Μετά το 1923 Ελλάδα και Τουρκία προσδιόριζαν τη θέση τους στο διεθνές σύστημα κυρίως μέσα από τις διμερείς τους σχέσεις. Αυτό οφειλόταν στη διαχρονική απόφαση της Τουρκίας να παραμείνει συνδεδεμένη με τη Δύση και την Ευρώπη. Η Ελλάδα είναι κρίσιμος παράγοντας για αυτές τις σχέσεις. Επί Ερντογάν, η κατάσταση άλλαξε. Η Τουρκία παράλληλα, με την οικονομική της άνθηση, ανέπτυξε περιφερειακές στρατηγικές ανεξάρτητες από την ένταξή της στην Ε.Ε. Οι στρατηγικές αυτές ενίσχυσαν διεθνώς τη θέση της και αύξησαν την αυτοπεποίθησή της. Η Ελλάδα έχει πάψει να αποτελεί τη βασική προτεραιότητα στην εξωτερική της πολιτική. Σήμερα η Τουρκία προσπαθεί να αντιμετωπίσει την Ελλάδα με τη λογική της παλαιάς οθωμανικής αυτοκρατορίας: είμαστε αρκετά μεγάλοι για να μας αγνοήσει και αρκετά μικροί για να την απειλήσουμε. Στην πραγματικότητα η Ελλάδα ενοχλεί διότι επηρεάζει τις ευρωτουρκικές σχέσεις και υπεισέρχεται δυνητικά στον ζωτικό χώρο της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν έχει αποφασίσει εδώ και καιρό να τελειώνει με την ελληνική ενόχληση. Η αίτηση της τουρκικής κρατικής εταιρείας πετρελαίου την 30ή Μαΐου 2020 να προχωρήσει σε έρευνες στην περιοχή μεταξύ Κρήτης και Ρόδου από τον Σεπτέμβριο συνιστούσε ένα άτυπο τελεσίγραφο: ελάτε να διευθετήσουμε έως τότε όλα τα μεταξύ μας θέματα. Αλλιώς θα μας αντιμετωπίσετε «στο πεδίο και θα πληρώσετε το τίμημα» (Ερντογάν, 25-7-2020).
Στις 2 Ιουλίου 2020 ο Ερντογάν εξέδωσε τη γνωστή NAVTEX για έξοδο του «Ορούτς Ρέις» αποφασίζοντας να επιταχύνει, για πολλούς λόγους: οι ασυνήθιστα παρεμβατικές πρωτοβουλίες της γερμανικής προεδρίας για αποκλιμάκωση που ενόχλησαν την Αγκυρα· ο βομβαρδισμός της βάσεως Αλ-Ουατίγια στη δυτική Λιβύη από άγνωστα μέχρι στιγμής αεροσκάφη· η οξυνόμενη σχέση με τη Γαλλία· η συζήτηση για νέες κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας στο άτυπο συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. στα τέλη Αυγούστου· η ουσιαστική απώλεια της φετινής τουριστικής περιόδου καθ’ ότι η Τουρκία δεν περιλαμβάνεται μέχρι τις 31 Αυγούστου στις ασφαλείς από κορωνοϊό χώρες.
Η ταχύτατη έξοδος του ελληνικού στόλου συγκράτησε την εξέλιξη των γεγονότων και έδωσε τη δυνατότητα στη διπλωματία να δράσει. Το μάθημα ήταν σαφές. Η Τουρκία πραγματοποιεί παρόμοιες σεισμογραφικές έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ από το 2013 χωρίς ουσιαστικές αντιδράσεις (οι πρόσφατες κυρώσεις-χάδια της Ε.Ε. προς την Τουρκία επιβλήθηκαν για τις γεωτρήσεις που ξεκίνησαν τον Μάιο του 2019 και όχι για τις σεισμογραφικές έρευνες). Από πλευράς διεθνούς δικαίου της θάλασσας η θέση της Κύπρου είναι πολύ πιο ισχυρή εν συγκρίσει προς αυτήν της Ελλάδας. Εν αντιθέσει προς την ελληνική υφαλοκρηπίδα, η κυπριακή ΑΟΖ είναι οριοθετημένη με διεθνείς συμφωνίες. Η διεθνής διπλωματική κινητοποίηση προκλήθηκε αποκλειστικώς λόγω της πιθανότητας θερμού επεισοδίου και όχι λόγω της παραβιάσεως του διεθνούς δικαίου. Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρές Ενοπλες Δυνάμεις και όρισε ότι οποιαδήποτε παραβίαση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων αποτελεί κόκκινη γραμμή.
Ο Ερντογάν υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση (όχι υποχώρηση). Εμφανίσθηκε να αποδέχεται τη γερμανική πρόταση για αποκλιμάκωση. Προσφέρθηκε να αναβάλει τις έρευνες του «Ορούτς Ρέις» για ένα μήνα και να δώσει έτσι τη δυνατότητα για διαπραγματεύσεις. Ουσιαστικά επανέρχεται στο τελεσίγραφό του, εμφανιζόμενος ότι συμμορφώνεται προς ευρωπαϊκή επιταγή. Η ταυτόχρονη ανακοίνωση διενέργειας ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ συνεχίζει να επισείει την τουρκική απειλή. Επιπλέον η Τουρκία προσπαθεί να εμφανισθεί ότι νομιμοποιημένα συνεχίζει τις έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ. Αρκεί που τις έχει διακόψει στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Σε ένα κόσμο που φωνάζει σε κάθε τόνο «μη μαλώνεις, συζήτησε!» [do not fight, talk!], Ελλάδα και Τουρκία καλούνται (και πρέπει) να συνομιλήσουν. Αλλωστε, μετά την κρίση του Μαρτίου του 1987 το ελληνικό πολιτικό σύστημα αποδέχεται ότι ο διάλογος με την Τουρκία είναι επιβεβλημένος. Ο διάλογος μπορεί υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει σε διαπραγματεύσεις,. Στον διάλογο η Ελλάδα προσέρχεται με τη θέση ότι το μόνο θέμα προς διαπραγμάτευση είναι η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο. Η Τουρκία προσέρχεται με πλειάδα θεμάτων. Σε αυτά περιλαμβάνονται η διεκδίκηση ελληνικών νησιών, η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, η αποστρατιωτικοποίηση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου και πρωτίστως η συνεκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών Ελλάδας και Κύπρου με την Τουρκία (στην τουρκική αντίληψη Ελλάδα και Κύπρος ταυτίζονται). Η Τουρκία καθοδηγείται από το ιδεολόγημα της «γαλάζιας πατρίδας», βασικό εργαλείο της οποίας είναι το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Ο βαθμός επικλήσεώς του από την Αγκυρα θα καθορίσει εάν ο διάλογος (και οι τυχόν διαπραγματεύσεις, εάν επακολουθήσουν) μπορεί να έχουν κάποιο μέλλον. Εξαιρετικά μικρή πιθανότητα…
* Ο κ. Αγγελος Συρίγος είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας στην Α’ Αθηνών.
Διαβάστε επίσης
Αλ. Διακόπουλος: Να μπούμε σε ελληνοτουρκικό διάλογο;