Κύριε διευθυντά
Στην «Καθημερινή» της 23ης Οκτωβρίου διάβασα ρεπορτάζ με τίτλους «Η βρωμιά έχει μπει στους πόρους της πόλης» και «Ομολογούν αδιέξοδο για τα σκουπίδια στην Αθήνα».
Για εμάς, που διανύουμε πλέον την ένατη δεκαετία του βίου μας, κάποια ερεθίσματα μας γυρίζουν χρόνια πίσω, στα περασμένα… τότε που η Αθήνα ήταν πιο μαζεμένη, πιο όμορφη, πιο φιλική, πιο περιποιημένη, πιο «δική μας».
Γεννήθηκα στην οδό Σκουφά και Ομήρου. Εχω περάσει τα 40 χρόνια της επαγγελματικής δραστηριότητας στο οικογενειακό εμπορικό κατάστημα που ίδρυσε ο παππούς μου με τον αδελφό του στις αρχές του 1900, στην οδό Σταδίου 9, κοντά στο Σύνταγμα.
Θυμάμαι να ζητάμε να προσλάβουμε ένα «μικρό» όπως τον ονομάζαμε, παιδί 16-17 ετών, για να σκουπίζει έξω το πεζοδρόμιο και μέσα το κατάστημα, όπως ζητούσαν και άλλα εμπορικά. Στην πλατεία Κολοκοτρώνη υπήρχε βυθιζόμενος κάδος σκουπιδιών όπου κάθε βράδυ ρίχναμε τα σκουπίδια.
Οι τοίχοι των κτιρίων, οι κολόνες και οι διάφορες επιφάνειες δεν ήταν μουτζουρωμένες με διάφορα ηλίθια συνθήματα, όπως δυστυχώς είναι σήμερα.
Θυμάμαι τότε, όταν το να μας πάρουν οι γονείς μας να δειπνήσουμε στο εστιατόριο του «Αβέρωφ» με την ορχήστρα στον εξώστη, απέναντι από το κατάστημά μας ή στου «Κωστή» λίγο πιο κάτω, το θεωρούσαμε σημαντική διασκέδαση. Απλά πράγματα, αλλά τότε μας φαίνονταν τόσο υπέροχα!
Κι ακόμα, θυμάμαι την περίφημη ομιλία του γέρου Γεωργίου Παπανδρέου μετά την απελευθέρωση στο Σύνταγμα, που παρακολούθησα με τον πατέρα μου από το μπαλκόνι του Ζαχαράτου.
«Πιστεύουμε εις την λαοκρατία», είχε βροντοφωνάξει. Ομως ακόμη και σήμερα, «λαοκρατία, προοδευτικός, προοδευτικό πρόσημο» ερμηνεύονται από τον καθένα σύμφωνα με τα πολιτικά του πιστεύω και τα… μυαλά που κουβαλάει.
Ξέφυγα λίγο, αλλά τώρα πλέον, καθισμένος σε μια πολυθρόνα, οι αναμνήσεις ρέουν, άλλες να σε χαροποιούν και άλλες να σε θλίβουν…
*Χαλάνδρι