβαρδισμών αστικών κέντρων, στην εξύψωση του γενικότερου ηθικού, στη πρόκληση σοβαρού προβληματισμού στο ιταλικό επιτελείο αλλα και στην αναθεώρηση αρκετών σχεδίων της γερμανικής εισβολής.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT