Ας μην ξύνουμε, εμείς οι παλαιότεροι, άλλο τις πληγές μας από την παλιά βαθιά διχόνοια μας

Ας μην ξύνουμε, εμείς οι παλαιότεροι, άλλο τις πληγές μας από την παλιά βαθιά διχόνοια μας

Ας μην ξύνουμε, εμείς οι παλαιότεροι, άλλο τις πληγές μας από την παλιά βαθιά διχόνοια μας-1
«Είδες που είχα δίκιο; Χωράμε και οι δυο». Στο διάλειμμα του σχολείου, ένας καθρέφτης που κρατάει με διάθεση παιγνιώδη μαζί κι ευλαβικά η δασκάλα, στέλνοντας εξορία παιδαγωγικά θέσφατα, γίνεται θησαυρισμένο «κλικ» για τις φίλες στο χωμάτινο προαύλιο. Αλλοι περιμένουν στη σειρά για να πάρουν θέση στον «φακό». Οι κεκαρμένοι εν χρω και ενδυματολογικά ομοιόμορφοι συμμαθητές και μία συμμαθήτριά τους (αριστερά) αδημονούν να ενταχθούν στο κάδρο αυτής της χαρούμενης ημέρας. Η φωτογραφία είναι της Βούλας Παπαϊωάννου από το παλαιότερο αφιέρωμα της «Κ», «Ελληνες φωτογράφοι» (Επτά Ημέρες). Μια φωτεινή ματιά στην καταπληγωμένη Ελλάδα των μεταπολεμικών και μετεμφυλιακών χρόνων, που έψαυε να βρει δίοδο προς μια άγνωστη κανονικότητα.

Κύριε διευθυντά

Ο μοναδικός λόγος που θέλω το Σάββατο να ξυπνήσω και να σηκωθώ πρωί πρωί είναι να διαβάσω στη συνδρομητική ηλεκτρονική «Καθημερινή» τη σελίδα με τα Γράμματα Αναγνωστών, κάτι που κάνω φυσικά και κάθε μέρα.

Αφορμή για τη σημερινή μου επιστολή είναι η αντίστοιχη της κυρίας Κατερίνας Παπαθωμά-Μαστοροπούλου (φ. 11/11) σχετικά με την προπαγάνδα που γινόταν και μέσω των σχολείων ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα. Δεν γνωρίζω σε ποια εξάμηνα φοίτησε η κ. Π-Μ, προσωπικά το 1945 ήμουν μαθητής της τρίτης Δημοτικού. Δεν θυμάμαι στα χρόνια που ακολούθησαν να υπήρχε μέσα στο σχολείο μια συστηματική προπαγάνδα, στην Κρήτη άλλωστε τα πράγματα ήταν πιο ήπια, θυμάμαι όμως τι έγραφα εγώ στα ιδιωτικά μου τετράδια, από τα οποία αντιγράφω την παρακάτω εξιστόρηση:

Τον Οκτώβριο του 1944 απελευθερώθηκε η ηπειρωτική Ελλάδα από τους Γερμανούς. Η Κρήτη ήταν απομονωμένη και οι Γερμανοί εγκλωβίστηκαν. Τότε κατάφεραν, ύστερα από συμφωνία με τους Εγγλέζους, να συγκεντρωθούν στον νομό Χανίων. Κρατούσαν μια ζώνη βάθους 10 χιλιομέτρων στο βόρειο τμήμα του νομού. Εκεί ασκούσαν κανονική κατοχή. Τόσες χιλιάδες που μαζεύτηκαν εκεί κατέλαβαν όλα τα σχολεία της ζώνης. Το σχολείο μας, το 10ο Δημοτικό, έγινε στρατώνας για δεύτερη φορά. Κάποτε η Αθήνα μας θυμήθηκε και νοικιάστηκαν κάποια ευρύχωρα σπίτια να χρησιμοποιηθούν σαν σχολεία. Ετσι εγώ έκανα το σχολικό έτος 1944-45 την Γ΄ Τάξη από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο σε ένα τέτοιο σπίτι, του Στρατουδάκη, λίγο πριν αρχίσει η κατηφόρα της Αγίας Κυριακής. Μετά τα Δεκεμβριανά ο πατέρας μου αποστασιοποιήθηκε από τους κομμουνιστές και εθεωρείτο αντιδραστικός. Δεν ήμασταν εναντίον των κομμουνιστών. Απλώς δεν ήμασταν μαζί τους. Τα μαθήματα της Γ΄ και Δ΄ γίνονταν το απόγευμα. Καθώς γυρίζαμε σπίτι προηγούνταν οι συμμαθητές μου Κωστής, Μανώλης και ο αδελφός του Γεράσιμος. Μόλις φθάναμε στο σπίτι του Βασίλη Αγριμάνη που είχε στον τοίχο του ζωγραφισμένο ένα σφυροδρέπανο, οι τρεις συμμαθητές μου σταματούσαν και μου φώναζαν: «Με αυτό θα σου κόψουμε το κεφάλι!». Τότε η κατά 9 χρόνια μεγαλύτερή μου εξαδέλφη Αννα Τζαμαριά μου λέει: «Γιατί Δημητράκη πηγαίνεις από πίσω τους; Γιατί δεν πηγαίνεις στο σπιτάκι σου από τον Φούρνο του Ροδάμανθου; Ελα να σε πάω εγώ και να σου δείξω τον δρόμο». Θύμισα τη σκηνή στην ξαδέλφη μου την Αννα, όταν τη συνάντησα στη Θεσσαλονίκη 63 χρόνια μετά, στα Λαδάδικα, παρουσία του συζύγου της. Ο σύζυγός της, ο Νίκος, απόστρατος στρατιωτικός, μου λέει: «Αυτό δεν είναι τίποτε. Το καλοκαίρι του ’44 ο πατέρας μου πήρε τη μέλλουσα νύφη αδελφή μου από το χωριό μας Αγιος Γεώργιος (ο Νεομάρτυς) και κατέβηκαν στα Γρεβενά για να αγοράσουν το νυφικό της. Εκεί τους συνέλαβαν οι αντάρτες του ΕΛΑΣ, τους πήγαν στο βουνό, τους πέρασαν από Λαϊκό Δικαστήριο και τους εκτέλεσαν. Προπολεμικά ο πατέρας μου ήταν ψηφοφόρος του Λαϊκού Κόμματος. Το μόνο που έκανε ήταν ότι δεν προσχώρησε κατά την κατοχή στο Κομμουνιστικό Κόμμα και στον ΕΛΑΣ». Αργότερα, συνέχισε ο Νίκος, όταν επαναπατρίστηκαν από τη Σοβιετική Ενωση πρώην αντάρτες, ένας από αυτούς του είπε ότι ήταν παρών στο Λαϊκό Δικαστήριο και η κατηγορία είχε σαν πηγή έναν συγγενή του από το ίδιο ορεινό χωριό. Οι οικογένειες των Κωστή, Μανώλη και Γεράσιμου χάρη στη βοήθεια από βουλευτές του νομού απέκτησαν πιστοποιητικό εθνικοφροσύνης. Δεν τους κράτησα κακία, το αντίθετο μάλιστα. Οι δύο πρώτοι υπηρέτησαν, όπως και εγώ, σαν έφεδροι αξιωματικοί το 1958-60, πέθαναν δυστυχώς νέοι, ο Γεράσιμος αργότερα.

Προτείνω λοιπόν και σε μερικούς προσωπικούς μου φίλους να σταματήσουμε να ξύνουμε πληγές με το τι γινόταν με τα σχολεία της Βασιλίσσης και όλα τα συναφή γιατί σε κάθε άποψη υπάρχει και η αντίστοιχη απάντηση. Εχουμε τόσα τρέχοντα καυτά προβλήματα να μας απασχολήσουν.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT