Η απόφαση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία ζωντανεύει τη συζήτηση για τις μελλοντικές εξελίξεις στη χώρα.
Οι διαφωνούντες – συμπεριλαμβανομένου του Υπουργού Άμυνας Τζιμ Μάτις, ο οποίος σύντομα θα αφήσει τη θέση του για το λόγο αυτό – εκτιμούν ότι η αποστολή στη Συρία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί επειδή το Ισλαμικό Κράτος εξακολουθεί να υφίσταται. Αντίθετα, οι υποστηρικτές του Τραμπ απαντούν ότι απλώς τήρησε την υπόσχεσή του. Είναι αλήθεια ότι ο Αμερικανός πρόεδρος ήθελε να ανακοινώσει την απόσυρση εδώ και καιρό, αλλά έδωσε – σε αρκετές περιπτώσεις – περισσότερο χρόνο στους στρατηγούς της χώρας. Στην ομιλία του στην αεροπορική βάση Αλ Ασάντ του Ιράκ μία μέρα μετά τα Χριστούγεννα περιέγραψε τις συζητήσεις και εξήγησε ότι «ήλθε η ώρα να έλθουν τα στρατεύματα πίσω».
Αυτή τη στιγμή, δεν είναι σαφές πότε θα ξεκινήσει και τελειώσει η αποχώρηση. Μετά την ανακοίνωση, για παράδειγμα, ο συνασπισμός υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών συνέχισε με τις αεροπορικές επιδρομές στη Συρία. Συνεπώς, δημιουργούνται ερωτηματικά για το κατά πόσο η αποστολή έχει πράγματι ολοκληρωθεί. Μιλώντας στην αεροπορική βάση Αλ Ασάντ, μάλιστα, ο Τραμπ αναφέρθηκε στη Συρία και υπονόησε πως οι αμερικανικές δυνάμεις ίσως επανεισέλθουν στη χώρα αυτή από το Ιράκ.
Παρόλο που η έλλειψη πληροφοριών δεν επιτρέπει ασφαλείς εκτιμήσεις, η απόσυρση αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία σηματοδοτεί την αποδοχή του πρωταγωνιστικού ρόλου της Μόσχας στη χώρα από την Ουάσιγκτον. Αυτό είχε γίνει εμφανές από τα τελευταία χρόνια της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, αλλά η παραμονή των αμερικανικών στρατευμάτων στη Συρία αρκούσε για να υπενθυμίζει την ενεργό παρουσία της Ουάσιγκτον. Ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είπε στην ετήσια συνέντευξη τύπου ότι η απόφαση του Αμερικανού ομολόγου ήταν σωστή. Κατά την άποψη του Τραμπ η Ρωσία και άλλες χώρες θα πρέπει να αναλάβουν περισσότερες πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους και επιπρόσθετων τρομοκρατικών οργανώσεων. Υπάρχει σίγουρα ένα στοιχείο της αλήθειας στο σχετικό tweet του για το θέμα αυτό. Από μια άλλη οπτική γωνία, όμως, αυτό το tweet δικαιώνει τους επικριτές του που τονίζουν πως τα αμερικανικά στρατεύματα έπρεπε να παραμείνουν περισσότερο.
Επιπλέον, το συριακό καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ κερδίζει. Παράλληλα με τις στρατιωτικές του νίκες εναντίον των ανταρτών σε διάφορες περιοχές της Συρίας, αρχίζει να ανακτά την πολιτική υποστήριξη κάποιων αραβικών χωρών. Το πιο σημαντικό παράδειγμα είναι η απόφαση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων να ανοίξουν ξανά την πρεσβεία τους στη Δαμασκό. Ίσως ακολουθήσει η Σαουδική Αραβία, ειδικά αν να επενδύσει για την ανασυγκρότηση της Ανατολικής Συρίας, όπως επιθυμεί ο Τραμπ.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία μπορεί να ωφεληθεί από την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων. Σε μια περίοδο κατά την οποία ο πρόεδρος της Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να σταθεροποιήσει την εθνική οικονομία της χώρας, η προσέγγιση Άγκυρας-Ουάσιγκτον λειτουργεί ως απροσδόκητο δώρο. Η Ουάσιγκτον χρειάζεται τώρα περισσότερο την Άγκυρα για να εξασφαλίσει την ομαλή αποχώρηση αμερικανικών στρατευμάτων. Στη συνέχεια, οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις θα επεκταθούν ίσως – με τις ευλογίες των Ηνωμένων Πολιτειών – προς το ανατολικό τμήμα του ποταμού Ευφράτη.
Η Τουρκία αναφέρει επισήμως πως θα πολεμήσει εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων. Αλλά αποτελεί κοινό μυστικό που θα στοχεύσει σε μεγάλο βαθμό τις κουρδικές στρατιωτικές δυνάμεις. Είναι επόμενο ότι οι Κούρδοι φοβούνται, καθώς αισθάνονται ότι εγκαταλείπονται τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και από τη Ρωσία. Αυτό που αναμένεται στο μέλλον είναι ένας δύσκολος στρατιωτικός αγώνας ή και ένα σκληρό παζάρι μεταξύ της Δαμασκού και της Μόσχας από τη μία πλευρά και των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων – αποτελούμενων από την κουρδική πολιτοφυλακή και υποστηριζομένων μέχρι σήμερα από τις Ηνωμένων Πολιτείες – από την άλλη για τον έλεγχο ορισμένων περιοχών στην Ανατολική Συρία.
Τέλος, το Ισραήλ ανησυχεί ιδιαίτερα για τις πρόσφατες εξελίξεις. Η θέση του είναι ότι η απομάκρυνση αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία δικαιώνει τις πολιτικές του Ιράν και ανοίγει το δρόμο για στενότερη συνεργασία μεταξύ της Δαμασκού και της Τεχεράνης που θα μπορούσε να απειλήσει την εθνική του ασφάλεια. Το Ισραήλ δηλώνει δημοσίως ότι είναι σε θέση να αμυνθεί παρά την απόφαση του Τραμπ. Αλλά αυτό που αποτελεί τώρα μονόδρομο για τη χώρα είναι να συνεργαστεί καλύτερα με τη Ρωσία στη νότια Συρία για να αποφευχθεί μια νέα περιφερειακή κρίση. Ο Πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου και ο Πούτιν διατηρούν σχετικά καλή σχέση παρά τις συχνές διαφωνίες τους. Οι πρόσφατες ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές στη Συρία, για παράδειγμα, καταδικάστηκαν από τη Ρωσία, με την τελευταία να έχει ήδη παραδώσει πυραύλους S-300 στη Δαμασκό για να ενισχύσει τα αμυντικά της συστήματα.
Για σχεδόν επτά χρόνια, η Συρία έχει αποτελέσει πεδίο μάχης όπου εκατομμύρια ανθρώπων σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν και εκτοπίστηκαν. Οι μεγάλες δυνάμεις και οι περιφερειακοί παίχτες έχουν αναπτύξει τις στρατηγικές τους είτε με επιτυχία όπως η Ρωσία είτε χωρίς όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η απόφαση του Tραμπ να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα είναι η καινούρια σημαντική εξέλιξη. Θα φανεί του επόμενους μήνες αν ο αντίκτυπος της μπορεί να διευκολύνει την διαδικασία για την εξεύρεση λύσης στο συριακό ζήτημα σε πολιτικό επίπεδο. Αυτή, άλλωστε, είναι η καλύτερη ευχή που ο λαός της Συρία μπορεί να κάνει για το 2019.
*Ο Δρ. Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin Sadat Centre for Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων διεθνών σχέσεων στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης