Οταν οι ΗΠΑ εξάγουν τραμπισμό

Οι δοξασίες που ενέπνευσαν τους εισβολείς του Κογκρέσου εξαπλώνονται εκτός Αμερικής, την ώρα που στην Ουάσιγκτον οι ακραίοι αποκτούν ασύμμετρα κοινοβουλευτικά ερείσματα

6' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην εικόνα των Αμερικανών για τον εαυτό τους και το συλλογικό τους πεπρωμένο, η ιδέα του φάρου της ανθρωπότητας παραμένει ισχυρή. Ο Αβραάμ Λίνκολν, λίγο πριν απελευθερώσει τους σκλάβους, είχε αναφερθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες ως την «τελευταία, καλύτερη ελπίδα της Γης». Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, λίγο πριν από την εκλογή του στην προεδρία το 1980, μίλησε για τη χώρα του, παραφράζοντας το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ως μία «λαμπερή πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό» («shining city on a hill»).

Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, παρά τις αμφιλεγόμενες στρατιωτικές επεμβάσεις και τη στήριξη δικτατοριών στο όνομα του αντικομμουνισμού, οι ΗΠΑ εξακολουθούσαν να διεκδικούν την ηθική ανωτερότητα ως ηγέτιδα δύναμη του ελεύθερου κόσμου, το κορυφαίο παράδειγμα του συνδυασμού της συνταγματικής δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς. Μετά το σοκ της 11ης Σεπτεμβρίου, η θεώρηση αυτή συνέβαλε στο ολέθριο σφάλμα της εισβολής στο Ιράκ: πέρα από τα ανύπαρκτα όπλα μαζικής καταστροφής, βασική πτυχή της επιχειρηματολογίας των νεοσυντηρητικών τότε εστίαζε στην ανάγκη η Ουάσιγκτον να κάνει εξαγωγή του αμερικανικού δημοκρατικού μοντέλου – ακόμα και με τα όπλα.

Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο δοκίμασε τις αντοχές των αμερικανικών θεσμών όσο ποτέ από την εποχή του Εμφυλίου. Η απόπειρά του, με τη διασπορά ψευδών και τις αφόρητες πιέσεις που άσκησε όπου μπορούσε –από τον αντιπρόεδρό του, το υπουργείο Δικαιοσύνης και τοπικούς αξιωματούχους υπεύθυνους για την εκλογική διαδικασία– να ανατρέψει το εις βάρος του εκλογικό αποτέλεσμα ήταν άνευ προηγουμένου στην ιστορία της χώρας. Το ιδιότυπο αυτό πραξικόπημα απέτυχε και η μεταβίβαση της προεδρικής εξουσίας συνετελέσθη. Προηγήθηκε ωστόσο η αιματηρή εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου του 2021, με την κατάληψη του Καπιτωλίου από ορδές οπαδών του απερχόμενου προέδρου που είχαν πιστέψει τα μυθεύματα περί εκλογικής απάτης.

Ο κίνδυνος παραμένει

Δύο χρόνια αργότερα, οι προοπτικές της αμερικανικής δημοκρατίας παραμένουν αβέβαιες. Ο κίνδυνος δεν έχει περάσει. Παράλληλα, όπως φάνηκε από την απόπειρα πραξικοπήματος στη Γερμανία που ήλθε στο φως στις αρχές Δεκεμβρίου και τα επεισόδια στη Βραζιλία την περασμένη Κυριακή, ο Τραμπ και οι παλαβές θεωρίες συνωμοσίας που τον περιβάλλουν έχουν εμπνεύσει τους εχθρούς της δημοκρατίας και σε άλλες χώρες. Ο Μπιλ Ανθόλις, πρόεδρος του Miller Center for Public Affairs, που ειδικεύεται στη μελέτη της αμερικανικής προεδρίας, δηλώνει στην «Κ» ότι παραμένει αισιόδοξος για τη δημοκρατία των ΗΠΑ, «όσο δύσκολο κι αν φαίνεται αυτό τα τελευταία χρόνια», καθώς το αμερικανικό σύστημα «γενικά αυτο-διορθώνεται». Γράφοντας λίγο πριν από τις εκλογές του 2020, θυμάται, σημείωνε ότι οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν άνευ προηγουμένου αλληλεπικαλυπτόμενες κρίσεις: οικονομική, πολιτική, δημόσιας υγείας. «Κι όμως, τα τελευταία τρία χρόνια, έχουμε δει την υιοθέτηση ενός αριθμού-ρεκόρ σημαντικών νομοθετημάτων, συμπεριλαμβανομένων των διακομματικών συμφωνιών για τη μεταρρύθμιση του προεδρικού εκλογικού συστήματος, για την οικονομική αντιμετώπιση της COVID-19, τις υποδομές, την οπλοχρησία, τα ζητήματα των βετεράνων, την υποστήριξη για την Ουκρανία και την αποδοχή δύο νέων μελών στο ΝΑΤΟ». Επιπλέον, προσθέτει, έστω χωρίς τις ψήφους των Ρεπουμπλικανών, εγκρίθηκαν μέτρα οικονομικής στήριξης και «το μεγαλύτερο νομοσχέδιο για την κλιματική αλλαγή στα χρονικά».

Στις καλές ειδήσεις συγκαταλέγεται και το γεγονός ότι στις πρόσφατες ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο, έγινε αισθητή η άμβλυνση της επίδρασης του Τραμπ στο εκλογικό σώμα. Οι υποψήφιοι τους οποίους είχε στηρίξει προσωπικά ο ατιμασμένος πρώην πρόεδρος, ειδικά για τη Γερουσία, οι οποίοι παπαγάλιζαν τη ρητορική του περί κλεμμένων εκλογών, ηττήθηκαν σχεδόν όλοι. Παράλληλα, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, ολοκλήρωσε τις εργασίες της η επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων που διερεύνησε τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου. Η επιτροπή, που την τελευταία διετία κατέγραψε με συστηματικό τρόπο τον ρόλο του Τραμπ στα επεισόδια της αποφράδας εκείνης μέρας, συνέστησε στο υπουργείο Δικαιοσύνης την ποινική δίωξη του 45ου προέδρου για μία σειρά αδικημάτων.

Το 1/3 των Αμερικανών εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2020.

Ωστόσο, πολλά κρίσιμα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά. Κατ’ αρχάς, παρότι αποδυναμωμένος, ο Τραμπ παραμένει ιδιαίτερα δημοφιλής στις τάξεις των Ρεπουμπλικανών – και εξακολουθεί να ηγείται σε δημοσκοπήσεις για τις προτιμήσεις τους στις προκριματικές εκλογές για το χρίσμα το 2024.

Εδώ και λίγες μέρες οι Ρεπουμπλικανοί έχουν ανακτήσει τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων. Παραδόξως, η οριακή τους πλειοψηφία, εξαιτίας της απόρριψης πολλών ακραίων τραμπικών υποψηφίων από τους ψηφοφόρους, έχει καταστήσει τον νέο πρόεδρο της Βουλής, Κέβιν Μακάρθι, όμηρο μιας ολιγάριθμης φράξιας των πιο ακροδεξιών βουλευτών. Σύμφωνα με ανάλυση των New York Times, 12 από τους 20 Ρεπουμπλικανούς βουλευτές που επί 14 γύρους μπλόκαραν την εκλογή του Μακάρθι είναι σκληροπυρηνικοί αρνητές του αποτελέσματος των εκλογών του 2020 (ο ίδιος ο νέος επικεφαλής του σώματος, πάντα πρόθυμος να προσαρμοστεί στις ανάγκες των καιρών, είχε επανειλημμένως αμφισβητήσει τη νίκη του Τζο Μπάιντεν). Δεκατέσσερις από τους 15 εκ των 20, που ήταν βουλευτές και την περίοδο 2019-2021, ψήφισαν στις 6 Ιανουαρίου του 2021 υπέρ της ακύρωσης του εκλογικού αποτελέσματος. Για να πειστούν να στηρίξουν τον Μακάρθι, τα μέλη αυτής της ομάδας απέσπασαν ζωτικές παραχωρήσεις από την ηγεσία του κόμματος, χάρη στις οποίες θα έχουν τεράστια επιρροή στις εργασίες της νέας Βουλής – και διευρυμένες δυνατότητες αποσταθεροποίησης.

Εν τω μεταξύ, ο βάκιλος του τραμπισμού αποδεικνύεται εξαιρετικά μολυσματικός. Στις 7 του περασμένου Δεκεμβρίου, οι γερμανικές διωκτικές αρχές συνέλαβαν 25 άτομα με την υποψία της εμπλοκής σε συνωμοσία για ανατροπή του πολιτεύματος. «Η οργάνωση, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε, είχε θέσει τον στόχο να χρησιμοποιήσει βία και στρατιωτικά μέσα για να ανατρέψει την υφιστάμενη φιλελεύθερη δημοκρατική τάξη στη Γερμανία», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας Πέτερ Φρανκ. Ο εισαγγελέας πρόσθεσε ότι τα μέλη της οργάνωσης θεωρούσαν ότι η Γερμανία βρίσκεται υπό τον έλεγχο ενός βαθέος κράτους και ότι σύντομα θα απελευθερωνόταν από μία μυστική αδελφότητα αξιωματούχων και στρατιωτικών από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και άλλες χώρες.

Μεταξύ των επιρροών που συνείχαν την οργάνωση, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ήταν το συνωμοσιολογικό κίνημα QAnon, που έχει εξαπλωθεί διεθνώς ξεκινώντας από τις ΗΠΑ. Το κίνημα εδράζεται στη δοξασία ότι υπάρχει ένα πολιτικά πανίσχυρο παγκόσμιο δίκτυο παιδόφιλων Σατανιστών, το οποίο πολεμούσε με λύσσα τον Ντόναλντ Τραμπ.

Ακόμα πιο έντονες είναι οι ομοιότητες της αμερικανικής 6ης Ιανουαρίου και της βραζιλιάνικης 8ης Ιανουαρίου, όταν χιλιάδες οπαδοί του ακροδεξιού πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρο εισέβαλαν στο Κογκρέσο και στο ανώτατο δικαστήριο της χώρας και βανδάλισαν τα γραφεία της προεδρίας, ζητώντας την επέμβαση του στρατού και την ανατροπή του αριστερού προέδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, που είχε ορκιστεί λίγες μέρες πριν. Πολλοί υποστηρικτές του Μπολσονάρο, ο οποίος διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον Τραμπ και εξυμνούσε τη στρατιωτική δικτατορία του 1964-85, αρνούνται να δεχθούν τα αποτελέσματα των προ διμήνου προεδρικών εκλογών. Ο Μπολσονάρο, στα τέλη Νοεμβρίου, είχε αμφισβητήσει ευθέως την ήττα του. Ως πρόεδρος, ασκούσε συχνά δριμεία κριτική στο εκλογικό σύστημα και προειδοποιούσε για το ενδεχόμενο νοθείας εναντίον του. Οι πρακτικές αυτές ακολουθούσαν πιστά την προσέγγιση Τραμπ.

Οταν οι ΗΠΑ εξάγουν τραμπισμό-1
Φωτ. Haiyun Jiang / The New York Times

«Υπερμεταδότης»

Ο Ντέιβιντ Ρόθκοπφ, πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης Κλίντον και πρώην εκτελεστικός διευθυντής της εταιρείας συμβουλευτικής Kissinger Associates, στη στήλη του στο Daily Beast με τίτλο «Η Βραζιλία είναι το νεότερο θύμα του παγκόσμιου ιού του φασισμού», σχολιάζει τον ρόλο της χώρας του στην εξάπλωση της πανδημίας του δεξιού αυταρχισμού. Οι ΗΠΑ, σημειώνει, είναι «υπερμεταδότης». Ευθύνονται «όχι μόνο για την αποτυχία ανάσχεσης της διασποράς αυτής της πολιτικής μάστιγας, αλλά και για την επιτάχυνσή της» και την ενίσχυση της επιθετικότητάς της. Ο Μπιλ Ανθόλις χαρακτηρίζει «ανησυχητική» την αντίδραση των Μπολσοναρίστας, όσο και το γεγονός ότι «το 1/3 των Αμερικανών εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2020». Τον ενθαρρύνει, ωστόσο, ότι, όπως έδειξε και η επιτροπή της 6ης Ιανουαρίου, αυτοί που απέτρεψαν τα σχέδια του Τραμπ ήταν Ρεπουμπλικανοί – μέλη της κυβέρνησής του, αλλά και πολιτειακοί και τοπικοί αξιωματούχοι. «Οι προκλήσεις παραμένουν μεγάλες, και η πόλωση είναι πιο έντονη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή τα τελευταία 100 χρόνια, αλλά αισιοδοξώ ότι τα αντίμετρα κατά των ψευδών ισχυρισμών περί εκλογικής απάτης θα συνεχίσουν να κερδίζουν την υποστήριξη της κοινής γνώμης», καταλήγει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT