Η σφαίρα της οικονομικής δραστηριότητας του Δημοσίου περιορίζεται από τα φορολογικά του έσοδα και μπορεί να διευρυνθεί με δημόσιο δανεισμό. Εξυπακούεται ότι το προϊόν του δανεισμού πρέπει να εξυπηρετεί το χρέος για να μην επέλθει αδυναμία της χώρας να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της. Οταν αυτό συμβαίνει, μιλάμε για χρεοκοπία ή πτώχευση. Η πτώχευση νοείται ως τελούμενη σε καθεστώς ειρήνης, μια και η αναστολή πληρωμών λόγω γενικευμένου πολέμου συνιστά διαφορετική περίπτωση. Η πτώχευση μπορεί να γίνεται μόνο ως προς το εξωτερικό χρέος, μόνο προς το εσωτερικό ή και στα δύο.
Η «πτώχευση» του 1827. Η «πτώχευση» του 1827 παρουσιάζει την ιδιομορφία να αφορά χρέος μιας μη υπάρχουσας έως τότε κρατικής οντότητας, εξ ου και η χρήση των εισαγωγικών. Οι Εθνοσυνελεύσεις της επανάστασης εξουσιοδότησαν τους Α. Λουριώτη και Ι. Ορλάνδο να δανειστούν από τη Βρετανία χρήματα για τον Αγώνα. Ετσι συνάφθηκαν δύο δάνεια, το 1824 και το 1825. Το 40% του ποσού πήγε σε προμήθειες και ασφάλειες των μεσαζόντων και με το υπόλοιπο αγοράστηκε ένα πλοίο και παραγγέλθηκαν άλλα τέσσερα. Συνολικά μόνο δύο πλοία έφτασαν σώα στην Ελλάδα, μετά τη λήξη της επανάστασης.
Το σύγχρονο ελληνικό κράτος, υπό τον Ιωάννη Καποδίστρια και αργότερα υπό τον Οθωνα, αναγνώρισε την οφειλή των δανείων της ανεξαρτησίας, δεν προχώρησε όμως σε διακανονισμό, ερίζοντας με τους κατόχους των τίτλων που είχαν διασπαρθεί ανά την Ευρώπη για το «κούρεμα» του κεφαλαίου και τους τόκους. Τελικά, το 1878, ο Ι. Γεννάδιος κατέληξε σε συμβιβασμό με τους ομολογιούχους και η Ελλάδα ξεκίνησε να ξαναδανείζεται από τις ξένες χρηματαγορές.
Η πτώχευση του 1843. Σύμφωνα με τη συνθήκη του Λονδίνου του 1832, στην Ελλάδα δόθηκαν από Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία 60 εκατ. φράγκα ως δάνειο καταβλητέο σε δόσεις. Ο δανεισμός της χώρας έπαιρνε μορφή διεθνούς συνθήκης με πολύ λεπτομερείς υποχρεώσεις της χώρας. Ηδη από το 1835 άρχισε μια πρωτοφανής αντιπαράθεση μεταξύ δανειστών και Ελλάδας, αλλά και μεταξύ των δανειστών, που αφορούσε νέες προκαταβολές. Η οικονομία δεν προόδευε για να αναπτύξει πόρους και οι προϋπολογισμοί του κράτους ήταν ελλειμματικοί. Η εξόφληση των δόσεων «σερνόταν» από το 1837 και σταμάτησαν το 1840. Το 1843 κηρύχθηκε πτώχευση.
Η πτώχευση του 1893. Μετά το 1879, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται, αλλά ο δημόσιος δανεισμός από τις ξένες χρηματαγορές για την εκπλήρωση της Μεγάλης Ιδέας παίρνει τεράστιες διαστάσεις. Η σταφιδική κρίση οδήγησε την κατάσταση αυτή στα όριά της, με αποτέλεσμα το ελληνικό κράτος να κηρύξει, διά στόματος Τρικούπη, το 1893, πτώχευση. Η κατάσταση επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο με την ήττα στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, το 1898, που σήμανε την επανέναρξη εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους.
Η πτώχευση του 1932. Μετά το 1910, η οικονομική κατάσταση της χώρας βελτιώθηκε, αλλά το 1922 κατέρρευσε η Μεγάλη Ιδέα. Η εισροή ενάμισι εκατομμυρίου προσφύγων έθεσε ως αναπόδραστη προτεραιότητα του ελληνικού κράτους την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Τα δάνεια που χορήγησε η διεθνής κοινότητα προς την ελληνική κυβέρνηση ανακούφισαν το διψασμένο για ρευστό δημόσιο ταμείο, χωρίς, ωστόσο, να επιλύσουν το οικονομικό πρόβλημα της χώρας.
Το ελληνικό κράτος προσέφυγε, το 1927, στην Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ) και ζήτησε τη δανειακή συνδρομή της για την εξυγίανση της δραχμής. Οι διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν ήταν σκληρές και επίπονες και κατέληξαν, μεταξύ άλλων, στην ίδρυση της Τραπέζης της Ελλάδος, στην εισαγωγή του κανόνα συναλλάγματος-χρυσού, στη μετατρεψιμότητα της δραχμής και στη σύνδεσή της με τη στερλίνα.
Η κρίση του 1929 είχε παρενέργειες στη χώρα. Τον Σεπτέμβριο του 1931, η Μεγάλη Βρετανία εγκατέλειψε τον κανόνα χρυσού-συναλλάγματος. Οι πιέσεις που δέχθηκε το ελληνικό νόμισμα ήταν ισχυρές και οδήγησαν σε μεγάλες απώλειες συναλλαγματικών διαθεσίμων. Η ελληνική κυβέρνηση, για ν’ αντιμετωπίσει τις πιέσεις αυτές, επέβαλε περιοριστικούς ελέγχους στο συνάλλαγμα που δεν στάθηκαν ικανοί να ανακόψουν την αποστράγγιση των εθνικών συναλλαγματικών αποθεμάτων, ενώ η ελπίδα εξωτερικού δανείου δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ετσι, την 1η Μαΐου 1932 κηρύχθηκε ξανά πτώχευση, η τελευταία, προς το παρόν, στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Από το 1935 και εξής επαναλήφθηκε η αποπληρωμή του δημοσίου χρέους.
* Ο κ. Μιχάλης Ψαλιδόπουλος είναι καθηγητής στην έδρα «Κωνσταντίνος Καραμανλής», της Διπλωματικής Σχολής Fletcher, στο πανεπιστήμιο Tufts.