Κύριε διευθυντά
Η είδηση της σύλληψης του 18χρονου που ομολόγησε ότι πέταξε τη μοιραία φωτοβολίδα που τραυμάτισε βαριά τον αστυνομικό χαιρετίσθηκε από τα Μέσα ως θετική εξέλιξη. Από καθαρά υπηρεσιακή θεώρηση, έτσι είναι. Ωστόσο το γεγονός προσθέτει ακόμη ένα πικρό ερώτημα στο όλο σκηνικό που βιώνουμε εδώ και καιρό. Μπορεί ο φυσικός αυτουργός να είναι ένας· ποιοι όμως έβαλαν στα χέρια του τη φωτοβολίδα; Ποιοι καλλιέργησαν το «χωράφι» όπου φυτρώνουν τέτοια περιστατικά; Εχει διαφορά το ένα βλήμα που δυστυχώς βρήκε ανθρώπινο στόχο από τις πολυάριθμες μολότοφ που εκτοξεύονται κάθε τόσο σε ανάλογες «κοινωνικές εκδηλώσεις»; ∆υνάμει φονικά μέσα είναι και τα δύο. Πόση ανοχή έχει επιδείξει το ελληνικό πολιτικό σύστημα τα τελευταία πενήντα χρόνια σε τέτοια φαινόμενα; Επιτέλους, υπάρχει βούληση να αλλάξει κάτι;
Οπως μετά την πολύνεκρη σύγκρουση των Τεμπών υπήρξε αίτημα για αναζήτηση ευθυνών όπου κι αν υπάρχουν, έτσι θα πρέπει να αναζητηθούν ενοχές σε διάφορα επίπεδα για τα φαινόμενα βίας που λαμβάνουν χώρα σε τακτά χρονικά διαστήματα και για ποικίλες αφορμές. Επιτέλους, δεν μπορεί να επιδοκιμάζουμε ή να συγκαλύπτουμε πολιτικά όσους βιαιοπραγούν επειδή στρέφονται κατά των αντιπάλων μας, διότι μια μέρα μπορεί να γίνουμε εμείς στόχος φονικών επιθέσεων από την άλλη πλευρά. Οπως είναι γνωστό, τα κάθε είδους βλήματα δεν κάνουν ταξικές ή πολιτικές διακρίσεις: ανοίγουν κεφάλια και σχίζουν αρτηρίες με την ίδια άνεση, ανεξάρτητα από τα… προσωπικά δεδομένα των θυμάτων. Η καταδίκη της βίας πρέπει να είναι απόλυτη, χωρίς ελαφρυντικά και δικαιολογίες, και οι ποινές ανάλογες των πράξεων, για φυσικούς και ηθικούς δράστες. Αρκετά έχουμε ανεχθεί την ατιμωρησία τόσα χρόνια.
*Ιατρός, Θεσσαλονίκη