Η συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τη Γαλλία που συζητείται στη Βουλή είναι επωφελής για τη χώρα.
Η αξιωματική αντιπολίτευση εγείρει δύο ενστάσεις. Η πρώτη, που αφορά το κατά πόσον καλύπτει την ελληνική υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, δεν στερείται βάσης. Εχει, άλλωστε, επισημανθεί από βαθείς γνώστες των θεμάτων, και όχι απαραίτητα με επιθετικά αντιπολιτευτικό ύφος. Αναφέρω χαρακτηριστικά τον πρώην υπουργό Εξωτερικών και Αμυνας, Ευάγγελο Βενιζέλο.
Η δεύτερη ένσταση αφορά τον «κίνδυνο» να σταλούν ελληνικές δυνάμεις σε περιοχή γαλλικού ενδιαφέροντος, σε περίπτωση που το Παρίσι ζητήσει τη συνδρομή μας.
Εδώ η αντίρρηση του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων, είναι έωλη. Δεν γίνεται να θες τη στήριξη του εταίρου σου, αλλά να μην του προσφέρεις τη δική σου. Δεν ξέρω αν ποτέ θα μας ζητούσε η Γαλλία να τη βοηθήσουμε με ελληνικές δυνάμεις στη Νέα Καληδονία ή ακόμη και στην Αφρική, αλλά η σχέση είναι αμφίδρομη.
Ισως να μην είναι τόσο εύπεπτη για την ελληνική κοινωνία αυτή η πτυχή της συμφωνίας, αλλά δεν γίνεται να τα έχουμε όλα δικά μας.
Η ώριμη και νηφάλια αποτίμηση της συμφωνίας καταλήγει αβίαστα στο συμπέρασμα ότι είναι χρήσιμη και συμφέρουσα σε πολλά επίπεδα, στρατιωτικά σε σχέση με την Τουρκία και γεωπολιτικά σε ό,τι αφορά την προβολή ισχύος στην ευρύτερη Αν. Μεσόγειο. Επιπροσθέτως, είναι μια συμφωνία που είχε ξεκινήσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση και υπό αυτό το πρίσμα η λογική επιτάσσει να την υπερασπιστεί.
Το αν η αξιωματική αντιπολίτευση θα περιορισθεί σε κριτική και αστερίσκους για τα επιμέρους σημεία ή θα φθάσει στην καταψήφισή της συνολικά, όπως προσανατολίζεται, είναι δική της υπόθεση.
Το βέβαιο είναι ότι, ως κόμμα εξουσίας που δεν αποκλείεται να βρεθεί και πάλι στην κυβέρνηση, γνωρίζει πως το συνολικό αποτύπωμα της συγκεκριμένης συμφωνίας είναι θετικό.
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση στη Βουλή γι’ αυτό το σημαντικό όσο και ευαίσθητο ζήτημα θα έπρεπε να μας διαφωτίσει. Η κυβέρνηση να προβάλει τα στρατηγικά οφέλη, όπως φυσικά και να ενημερώσει λεπτομερώς σε ό,τι αφορά το κόστος για το Δημόσιο, και η αντιπολίτευση να καταθέσει νηφάλια και εμπεριστατωμένα τις όποιες ενστάσεις της. Να μην ακουστούν για άλλη μία φορά φωνασκίες περί ανίκανων, ψευτών και κλεφτών.
Ολα δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταψηφίσει τη συμφωνία. Ακόμη και έτσι, ας προσπαθήσουμε ως χώρα να αξιοποιήσουμε αυτήν του τη στάση.
Η κυβέρνηση ορθώς υπεραμύνεται της συμφωνίας και προχωρά ταχύτατα στην κύρωσή της. Χρήσιμο θα ήταν να επιχειρήσει η Αθήνα να αποσπάσει από το Παρίσι και κάποια περαιτέρω δέσμευση, έστω και με τη μορφή δήλωσης, που δεν θα μπορούν να αγνοήσουν κάποιοι.
Χωρίς να φθάσει κανείς σε παραλληλισμό με το «Βυθίσατε το Χόρα» του ’76 από τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Ανδρέα Παπανδρέου – διαφορετικό περιβάλλον, πρωταγωνιστές και στόχευση – η κυβέρνηση «οπλισμένη» με τις έντονες επιφυλάξεις πολλών και την αρνητική ψήφο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχει κάθε λόγο να αναδείξει σε διαβουλεύσεις με το Παρίσι τη σημασία που αποδίδουν όλα τα κόμματα, και ευρύτερα η ελληνική κοινωνία, στον υποστηρικτικό ρόλο της Γαλλίας σε ό,τι αφορά τη διασφάλιση της ελληνικής κυριαρχίας στην επικράτεια και των δικαιωμάτων της Ελλάδας στις θαλάσσιες ζώνες.