Οι S-400, το πρόγραμμα F-35 η Τουρκική οικονομία

Οι S-400, το πρόγραμμα F-35 η Τουρκική οικονομία

4' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι διπλωματικές σχέσεις ΗΠΑ- Τουρκίας βρίσκονται ξανά στο επίκεντρο, αυτή τη φορά με αφορμή την παραλαβή των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων S-400 από την Άγκυρα. Ύστερα από πολύμηνη αντιπαράθεση, η Ουάσιγκτον ανέστειλε τη συμμετοχή της Άγκυρας στο πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35.

Αιτία η έναρξη παράδοσης των πρώτων τμημάτων του ρωσικού αντιαεροπορικού και αντιπυραυλικού συστήματος S-400 στην Τουρκία. Η αναστολή της παράδοσης των μαχητικών F-35 είναι μια άμεση απάντηση της Ουάσιγκτον στην επιλογή της Άγκυρας να αγοράσει το ρωσικό σύστημα. Οι ΗΠΑ είχαν προειδοποιήσει πως η ρωσική στρατιωτική τεχνολογία είναι ασύμβατη με τα νατοϊκά συστήματα, ενώ παράλληλα υπάρχει ο φόβος, παρ’ ότι οι S-400 θα βρεθούν υπό τουρκικό έλεγχο, η Ρωσία μέσω της τεχνικής ραντάρ των S-400 να έχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφορίες των αεροσκάφη F-35. Κάτι τέτοιο θα έθετε σε κίνδυνο το πρόγραμμα και θα υπονόμευε την εναέρια ισχύ της συμμαχίας.

Το αντίκτυπο

Η απόφαση των ΗΠΑ θα έχει άμεσο αντίκτυπο στη τουρκική αμυντική βιομηχανία όπως και στις διμερής σχέσεις των δύο χωρών. H Τουρκική αμυντική βιομηχανία έχει σημειώσει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη εξοπλιστικών συστημάτων και συμμετοχή σε διεθνή προγράμματα όπως το F-35 Joint Strike Fighter (JSF) της Lockheed Martin. Η Τουρκία είναι μέλος του προγράμματος και κατασκευάζει σχεδόν το 7% των τμημάτων του μαχητικού αεροπλάνου. Η αναστολή της συμμετοχής της Άγκυρας, που θα ολοκληρωθεί το 2020, θα δημιουργήσει κενά που ίσως επηρεάσουν την παράδοση των συστημάτων στις χώρες που έχουν ήδη προβεί σε παραγγελίες. Ο επικεφαλής του προγράμματος των F-35 αντιναύαρχος Ματίας Ουίντερ σε υποεπιτροπή της Επιτροπής Ενόπλων Υπηρεσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων, είχε αναφέρει τον Απρίλιο πως η αποχώρηση της Τουρκίας θα είχε αντίκτυπο σε 50 έως 75 αεροπλάνα σε μια περίοδο δύο ετών.

Από την άλλη πλευρά οι απώλειες για τη τουρκική αμυντική βιομηχανία υπολογίζονται στα 9 δις δολάρια, που αναλογούν στο κομμάτι συμπαραγωγής που της είχε ανατεθεί σε βάθος χρόνου. Πράγματι η αναστολή πρόκειται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην τουρκική αγορά εργασίας, στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία καθώς τα τουρκικά εργοστάσια είχαν ήδη λάβει παραγγελίες αξίας περίπου $1 δισεκατομμυρίου, αλλά και στο τουρκικό ΑΕΠ. Αυτή η εξέλιξη έρχεται να προστεθεί σε μια περίοδο κατά την οποία η τουρκική οικονομία είναι ήδη σε ύφεση.

Τα κενά στη παραγωγή συγκεντρώνονται γύρω από την κατασκευή της ατράκτου, του συστήματος προσγείωσης και των ενδείξεων στο πιλοτήριο. Η αναπληρώτρια υφυπουργός  Άμυνας των ΗΠΑ, αρμόδια για θέματα προμηθειών, Eλεν Λορντ, όμως ισχυρίζεται ότι η Ουάσιγκτον θα μπορέσει να καλύψει τα κενά που θα δημιουργηθούν, στοχεύοντας ωστόσο να διανείμει τις εργασίες που κάλυπτε έως τώρα η Τουρκία σε άλλα μέλη του προγράμματος εν καιρώ. Επιπλέον, οι ΗΠΑ θα πρέπει να καλύψουν και το οικονομικό κόστος για τη μεταφορά της παραγωγής από τη χώρα.

Διπλωματικές σχέσεις

Το τουρκικό ΥΠΕΞ προέτρεψε την Ουάσινγκτον να ανακαλέσει την απόφαση, την οποία χαρακτήρισε λαθεμένη, ενώ έκρινε ότι θα πλήξει τους στρατηγικούς δεσμούς των δύο κρατών, και συμμάχων στον Οργανισμό του Βόρειου Ατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ). Υπό αυτό το πρίσμα, η Τουρκία θα συνεχίσει να υποστηρίζει πως η αγορά των ρωσικών συστημάτων είναι απαραίτητη για την ασφάλεια της και πως ο κίνδυνος για ρωσική πρόσβαση στο πρόγραμμα F-35 μέσω ραντάρ είναι αβάσιμος.

Από την άλλη πλευρά ο Λευκός Οίκος έχει επιλέξει χαμηλούς τόνους και δεν κάνει λόγο για τερματισμό της συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα αλλά για αναστολή. Κατ’ αυτό τον τρόπο η δυνατότητα επανένταξης της Άγκυρας στο πρόγραμμα παραμένει ανοιχτή στο μέλλον. Όπως διευκρίνισε ο αναπληρωτής υφυπουργός Άμυνας αρμόδιος σε θέματα χάραξης πολιτικής, Ντέιβιντ Τράκτενμπεργκ, πρόκειται για μια «πολύ συγκεκριμένη αντίδραση σε μια συγκεκριμένη ενέργεια», διαβεβαιώνοντας ταυτόχρονα ότι η αμερικανική κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στη στρατηγική σχέση της με την Τουρκία.

Άλλωστε αδιαμφισβήτητα,  η Τουρκία αποτελεί σημαντικότατο εταίρο των  ΗΠΑ όχι μόνο στο πλαίσιο της Βορειοατλαντικής συμμαχίας αλλά και λόγω της γεωγραφικής της θέσης, μη ξεχνώντας ότι γειτνιάζει νοτιοανατολικά  με τις Συρία-Ιρακ-Ιραν. Ο κάθε είδους αποκλεισμός και περεταίρω απομάκρυνση θα καθιστούσε επικίνδυνο να ολοκληρωθεί η στροφή της προς την Ασία και να επιταχυνθεί η σύσφιξη των σχέσεων της Τουρκίας με τον άξονα Ρωσίας και Ιράν.

Γι’ αυτό το λόγο, η Αμερική είχε προτείνει στη κυβέρνηση Ερντογάν να εισάγει το αμερικανικό αντιαεροπορικό σύστημα, Patriot, το οποίο και αρνήθηκε η Άγκυρα σημειώνοντας πως δεν συμπεριλαμβάνει τη μεταφορά τεχνογνωσίας που απαιτεί η Τουρκία.

Στο άμεσο μέλλον, οι Τούρκοι πιλότοι που ασκούνται στα 4 μαχητικά που παρέλαβε η Τουρκία και βρίσκονται σε βάση της Αριζόνας θα πρέπει να εγκαταλείψουν το αμερικάνικο έδαφος. Η διορία εξόδου από τη χώρα είναι στις 31 Ιουλίου. H Τουρκία δε θα παραλάβει τα αεροσκάφη ενώ είναι επίσης πιθανό οι ΗΠΑ να επιβάλλουν κυρώσεις στην Τουρκία στο πλαίσιο του νόμου για την Αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω κυρώσεων (CAATSA). Για την ώρα ο Πρόεδρος Τραμπ είναι αντίθετος στην επιβολή κυρώσεων όμως υπάρχουν ήδη δύο σχετικά νομοσχέδια, που προωθούνται παράλληλα και στα δύο σώματα του αμερικανικού Κογκρέσου, δηλαδή στη Βουλή των Αντιπροσώπων από τον περασμένο Μάιο (H.R.2913) και στη Γερουσία από τον περασμένο Απρίλιο (S.1102) που καλούν για επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία.

* Η Υβόννη Ευσταθίου είναι αμυντική αναλύτρια και συντονίστρια στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Ερευνών (IISS)

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT