ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Σε συμφωνία για τη στάση τους απέναντι στην Τουρκία κατέληξαν, έπειτα από εργώδεις διαπραγματεύσεις, τα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε., αίροντας με τον τρόπο αυτό και το αδιέξοδο που είχε δημιουργηθεί σχετικά με την επιβολή κυρώσεων στη Λευκορωσία. Oπως ανακοίνωσε λίγο μετά τις 2 τα ξημερώματα ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, «συμφωνήσαμε σε μία διπλή στρατηγική» απέναντι στην Τουρκία. «Η θετική ατζέντα με την Τουρκία προϋποθέτει θετικές κινήσεις και από την πλευρά της, τον τερματισμό των μονομερών ενεργειών που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο», είπε ο κ. Μισέλ, επιβεβαιώνοντας ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα επανέλθει στο ζήτημα της στάσης της Αγκυρας τον προσεχή Δεκέμβριο. «Κανείς δεν μπορεί να μας διαιρέσει», δήλωσε από την πλευρά της η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Ενώ η συζήτηση για τη στρατηγική σχέση με την Αγκυρα ήταν προγραμματισμένη για το δείπνο των ηγετών, αποφασίστηκε να ξεκινήσει από την αρχή της συνεδρίασης, μαζί με το θέμα της Λευκορωσίας. «Ηταν απόφαση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Μισέλ, γιατί τα πάντα εξαρτώνται από την Τουρκία», όπως το έθεσε μία πηγή.
Εως τις πρώτες πρωινές ώρες, συνεχίζονταν οι προσπάθειες για την εξεύρεση μιας διατύπωσης που θα ικανοποιούσε όλες τις πλευρές. Η ελληνική και η κυπριακή πλευρά ζήτησαν τροποποιήσεις στο πρώτο προσχέδιο, που κυκλοφόρησε γύρω στις 6 το απόγευμα τοπική ώρα. Στο προσχέδιο εκφραζόταν η αλληλεγγύη της Ε.Ε. με την Ελλάδα και την Κύπρο, «των οποίων η κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα πρέπει να γίνουν σεβαστά».
Οι «27» καλωσόριζαν τη συμφωνία για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και καλούσαν την Αγκυρα να σταματήσει τις «παράνομες» έρευνες και γεωτρήσεις σε «διαφιλονικούμενα ύδατα» στην Ανατολική Μεσόγειο. Γινόταν επίσης αναφορά στην ανάγκη «ταχείας επανέναρξης» των συνομιλιών για το Κυπριακό, που θα περιλαμβάνει και το θέμα του διαμοιρασμού των πιθανών εσόδων από το φυσικό αέριο στις παρακείμενες θαλάσσιες περιοχές. Υπό τον όρο της «μακροχρόνιας» αποκλιμάκωσης στην περιοχή, αναφερόταν, θα μπορούσε να εγκαινιαστεί μία νέα θετική ατζέντα με την Τουρκία, εστιάζοντας στον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης, στην επανέναρξη του πολιτικού διαλόγου σε υψηλό επίπεδο και σε πιο συχνές επαφές σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών. Στο προσχέδιο δεν υπήρχε αναφορά σε κυρώσεις, αλλά στη χρήση «όλων των διαθέσιμων εργαλείων» για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών-μελών.
Ο κ. Μισέλ διέκοψε τη συνεδρίαση και στη συνέχεια έλαβε χώρα συνάντηση Μητσοτάκη, Αναστασιάδη, Μέρκελ και Μακρόν, με τη συμμετοχή και του ιδίου, για την εξεύρεση συμβιβασμού (παρά τις αρχικές πληροφορίες, δεν συμμετείχε στη συνάντηση η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν). Σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική πλευρά επέμεινε ότι η αναφορά σε μελλοντικό διάλογο με την Αγκυρα πρέπει να εξισορροπηθεί με αναφορά σε κυρώσεις σε περίπτωση που η αποκλιμάκωση αποδειχθεί προσχηματική. Η καγκελάριος Μέρκελ, ωστόσο, δεν επιθυμούσε να υπάρξει αναφορά σε κυρώσεις, επικαλούμενη μεταξύ άλλων τη συμφωνία που ανακοινώθηκε νωρίτερα περί μηχανισμού απεμπλοκής (deconfliction mechanism) μεταξύ Αθήνας και Aγκυρας υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ. Η Αθήνα πρότεινε επίσης να απαιτηθεί ο «άμεσος τερματισμός» των δραστηριοτήτων της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ και να συμπεριληφθεί αναφορά στον ρόλο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης στην επίλυση διαφορών για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών.
Κατά τη διάρκεια του δείπνου των ηγετών, παρουσιάστηκε το νέο προσχέδιο, με πιο αιχμηρές αναφορές απέναντι στην Τουρκία. Σύμφωνα με αυτό, η Ε.Ε. «καταδικάζει σθεναρά» τις παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις (στο πρώτο προσχέδιο αναφερόταν απλά ότι πρέπει να σταματήσουν). Επιπλέον, περιλαμβάνεται η διατύπωση περί χρήσης όλων των διαθέσιμων εργαλείων, με αναφορά στα συγκεκριμένο άρθρα των Συνθηκών (29 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Eνωση και 215 της ΣΛΕΕ) που αφορούν τη διαδικασία κυρώσεων και δεσμεύεται η Ε.Ε. να αποφασίσει έως τον Δεκέμβριο αν η Τουρκία έχει συμμορφωθεί με τους όρους της ουσιώδους αποκλιμάκωσης. Στη νέα τροποποίηση, απαλείφθηκε η αναφορά στον διαμοιρασμό των εσόδων από το φυσικό αέριο μεταξύ των Ελληνοκυπρίων και της τουρκοκυπριακής κοινότητας.