Η συμφωνία που υπεγράφη χθες υπό τα βλέμματα του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη συνιστά επί της ουσίας ένα άλμα πίστης σχετικά με τις δυνατότητες Γαλλίας και Ελλάδας να κάνουν τις σχέσεις τους ακόμα πιο στενές, αλλά και να αποτελέσουν ένα παράδειγμα για το πώς θα όφειλε να είναι μια συνεκτική εξωτερική και αμυντική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής είναι αμιγώς διμερής και ξεπερνάει κατά πολύ τις προβλέψεις του άρθρου 42.7 της Συνθήκης της Λισσαβώνας και του άρθρου 5 της Συνθήκης της Ουάσιγκτον (ΝΑΤΟ), καθώς εμμέσως πλην σαφώς δίνει τη δυνατότητα ενεργοποίησης, ακόμα και σε περίπτωση που η απειλή προέλθει από χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ.
Διπλωματικές πηγές ανέφεραν ενδεικτικά χθες ότι πρόκειται για την πρώτη φορά που τέτοια ρήτρα περιέχεται σε διμερή συμφωνία της Ελλάδας με Ευρωπαίο εταίρο ή σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, γεγονός που δημιουργεί νέο περιβάλλον όσον αφορά την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας και της κυριαρχίας της χώρας μας. Ανάλογη συμφωνία, σημείωναν οι ίδιες πηγές, είχε υπογραφεί πέρυσι από τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια και τον Εμιρατινό ομόλογό του.
Επί της ουσίας, η συμφωνία δένει την Ελλάδα με τη Γαλλία με τρόπους οι οποίοι νωρίτερα ήταν αδιανόητοι. Στο άρθρο 2 της συμφωνίας γίνεται λόγος για συνδρομή «εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μια ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας» μιας από τις δύο χώρες. Θεσμοθετούνται ετήσιοι στρατηγικοί διάλογοι και διαβουλεύσεις για θέματα που απλώνονται σε μια ευρεία γκάμα.
Η στρατιωτική συνεργασία προβλέπεται εκτενής, ωστόσο ενδιαφέρουσα είναι η παράμετρος των επισκέψεων αεροσκαφών και πολεμικών πλοίων σε προκαθορισμένα αεροδρόμια και λιμάνια και των κοινών ασκήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο. Επιπλέον, προβλέπεται ρητά η συμμετοχή των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων σε θέατρα επιχειρήσεων όπως το Σαχέλ.
Είναι απολύτως σαφές ότι οι εξελίξεις αυτές απέκτησαν ταχύτατη δυναμική μετά την υπογραφή της AUKUS, αλλά και τις επαφές Μακρόν – Μητσοτάκη στην Αθήνα προ ολίγων ημερών, έπειτα από τη Σύνοδο EUMED9. Είναι λοιπόν δεδομένο ότι με διάφορους τρόπους η ψυχρότητα στις σχέσεις Γαλλίας – ΗΠΑ δημιούργησε πίεση στο Παρίσι, προκειμένου να ενισχύσει τον περιφερειακό ρόλο του σε κάποιο μέτωπο. Αυτό εξηγεί και τη ραγδαία βελτίωση των προτεινόμενων για τη νέα φρεγάτα του Πολεμικού Ναυτικού (Π.Ν.) από τη «Naval», αλλά κυρίως την πρόθεση του Παρισιού να προχωρήσει σε μια τόσο δεσμευτική συμφωνία με ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής.
Τόσο ο κ. Μακρόν όσο και ο κ. Μητσοτάκης έσπευσαν να διευκρινίσουν ότι η συμφωνία δεν αλλάζει τον στρατηγικό και ιστορικό χαρακτήρα που έχει η σχέση της Ευρώπης και κάθε χώρας ξεχωριστά με τις ΗΠΑ. Μάλιστα, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Μητσοτάκης έσπευσε να διευκρινίσει ότι η Αθήνα θα υπογράψει τις επόμενες εβδομάδες την τροποποίηση του πρωτοκόλλου της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) με πενταετή διάρκεια. Ο κ. Μητσοτάκης ουσιαστικά με τον τρόπο αυτό άφησε να εννοηθεί ότι η ενίσχυση των σχέσεων με τη Γαλλία δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι δυνατόν να διακινδυνεύσει τις εξαιρετικά καλές σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Επί του πρακτέου οι διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον για την MDCA θα συνεχιστούν εντατικά μέχρι τις 14 Οκτωβρίου, όταν κ. Δένδιας μεταβεί στις ΗΠΑ για την υπογραφή. Εως τότε η Αθήνα εξακολουθεί να ελπίζει ότι θα αμβλυνθούν οι αντιρρήσεις του Πενταγώνου για τη χρήση της Σκύρου ως τοποθεσίας που μπορεί να φιλοξενήσει προσωρινά αμερικανικά στρατεύματα. Ενώ είναι απολύτως σαφές ότι θα συνεχιστεί μέχρι τέλους η συζήτηση για την πολιτική δέσμευση των ΗΠΑ, είτε με κάποια επιστολή του υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν είτε με κάποιο άλλο κείμενο.