Την φωτογραφία την έχουμε δει όλοι! Ο πρύτανης του Οικονομικού Πανεπιστημίου με μια ταμπέλα κρεμασμένη με την βία στο λαιμό του.
Στα χρόνια των Eς-Eς, η ταμπέλα έλεγε «Είμαι γουρούνι» -την κρεμούσαν στους Ρομά, τσιγγάνους ή γύφτους- ή «Έχω προδώσει τη φυλή μου» -την κρεμούσαν στις γυναίκες που είχαν σχέσεις με Εβραίους. Στην δεκαετία του ‘50 αυτή η ταμπέλα στην Ελλάδα έλεγε «είμαι τεντιμπόης». Και στην δεκαετία του ’60 αυτή η ταμπέλα στην Κίνα ήταν για τους εχθρούς του Μάο.
Η φασιστικής εμπνεύσεως πράξη των κουκουλοφόρων της Πατησίων, μπορεί να είναι η πιο φρικιαστική φωτογραφική αποτύπωση μιας εγκληματικής δράσης δεκαετιών -δράσης που περιλαμβάνει βαριοπούλες, καταστροφές, απειλές- όμως δεν είναι το μόνο που πρέπει να μας απασχολήσει αυτές τις μέρες.
Το άλλο προκλητικό και ταυτοχρόνως γελοίο είναι ο ισχυρισμός κάποιων ότι αυτή η πράξη προσβάλλει το ελληνικό πανεπιστήμιο. Και για να εξειδικεύσουν αυτό το «προσβάλλει» παρουσιάζουν τα σημερινά Πανεπιστήμια ως χώρους ελεύθερης έκφρασης, δημιουργίας και ευγενούς άμιλλας. Κυψέλες όπου προάγεται η επιστήμη.
Αυτό το πανεπιστήμιο όμως δεν υπάρχει. Νησίδες μόρφωσης, με λαμπρά μυαλά και πρωτοποριακή έρευνα, ναι, έχουμε. Όμως δεν είναι ο κανόνας στα πανεπιστήμιά μας. Είναι η εξαίρεση. Και αυτές οι νησίδες όπου υπάρχουν ασφυκτιούν ή μαραζώνουν χρόνο με τον χρόνο. Γιατί η γνώση και η επιστήμη θέλουν κοινότητα για να υπάρξουν και να πολλαπλασιαστούν. Και το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν τη διαθέτει.
Οι φοιτητικές παρατάξεις δεν μπορούν εδώ και δεκαετίες να συμφωνήσουν ούτε για το πόσες ψήφους παίρνουν. Διαφωνούν και στην πρόσθεση οι φοιτητοπατέρες. Συμφωνούν όμως και μοιράζουν μεταξύ τους τους πρωτοετείς και στη συνέχεια ανάλογα τις επιδόσεις τους γίνονται γλάστρες, μικρές ή μεγάλες, στις προεκλογικές εμφανίσεις πολιτικών αρχηγών.
Στο άλλο σκέλος της «κοινότητας», η Ελλάδα διαθέτει τις περισσότερες κληρονομικές έδρες από όλα τα πανεπιστήμια της Ευρώπης. Καθηγητές ιατρικής παραδίδουν τις έδρες τους στους γαμπρούς τους και καθηγητές θεολογίας κάνουν καθηγητές ακόμη και τις νύφες τους (μετά τους γιους τους βεβαίως). Άλλοι κάνουν χρυσές δουλειές με προγράμματα, μελέτες και πιστοποιήσεις και κάποιοι άλλοι γίνονται γενικοί γραμματείς ή σύμβουλοι υπουργών. Όλοι διατεθειμένοι να λύσουν το πρόβλημα της χώρας, της Ευρώπης, ίσως και του κόσμου όλου, αλλά αδύναμοι να αντιδράσουν σε αυτά που συμβαίνουν στα αμφιθέατρά τους.
Και βέβαια κανένας διάλογος δεν γίνεται και καμία εποικοδομητική σύγκρουση ιδεών. Οι φιλελεύθεροι μιλούν με τους φιλελεύθερους, οι αριστεροί με τους αριστερούς και οι αντιεξουσιαστές με τους αντιεξουσιαστές. Και όταν τυγχάνει να συναντηθούν, αναλαμβάνουν ρόλο τα καδρόνια, οι κομματικοί στρατοί ή οι μπράβοι που ο καθένας μπορεί να κινητοποιήσει. Όλα αυτά σε μια χώρα που είναι πρωταθλήτρια στην εξαγωγή φοιτητών. Δεν υπάρχει χώρα που να μη στέλνουμε φοιτητές. Ακόμη και στις καθημαγμένες χώρες της Αφρικής θα βρεις να σπουδάζουν Έλληνες. Γιατί «το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν αντέχεται». Και δεν είναι βέβαια μόνο τα παιδιά της «πλουτοκρατίας» αλλά δεκάδες χιλιάδες παιδιά κάθε χρόνο που οι δικοί τους δίνουν ό,τι έχουν και δεν έχουν για να τα σπουδάσουν. Ό,τι έχουν και δεν έχουν όμως για 4 ή 5 χρόνια και όχι για μια ζωή.
Γιατί το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει και αυτό το παράδοξο. Μπαίνεις και δεν ξέρεις πότε θα βγεις. Και δεν είναι ανάγκη και να βγεις. Δεν έχεις καν την υποχρέωση να πας εκεί που θα μπεις. Μπορείς απλώς να περιμένεις να μεταγραφείς. Και έτσι έχουμε καθηγητές με 800 γραπτά και καθηγητές με 8 γραπτά – κάποιοι σε άχρηστες σχολές που στήνονται έτσι χωρίς πρόγραμμα, ως δωράκι στις τοπικές κοινωνίες. Και χρήματα να ρέουν ή να κόβονται χωρίς αξιολόγηση και χωρίς να συναρτώνται με τις πραγματικές επιδόσεις τμημάτων και σχολών.
Δεν ξέρω λοιπόν πού θα σταματήσει αυτός ο κατήφορος. Προφανώς η φύλαξη των ελληνικών πανεπιστημίων είναι το πρώτο άμεσο και αναγκαίο βήμα. Ακόμη θυμάμαι, παρεμπιπτόντως, την αναμονή μου στην «πόρτα» της Σορβόννης -είχα τότε την ιδιότητα αρχηγού πολιτικού κόμματος- και περίμενα ώρα πολλή μέχρι να φτάσει στους φύλακες, υπογεγραμμένη η άδεια εισόδου από την Προεδρία του Ιδρύματος. Αλλά αλίμονο αν πιστέψουμε ότι αρκούν οι φύλακες για να αναστήσουμε το ελληνικό πανεπιστήμιο. Αυτή τη φορά πρέπει να κάνουμε όσα δειλιάσαμε να κάνουμε δεκαετίες τώρα. Ακούγοντας όμως τους «σιωπηλούς». Τους ανένταχτους φοιτητές που ασφυκτιούν. Τους καθηγητές που δεν περιφέρονται στους προθαλάμους των κομμάτων. Και βέβαια τους πανεπιστημιακούς μας που διαπρέπουν στο εξωτερικό, αυτούς που φωνάξαμε το 2011 και τους διώξαμε σχεδόν κλοτσηδόν το 2015. Από όλους αυτούς πρέπει να αποσπάσουμε το «μυστικό». Το «μυστικό» που θα κάνει την διαφορά σε αυτή την τελευταία προσπάθεια ριζικής μεταρρύθμισης της ζωής των ελληνικών πανεπιστημίων.
Για να ξαναγίνουν τα πανεπιστήμια χώροι κοινωνικής πρωτοπορίας, όπως έγραψε ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών, αναφωνώντας ειρωνικά «Ευχαριστούμε τους Κόκκινους Χμερ και τους Ναζί της Πατησίων».
Ακούστε εδώ: