Αλλαγή ύφους ή στρατηγικής του Βερολίνου κατά της Τουρκίας;

Αλλαγή ύφους ή στρατηγικής του Βερολίνου κατά της Τουρκίας;

Αναλυτές εξηγούν στην «Κ» την επόμενη μέρα στις γερμανοτουρκικές σχέσεις μετά το επεισόδιο Μπέρμποκ – Τσαβούσογλου

3' 46" χρόνος ανάγνωσης

Ο διορισμός της Πράσινης Αναλένα Μπέρμποκ στη θέση της ηγεσίας της γερμανικής διπλωματίας είχε εξαρχής προκαλέσει ικανοποίηση στην Αθήνα, αφού το κόμμα της ανέκαθεν διέθετε τις πλέον φιλελληνικές και –ταυτόχρονα– αντιτουρκικές θέσεις στο Βερολίνο. Στη διάρκεια της κρίσης χρέους το Κόμμα των Πρασίνων διαφωνούσε πλήρως με τη σκληρή γραμμή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ενώ μέχρι πριν από την ένταξή του στον τρικομματικό συνασπισμό υπό τον Ολαφ Σολτς ζητούσε «πάγωμα» της πώλησης γερμανικών υποβρυχίων στην Αγκυρα και χειρονομίες καλής θέλησης στο θέμα των γερμανικών επανορθώσεων προς τη χώρα μας (επανεξέταση της αποπληρωμής του κατοχικού δανείου προς την Ελλάδα, αποζημιώσεις σε θύματα των ναζί που δεν έχουν μέχρι σήμερα αποκατασταθεί επαρκώς, επανορθώσεις προς τις εβραϊκές κοινότητες της χώρας μας, επενδύσεις σε χωριά και πόλεις που καταστράφηκαν από τους Γερμανούς και ουδέποτε αποζημιώθηκαν).

Αν κατά την επίσκεψή της στην Αθήνα η Μπέρμποκ δεν επέδειξε κάποια εντυπωσιακή μεταστροφή στην πολιτική του Βερολίνου, η έκπληξη ήρθε στη συνέχεια από τη δημόσια αντιπαράθεσή της με τον Τούρκο ομόλογό της Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος την κατηγόρησε ότι αναπαράγει την ελληνική και κυπριακή προπαγάνδα. Παράλληλα, η δηκτική αναφορά της στην υπόθεση του Οσμάν Καβαλά και στη μη συμμόρφωση της Αγκυρας με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, η έκφραση της αντίθεσης σε μια πιθανή τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία, αλλά και η συνάντησή της με στελέχη του κουρδικού κόμματος HDP έδειξαν πόσο απομακρύνεται η Γερμανία από την εποχή της πρώην καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ. Τότε δηλαδή που η αποκαλούμενη «ηγέτης του ελεύθερου κόσμου» καθόταν στον χρυσοποίκιλτο θρόνο του προεδρικού μεγάρου του Ταγίπ Ερντογάν λίγους μήνες πριν από την κρίσιμη αναμέτρηση του φθινοπώρου του 2015 στην Τουρκία, συγκεντρώνοντας τα βέλη αντιπολίτευσης και Τύπου στη Γερμανία ότι συμμετείχε στην προεκλογική εκστρατεία του σουλτάνου.

Υπάρχει όμως ουσιαστική αλλαγή στη γερμανική εξωτερική πολιτική ή η απόκλιση περιορίζεται σε επίπεδο ύφους και ρητορικής; «Η εξωτερική πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης έχει αλλάξει, αφού βασίζεται πιο πολύ σε βασικές αρχές (“werteorientierte Außenpolitik”). Την ίδια στιγμή όμως, η πολιτική του Βερολίνου είναι υπό πίεση να βρει τη σωστή ισορροπία, αφού ο πόλεμος στην Ουκρανία τής επιβάλλει μια προσέγγιση που υπακούει στις ανάγκες της Realpolitik», λέει στην «Κ» ο Γιάννης Εμμανουηλίδης, διευθυντής ερευνών του European Policy Center (EPC) με έδρα τις Βρυξέλλες. O Ράφαελ Λος, συντονιστής αναλύσεων πανευρωπαϊκών δεδομένων του European Council of Foreign Policy (ECFR), συμφωνεί ότι η ρητορική της Μπέρμποκ απηχεί αυτήν τη στροφή, αποφεύγει όμως να πάρει θέση κατά πόσον αυτή η αλλαγή θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στους συσχετισμούς στο Αιγαίο ή θα παραμείνει μόνο σε φραστικό επίπεδο. «Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν αν οι δηλώσεις αυτές θα μετουσιωθούν σε πράξεις», επισημαίνει στη διάρκεια συνομιλίας με την «Κ».

Οσοι βιάστηκαν να διαγνώσουν στροφή 180 μοιρών έναντι της Ελλάδας, ξέχασαν μάλλον ότι στη σημερινή κυβέρνηση της Γερμανίας συμμετέχουν άλλα δύο κόμματα με διαφορετική ατζέντα και στρατηγική. Αυτήν την εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών και ηγέτης των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ, για τον οποίο πολλοί ανησυχούσαν ότι θα μπορούσε να αποδειχθεί ένας «μίνι Σόιμπλε», δικαίωσε εν μέρει τους φόβους με τη συνέντευξή του στη Handelsblatt, στην οποία επανέφερε τη συζήτηση για τη δημοσιονομική πειθαρχία στην Ευρωζώνη. Τάχθηκε έτσι υπέρ της αυστηρότερης τήρησης των δημοσιονομικών κανόνων με αντάλλαγμα μια σχετική ευελιξία στον ρυθμό μείωσης του χρέους. «Υπεραμύνομαι πιο δεσμευτικών κανόνων, αλλά με ρεαλιστικό τρόπο», ανέφερε. Απέκλεισε το ενδεχόμενο αλλαγής του πλαφόν 3% για το έλλειμμα και του 60% για το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και κάλεσε τα κράτη-μέλη να καταστήσουν δεσμευτικούς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους.

Τα ελληνοτουρκικά

O ρόλος της Γερμανίας στα ελληνοτουρκικά είναι περιορισμένος, εκτίμησε ο αναλυτής Κρίστοφ Χάσελμπαχ στην «Ντόιτσε Βέλε», εξηγώντας ότι Ταγίπ Ερντογάν και Κυριάκος Μητσοτάκης διεκδικούν κυρίως την υποστήριξη των ΗΠΑ. Στο μεταξύ, η ανοιχτή διένεξη Μπέρμποκ – Τσαβούσογλου στην Κωνσταντινούπολη προκάλεσε την ενόχληση της τουρκικής κοινότητας στη Γερμανία, που ανησυχεί ότι η ένταση στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών θα μπορούσε να έχει συνέπειες στην καθημερινότητα των μελών της. «Θα ευχόμουν ορισμένα θέματα να συζητηθούν κεκλεισμένων των θυρών και με τη γλώσσα της διπλωματίας», είπε ο επικεφαλής της κοινότητας, Γκοκάι Σοφούογλου στο δίκτυο RND (Redaktionsnetzwerk Deutschland). «Θα έπρεπε να βρουν άλλες μεθόδους να συζητούν».

Οι δύο υπουργοί όμως «εγκατέλειψαν τη γλώσσα της διπλωματίας» και προτίμησαν να απευθυνθούν στο εσωτερικό τους ακροατήριο. «Ελπίζουμε να μην υποφέρει υπό αυτές τις συνθήκες ο τουρκικής καταγωγής πληθυσμός» στη Γερμανία, κάτι που έχει συμβεί στο παρελθόν με αφορμή ανάλογες αντιπαραθέσεις. Εσπευσε πάντως να εξάρει την απόφαση της Μπέρμποκ να συναντηθεί πρώτα με την αντιπολίτευση, χαρακτηρίζοντάς την «αλλαγή παραδείγματος». «Επισκέφθηκε πρώτα την αντιπολίτευση. Το βρίσκω θετικό. Γιατί η αντιπολίτευση μπορεί κάλλιστα να γίνει η επόμενη κυβέρνηση. Είναι σωστό να καλλιεργεί αυτές τις σχέσεις».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT