«Τοξική αυθεντία και θλιβερές ακρότητες»

«Τοξική αυθεντία και θλιβερές ακρότητες»

Κύριε διευθυντά

Με αφορμή τις αντιπαραθέσεις για τη «Μεγάλη Χίμαιρα» του Μ. Καραγάτση («Καθημερινή», Σάββατο 22 Ιουνίου 2024), λίγες σκέψεις για τις αντίθετες απόψεις των δύο συγγραφέων σχετικά με το παραπάνω έργο.

Ναι, συμφωνούμε και υπερθεματίζουμε: «Η ιδεοληψία αποβλακώνει» και αφορά όλους μας, μηδενός εξαιρουμένου…

Οσο για τον ευλογημένο «καταραμένο» συγγραφέα, που «περιγράφει το υπαρξιακό αδιέξοδο των σκοτεινών ηρώων του», αφήνοντας ωστόσο περιθώρια στους άλλους να νομίζουν ότι προάγει την «τοξική αρρενωπότητα», τι να πει κανείς; Ετσι είναι τα λογοτεχνικά, και τα άλλα έργα τέχνης, εκτεθειμένα σε πολλαπλές αναγνώσεις και «κινδύνους». So what?

Ισως, καταγράφοντας την εποχή του, ο Καραγάτσης δύσκολα θα μπορούσε να απομονώσει τον εαυτό του και να φανταστεί την τοξική ακεραιότητα και τις θλιβερές ακρότητες της δικής μας εποχής. Πατριαρχία ή ρεαλισμός; ∆εν νομίζω ότι βοηθάει το διαζευκτικό ανάμεσά τους. ∆εν είναι αυτό το δίλημμα.

Ούτως ή άλλως, το βιβλίο παραμένει ένα εξόχως δημοκρατικό και διακριτικό μέσον. Για πολλούς δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης και σίγουρα δεν ενδιαφέρει όλους το ίδιο. Ισχύει και για τα κείμενα και για τους συγγραφείς.

Η συμπαίκτρια στις αντιπαραθέσεις συγγραφέας, είναι ειλικρινής: «Τα έργα του δεν με αφορούν», γράφει. Προσωπική υπόθεση, σεβαστότατη.

Προσωπικά, νιώθω να με αφορούν οι θέσεις της για το στυλ, το ύφος και την αισθητική (ισοδύναμη με την ηθική), όχι όμως οι ισοπεδωτικές απαξιώσεις και οι χαρακτηρισμοί. Οσο για το ύψος του Σεφέρη, στο οποίο αναφέρεται, δεν διαφωνεί κανείς.

Ωστόσο, θα ήθελα να βάλω σε «διαβούλευση» έναν στίχο του Νομπελίστα, με τα κριτήρια της παρούσης συγκυρίας: «Ο γήλιος έγινε κουρέλι σε μιας μεσόκοπης λαιμό…»!

∆ιπλός ρατσισμός, οπτικο-ακουστικός! Ηθικο-αισθητικός! Και όχι μόνον. Ανατριχιαστικός τελείως. Ο στίχος του με τάραξε πιότερο απ’ τον καθρέφτη μου. Γενναιόδωρα, θα μπορούσα να σκεφτώ ότι δεν φταίει ούτε ο ποιητής, αλλά ο εαυτός του και ο ποιητικός «ρεαλισμός». ∆εν βρίσκεις άκρη, ευτυχώς.

Γι’ αυτό, θα πρότεινα αυτόκλητα, ει δυνατόν, να σταματήσουμε τις τοξικές ακεραιότητες και τις θλιβερές ακρότητες και να αφήσουμε «αχειραγώγητους» τους αναγνώστες, με το δικό τους κριτήριο και το ένστικτό τους να νομίζει και να τους οδηγεί, χωρίς να τους βάζουμε σε σύγχυση και χωρίς να τους δίνουμε ένα ακόμη άλλοθι, να μην πλησιάζουν τα βιβλία.

«Ετσι είναι, αν έτσι νομίζετε». Απλά μπορεί και να μην είναι. ∆εν πειράζει. Αυτό είναι το μεγαλείο του «νομίσματος». Γι’ αυτό ας χαρούμε τα βιβλία, έστω και της ακτής, επάνω στην άμμο ή σε πανάκριβες ξαπλώστρες, κάτω από τις προστατευτικές ομπρέλες για τον ήλιο.

Για την ακατανίκητη, όπως αποκαλούσε ο Μπρεχτ τη βλακεία, δεν υπάρχει προστασία. Απλώς, όταν την βλέπουμε να έρχεται καταπάνω μας, να αλλάζουμε πεζοδρόμιο. Ή ν’ αλλάζουμε σελίδα.

Ισχύει το ίδιο και για την τοξική «αυθεντία».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT