Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου για τη Μαρία Αντουανέτα

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου για τη Μαρία Αντουανέτα

Κύριε διευθυντά

Γαλλοτραφής φίλος είχε την ιδέα να μου χαρίσει στις φετινές γιορτές το βιβλίο του Ζαχαρία Παπαντωνίου «Παρισινά γράμματα». Σκέφθηκα, λοιπόν, ότι θα άξιζε να θυμηθούμε τον σπουδαίο δημοσιογράφο και συγγραφέα που στα τριάντα του βρέθηκε στο Παρίσι στην πιο καλή του ώρα, παίρνοντας παρακάτω και μια γεύση από τα γραφόμενά του στο σπουδαίο βιβλίο του.

(Ακροθιγώς) με τα λόγια του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, ο οποίος προλογίζει το βιβλίο: «Ηρθε από το Καρπενήσι για να σπουδάσει γιατρός, έγινε δημοσιογράφος. Ευφυής και ευφυολόγος. Ενας κομψογράφος που μισεί τον εύκαιρο λόγο. Είναι εκείνος που είπε πως η εφημερίδα πρέπει να φάει λόγιο για να βγει. Μέσα στα “Παρισινά γράμματα” υπάρχουν, εν σπέρματι, όλες οι αρετές του ύφους του και του πνεύματός του. Γράφει όπως θα έγραφε σε παρισινή εφημερίδα. Είναι καταπληκτικό με πόση άνεση ζει τη ζωή της πολιτείας. Με πόση ασφάλεια μιλά για τα πάντα».

Κατ’ εμέ, από το βιβλίο επέλεξα το κείμενο που έγραψε για τη δημιουργία (στις μέρες του) του μουσείου της Μαρίας Αντουανέτας. Ολοι είμαστε εύκαιροι, πιστεύω, να ακούσουμε κάτι περισσότερο για την τραγική βασίλισσα. Γράφει ο Παπαντωνίου: «Η δημοκρατία επιτρέπει να ιδρυθή, κατ’ αυτάς, Μουσείον της Μαρίας Αντουανέττας εις την Κονσιερζερί, την περίφημο φυλακήν της Επαναστάσεως, εις την οποίαν η βασίλισσα είχε φυλακισθή επί εβδομήκοντα τρεις ημέρας πριν οδηγηθή εις την λαιμητόμον. (…) Ολίγα από τα αντικείμενα τα οποία θα καταρτίσουν το Μουσείον: Ενας εσταυρωμένος από κιτρινισμένον ελεφαντόδοντα επάνω εις τον σταυρόν από μαύρο ξύλο, το φωτέιγ εις το οποίον εκάθησεν η βασίλισσα κατά τη διάρκεια της ειρκτής της. Επίσης η σκάλα την οποίαν η βασίλισσα, την 15ην Οκτωβρίου 1783, ανήλθεν διά να παρουσιασθή προ του δικαστηρίου και κατήλθεν καταδικασμένη εις θάνατον. (…) Οι επισκεπτόμενοι σήμερον το μουσείον βλέπουν το κελίον της βασίλισσας. Οταν η Αντουανέττα εκλείσθη εκεί, ήτο κρύον, υγρόν και ακάθαρτον. Τα έπιπλά του ήσαν ένα κρεβάτι συρμάτινον, ένα τραπεζάκι, το φωτέιγ, ένα ταμπουρέ. Υπήρχε και παράδοξος στολισμός εις τον τοίχον, μια κορνίζα κλείουσα ύφασμα, εις το οποίον είχε κολληθεί η ζωγραφιά ενός κρίνου. Το κάδρον ήτο τόσον παλαιόν ώστε είχεν ήδη ξεφτίσει. Η βασίλισσα απέσπα από το ύφασμα εκείνο νήματα, διά να τα χρησιμοποιήση ως καλτσοδέτας. (…) Η μοιραία άμαξα (ένα μικρόν και ακάθαρτον κάρο) έφθασεν διά να παραλάβη την βασίλισσα και να την οδηγήσει εις την λαιμητόμον. (…) Η κατάδικος ωχρά, αλλά πάντοτε βασίλισσα, ενεφανίσθη. Οπισθέν της εβάδιζεν ο δήμιος, κρατών τα άκρα χονδρού σχοινίου με το οποίον η βασίλισσα ήτο δεμένη οπισθάγκωνα. (…) Ο δήμιος ηθέλησε να την βοηθήση ν’ ανεβή εις την άμαξαν. Η βασίλισσα εστράφη αυστηρώς προς αυτόν, έκαμεν ένα κίνημα αρνήσεως και ανέβη μόνη. (…) Το αμάξι προχωρεί βραδέως διά μέσου του πλήθους, το οποίον συνωθείτο χωρίς ούτε ψίθυροι να ακουσθούν. Μόνον εις το άκρον της οδού Σαιντ-Ονορέ ηκούσθησαν κραυγαί αποδοκιμασίας. (…) Από εκείνο το μέρος είδεν την πένθιμον παρέλασιν ο ζωγράφος David, ο οποίος μας άφησεν μίαν εικόνα της βασιλίσσης οδηγουμένης εις τον θάνατον: Το θύμα εφόρει άσπρην φούστα, μαύρον εσωφόρι, λευκήν καμιζόλα, είδος κοιτωνίτου, ένα φισού λευκής μουσελίνας και το bonnet εις την κεφαλήν. Τα μαλλιά της, τα οποία είχαν ασπρίσει εις την φυλακήν, ήσαν κομμένα σύρριζα τριγύρω του καλύμματος της κεφαλής. (…) Οταν έφθασαν εις το ικρίωμα (ο τελετάρχης) εξιφούλκησε φωνάζων: “Η απαισία Αντουανέττα τελειώνει!”».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT