Ενα νέο πολιτικό περιβάλλον, σημαντικά διαφοροποιημένο σε σχέση με μερικούς μήνες πριν, διαμορφώνεται καθώς η χώρα εισέρχεται στην τελική ευθεία προς τις εκλογές. Η υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων ενεργοποίησε αλλαγές στη στρατηγική των πολιτικών κομμάτων και έφερε στο προσκήνιο νέα δεδομένα. Αν και για τη Νέα Δημοκρατία και την κυβέρνηση η δημοσκοπική πρώτη θέση δεν έχει αμφισβητηθεί από καμία μέτρηση, είναι δεδομένο ότι η πίεση που προκαλεί η συντήρηση του θέματος των υποκλοπών στην επικαιρότητα αυξάνει την κινητικότητα στο κυβερνών κόμμα. Η εντύπωση που είχε αρχικώς καλλιεργηθεί ότι το θέμα θα κάνει τον κύκλο του και θα κλείσει, θα φύγει από το προσκήνιο με την ολοκλήρωση των εργασιών της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, δεν επιβεβαιώθηκε, καθώς με διάφορες αφορμές επανέρχεται και μάλιστα δυναμικά στο προσκήνιο. Και στο σύνολό του το πολιτικό σύστημα αναπροσαρμόζει τη στρατηγική και το αφήγημα με το οποίο κάθε κόμμα θα πορευθεί προς τις εκλογές.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στην προχθεσινή ομιλία του στη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής της Ν.Δ., έδωσε σαφές στίγμα για τον τρόπο με τον οποίο θα κινηθεί το κόμμα. Με διαρκή παρουσίαση και υπενθύμιση των πεπραγμένων της κυβέρνησης από τις εκλογές του 2019 μέχρι σήμερα. Με υπόμνηση των κρίσεων που διαχειρίστηκε και των όσων πέτυχε. Οι αναφορές είναι σαφείς: στα εθνικά θέματα, στις αμυντικές συμφωνίες, στην οικονομία, στις θέσεις εργασίας, στην ενίσχυση του εισοδήματος, στην κατάργηση φόρων, στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, στις έρευνες για φυσικό αέριο, στη μείωση των εκκρεμών συντάξεων. Ο κ. Μητσοτάκης κάλεσε τα στελέχη του κόμματος σε εξόρμηση διαρκείας και διαρκούς υπενθύμισης όσων πέτυχε η κυβέρνηση. Είναι σαφής η επιλογή της Ν.Δ. να «απαντήσει» στην προσπάθεια της αντιπολίτευσης να διατηρήσει σχεδόν μονοθεματικά το ζήτημα των υποκλοπών στην επικαιρότητα με προβολή των πεπραγμένων και προσκλητήριο προς τους πολίτες να συγκρίνουν τις τετραετίες Μητσοτάκη και Τσίπρα. Και αυτό διότι, όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης, «ο πολίτης μπορεί να διακρίνει μια καλή κυβέρνηση που κάνει και λάθη από μια πραγματικά λάθος κυβέρνηση». Το μήνυμα είναι απλό: αν έγινε κάποιο λάθος, αυτό δεν ακυρώνει όσα έγιναν από το 2019 μέχρι σήμερα και θα φροντίσουμε να τα υπενθυμίζουμε διαρκώς.
Στον αντίποδα, είναι εξίσου σαφής η επιλογή του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ να επιδιώξουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πίεση μπορούν στην κυβέρνηση, με «όχημα» το ζήτημα των υποκλοπών. Για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης το θέμα αυτό αποτελεί και μιας μορφής αντιπολιτευτική διέξοδο, καθώς η κυβέρνηση κατάφερε όλο το προηγούμενο διάστημα να εξέλθει χωρίς σοβαρές απώλειες από τη διαχείριση μιας σειράς κρίσεων. Χωρίς η αξιωματική αντιπολίτευση να καταφέρει, όπως σταθερά αποτυπώθηκε στις δημοσκοπήσεις, να καρπωθεί φθορά ή να αρθρώσει πειστικό λόγο εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης. Ετσι, η υπόθεση των παρακολουθήσεων θεωρήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ ένα προνομιακό πεδίο στο οποίο μπορεί να πιέσει την κυβέρνηση και να κερδίσει πόντους. Το θέμα αποτελεί και μια διέξοδο στο εσωκομματικό μέτωπο και στην εσωστρέφεια που αντιμετώπισε ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς εκδηλώθηκαν το προηγούμενο διάστημα σοβαρές ενστάσεις για τον τρόπο με τον οποίο το κόμμα έπρεπε να πολιτευτεί. Με την ηγετική ομάδα να κάνει σαφή στροφή προς τη μεσαία τάξη, θέλοντας να κερδίσει από εκεί ψηφοφόρους, και στελέχη να αντιδρούν μιλώντας για «κυρ-Παντελήδες». Το ζήτημα των υποκλοπών συσπειρώνει σε ενιαίο μέτωπο.
Ιδιαίτερη περίπτωση είναι το ΠΑΣΟΚ, καθώς ο πρόεδρος του κόμματος, Νίκος Ανδρουλάκης, υπήρξε θύμα παρακολούθησης. Στη Χαριλάου Τρικούπη επιλέγουν σταθερά στο ζήτημα αυτό να αναδεικνύουν τις θεσμικές κινήσεις του κ. Ανδρουλάκη στην προσπάθεια να δικαιωθεί, ενώ τηρούν αποστάσεις ασφαλείας από τον ΣΥΡΙΖΑ καθιστώντας σαφές ότι δεν θα ήθελαν να ταυτιστούν με την Κουμουνδούρου.