Πέρυσι, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υποσχέθηκε στους Ευρωπαίους μια γεωπολιτική επιτροπή με μια ισχυρότερη, πιο ενοποιημένη φωνή στον κόσμο που θα μπορούσε να προστατεύσει την Ευρωπαϊκή στρατηγική κυριαρχία. Ήταν μια επίκαιρη ιδέα. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, με μια παγκόσμια πανδημία να αλλάζει τα πάντα, οι Ευρωπαίοι πολίτες υπολογίζουν το κόστος της απουσίας μιας γεωπολιτικής Ευρώπης.
Εν μέσω μιας πανδημίας, της κλιματικής αλλαγής και μιας παγκόσμιας ύφεσης, οι μεγάλες δυνάμεις μετατρέπουν τους δεσμούς μεταξύ των χωρών σε όπλα για να τιμωρήσουν η μία την άλλη. Η Κίνα έχει απειλήσει να παρακρατήσει ιατρικές προμήθειες από ευρωπαϊκές χώρες που δεν την υποστηρίζουν πολιτικά. Οι ΗΠΑ απειλούν με οικονομικές κυρώσεις για να επιβάλλουν την πολιτική που εφαρμόζουν στο Ιράν στους Ευρωπαίους. Η Τουρκία απειλεί να στείλει πρόσφυγες στην Ευρώπη εάν η ΕΕ δεν της καταβάλλει χρήματα ή δεν την υποστηρίξει στη Λιβύη. Και η Ρωσία παρεμβαίνει στις εκλογές μας και πολιτικοποιεί την προμήθεια του φυσικού αερίου. Οι δημοσκοπήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων καταδεικνύουν ότι αυτές οι εξελίξεις οδήγησαν μεγάλες πλειοψηφίες στο να διαπιστώσουν ότι η συνεργασία είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της εθνικής κυριαρχίας. Σε έναν όλο και πιο επικίνδυνο κόσμο, το 63% των Ευρωπαίων θέλουν να δουν περισσότερη ευρωπαϊκή συνεργασία ως αποτέλεσμα της νόσου COVID-19. Ακόμη και σε λιγότερο φιλοευρωπαϊκά κράτη-μέλη, όπως η Γαλλία (52%), η Σουηδία (51%) και η Δανία (53%), περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες τάχθηκαν υπέρ αυτής της άποψης.
Παρά τη σαφή αυτή απαίτηση από τους πολίτες, στη σχεδόν 90λεπτη ομιλία της φον ντερ Λάιεν σε τρεις γλώσσες δεν αναφέρθηκε η έννοια της γεωπολιτικής επιτροπής. Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρουσίασε έναν μακρύ κατάλογο προβλημάτων, αλλά δεν άφησε να εννοηθεί ότι η Ευρώπη χρειάζεται να αναθεωρήσει τη συνολική της προσέγγιση στη γεωπολιτική.
Τι συνέβη; Γιατί ήταν τόσο δύσκολο να δημιουργηθεί η «γεωπολιτική επιτροπή» που υποσχέθηκε η φον ντερ Λάιεν πέρυσι; Το ευρωπαϊκό σχέδιο ανάκαμψης θα πρέπει να επιτρέψει στην Ευρώπη όχι μόνο να ανακτήσει, αλλά να αυξήσει την κυριαρχία και την οικολογική της συνείδηση. Για να γίνει όμως αυτό, η φον ντερ Λάιεν θα πρέπει να αντιμετωπίσει δύο βασικά προβλήματα:
Το πρώτο έχει να κάνει με τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Όλα τα κράτη-μέλη δηλώνουν ότι θέλουν μια πιο γεωπολιτική Ευρώπη, αλλά τα περισσότερα, ουσιαστικά, εννοούν ότι θέλουν η ΕΕ να λάβει σοβαρότερα τα γεωπολιτικά τους προβλήματα. Για τα κράτη στην Ανατολή αυτό σημαίνει εστίαση στη Ρωσία. Για τα κράτη του Νότου, σημαίνει προσοχή στα προβλήματα στη Μεσόγειο. Άλλα κράτη, ανησυχούν για τα Βαλκάνια και την Τουρκία. Ένα μεγάλο μέρος της Βόρειας Ευρώπης απασχολεί η προστασία της ΕΕ από την επιθετική εμπορική πολιτική της Κίνας.
Φυσικά, η πρόεδρος της Επιτροπής δεν ελέγχει τα κράτη-μέλη, ιδίως σε θέματα εθνικής ασφάλειας. Αλλά για να δράσει η ΕΕ πιο γεωπολιτικά εν μέσω τέτοιων διαιρέσεων, χρειάζεται ένας μηχανισμός που θα έχει ως σκοπό να δίνει προτεραιότητα σε τέτοια ζητήματα, να εγγυάται την αλληλεγγύη των κρατών-μελών σε θέματα που δεν έχουν ενδιαφέρον και να διευθετεί διαφορές όταν τα κράτη-μέλη δεν συμφωνούν.
Αναγνωρίζοντας αυτό το πρόβλημα, η ομιλία πρότεινε την εισαγωγή ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία στην εξωτερική πολιτική, τουλάχιστον σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κυρώσεων. Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα θεωρητικά, αλλά το μόνο που κάνει είναι να παρέχει έναν τρόπο να αγνοούνται τα απείθαρχα κράτη. Μια καλύτερη προσέγγιση από την παράκαμψη των κρατών-μελών σε θέματα που τα ενδιαφέρουν, είναι να δώσουν σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να καταλάβουν ότι η Ευρώπη είναι η πρώτη γραμμή άμυνάς τους σε αυτούς τους τομείς και ότι θα χάσουν κάτι σημαντικό εάν αποδυναμώσουν την ΕΕ σε άλλους τομείς που τα ενδιαφέρουν λιγότερο.
Μια δεύτερη προσέγγιση, αφορά τον γραφειοκρατικό μηχανισμό της ΕΕ στις Βρυξέλλες, τον οποίο ελέγχει η φον ντερ Λάιεν. Η έννοια της γεωπολιτικής προσέγγισης περιλαμβάνει τη χρήση όλων των εργαλείων διακυβέρνησης για την επίτευξη γεωπολιτικών στόχων. Έτσι, οι Αμερικανοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν την αμυντική τους σχέση με τους Ευρωπαίους για να απαιτήσουν εμπορικές παραχωρήσεις, ενώ οι Κινέζοι χρησιμοποιούν την κυριαρχία τους στις ιατρικές προμήθειες για να τιμωρήσουν τους Ολλανδούς για την πολιτική τους προς την Ταϊβάν. Η ΕΕ, όμως, δημιουργήθηκε ειδικά για να αποφεύγονται τέτοιες διαμάχες, παρόλο που δεν υπάρχει μια πραγματική διαδικασία για αυτόν τον σκοπό. Η ιδέα, για παράδειγμα, της χρήσης παραχωρήσεων σε μια εμπορική συμφωνία της ΕΕ για την απόκτηση γεωπολιτικών παραχωρήσεων αποτελεί ανάθεμα σε όσους κρίνονται από την ποιότητα των εμπορικών τους συμφωνιών.
Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτό το εσωτερικό ζήτημα δεν αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην ομιλία της, αλλά είναι θεμελιώδους σημασίας για τη δημιουργία μιας γεωπολιτικής Ευρώπης. Όλοι στις Βρυξέλλες αναγνωρίζουν ότι μια γεωπολιτική προσέγγιση απαιτεί μεγαλύτερο συντονισμό μεταξύ των θεμάτων, αλλά, επίσης, όλοι πιστεύουν ότι η οργάνωσή τους πρέπει να κάνει τον συντονισμό. Λογικά, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, με επικεφαλής τον Ύπατο Εκπρόσωπο Ζοζέπ Μπορέλ, φαντάζει ως η πιο λογική λύση. Θα ήταν μια χαμένη ευκαιρία αν δεν ενδυναμωνόταν περισσότερο.
Το σχέδιο ανάκαμψης επιτρέπει στην ΕΕ να επενδύσει στην οικοδόμηση μιας πιο κυρίαρχης Ευρώπης σε θέματα για τα οποία ενδιαφέρονται οι πολίτες. Αντί να επιτρέπει τόσο μεγάλο μέρος των χρημάτων να δαπανώνται αόρατα μέσω των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής, η ΕΕ πρέπει να θέσει ρητά τον στόχο της επένδυσης στην υποδομή μιας κυρίαρχης Ευρώπης. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει κοινά αποθέματα ιατρικού εξοπλισμού για την αντιμετώπιση μελλοντικών πανδημιών, καλά ρυθμισμένες βάσεις δεδομένων για την κατάρτιση τεχνητής νοημοσύνης, επενδύσεις σε υποδομές για την προώθηση της ενεργειακής ανεξαρτησίας και τη μετάβαση σε χαμηλές εκπομπές άνθρακα, καθώς και κοινά αμυντικά έργα και επενδύσεις.
Αυτή η ιδέα κερδίζει ήδη ευρεία υποστήριξη. Οι δημοσκοπήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων έδειξαν ότι η στήριξη για δράση απέναντι στην κλιματική αλλαγή έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας: το 60% των Ισπανών ψηφοφόρων δήλωσε ότι η υποστήριξή τους για την εφαρμογή των δεσμεύσεων για το κλίμα είχε αυξηθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού. Η φον ντερ Λάιεν προώθησε ορισμένες από αυτές τις ιδέες στην ομιλία της, αλλά χωρίς εστίαση στις γεωπολιτικές πτυχές αυτών των πρωτοβουλιών, πιθανότατα θα επηρεαστούν από τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών-μελών και των θεσμικών οργάνων των Βρυξελλών.
Είναι ακόμη νωρίς στη θητεία της φον ντερ Λάιεν. Η ΕΕ δεν επρόκειτο ποτέ να γίνει γεωπολιτικός παράγοντας σε λίγους μήνες ή ακόμη και σε πέντε χρόνια. Αλλά, όπως σημείωσε, ο κόσμος δεν περιμένει να αποφασίσει η ΕΕ: η Ευρωπαϊκή Στρατηγική Κυριαρχία διαβρώνεται καθημερινά. Δεν είναι πολύ νωρίς για να θέσουμε τις θεσμικές βάσεις για επιτυχία. Η ΕΕ διαθέτει όλα τα απαραίτητα εργαλεία για να το καταφέρει αυτό. Για την πραγμάτωση αυτών των προοπτικών, η φον ντερ Λάιεν πρέπει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι υπάρχουν ισχυρά συμφέροντα στα κράτη-μέλη και στις Βρυξέλλες που κατανοούν την ιδέα της γεωπολιτικής πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι εκείνη.
* Ο Τζέρεμι Σαπίρο είναι διευθυντής έρευνας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων. Προηγουμένως ήταν ειδικός σύμβουλος του Υφυπουργού Εξωτερικών για την Ευρώπη και την Ευρασία στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ.