Με διαφορετικές ελπίδες και φόβους εισέρχονται Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ στην τελική ευθεία της προεκλογικής περιόδου, έχοντας στο επίκεντρο της προσοχής τους το ποσοστό που θα καταγράψει το πρώτο κόμμα, αλλά και το εύρος της μεταξύ τους διαφοράς.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης και ο Αλ. Τσίπρας παρακολουθούν με προσοχή τη σκληρή μάχη την οποία δίνουν ενόψει της αναμέτρησης της προσεχούς Κυριακής οι μικρότεροι κομματικοί σχηματισμοί, καθώς τα «σκορ» που θα επιτύχουν τα κόμματα που κινούνται στο όριο του 3% και της εισόδου στη Βουλή θα είναι κρίσιμα, ενόψει, όχι τόσο της πρώτης, αλλά της δεύτερης κάλπης, καθορίζοντας τον πήχυ της αυτοδυναμίας στις εκλογές της 2ας Ιουλίου.
Το εύρος της διαφοράς
Από το σύνολο των δημοσκοπήσεων της τελευταίας περιόδου προκύπτει ότι μια εβδομάδα πριν από τις εκλογές η Ν.Δ. διατηρεί ασφαλές δημοσκοπικό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, οπότε θα συνιστά έκπληξη να δοθεί μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων μάχη για την πρωτιά. Ομως, είναι κρίσιμη η διαφορά που θα καταγραφεί το βράδυ της 21ης Μαΐου. Συνυπολογίζοντας τα όρια του στατιστικού λάθους και με ένα μοντέλο κατανομής των αναποφάσιστων –με βάση σε ποια κομματική επιλογή βρίσκονται πιο κοντά– η Ν.Δ. (σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της Pulse για τον ΣΚΑΪ) μπορεί να κινηθεί σε ποσοστά από το 32,1% έως το 37,9%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ από το 25,7% έως λίγο πάνω από το 31%. Είναι προφανές πως εάν η Ν.Δ. κινηθεί προς το υψηλό της όριο θα έχει μπει σε ασφαλή τροχιά αυτοδυναμίας ενόψει της δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης. Αντιθέτως, στην περίπτωση που η Ν.Δ. προσεγγίσει το χαμηλό της όριο και ο ΣΥΡΙΖΑ το δικό του υψηλό, ο στόχος της αυτοδυναμίας θα απομακρυνθεί και ενδεχομένως οι επόμενες εκλογές με τον νέο εκλογικό νόμο θα προσλάβουν χαρακτήρα ντέρμπι.
Συσπειρώσεις
Υπό το ανωτέρω πρίσμα, σημαντικά «κλειδιά» για το Μέγαρο Μαξίμου και την Κουμουνδούρου αποτελούν ο βαθμός συσπείρωσης της εκλογικής τους βάσης και οι διεργασίες στον χώρο της λεγόμενης γκρίζας ζώνης. Σύμφωνα με πληροφορίες, μια εβδομάδα πριν ανοίξουν οι κάλπες, Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ έχουν εμφανή περιθώρια περαιτέρω συσπείρωσης, καθώς κινούνται σε ποσοστά περί το 70%, με την Κουμουνδούρου να έχει σημαντικότερο πρόβλημα, καθώς ως αντιπολίτευση θα έπρεπε να καταγράφει μεγαλύτερη δυναμική. Ενδεικτικά αναφέρεται πως πριν από τις ευρωεκλογές του 2019 η συσπείρωση της Ν.Δ., που τελικώς επικράτησε με άνεση, είχε φθάσει το 80%, ενώ του ΣΥΡΙΖΑ ήταν της τάξης περίπου του 60%. Επίσης, πηγή προβληματισμού αποτελεί η προσέγγιση των αναποφάσιστων που (πάλι σύμφωνα με την Pulse), ενώ κινούνται σε υψηλά επίπεδα, δεν φαίνεται να έχουν στο επίκεντρο των επιλογών τους τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ, προδιαγράφοντας μια αναμέτρηση με στοιχεία σχετικά χαλαρής ψήφου. Μάλιστα σε δημοσκόπηση της Alco (για τον Αlpha), ποσοστό που ανέρχεται στο 23% δηλώνει πως «το σύστημα της απλής αναλογικής το οποίο θα ισχύσει στις εκλογές αποτελεί ευκαιρία για ψήφο διαμαρτυρίας».
Με ένα μοντέλο κατανομής των αναποφάσιστων, με βάση σε ποια κομματική επιλογή βρίσκονται πιο κοντά, η Ν.Δ. μπορεί να κινηθεί σε ποσοστά από το 32,1% έως το 37,9%.
Παράλληλα, ερωτήματα που μπορεί να επηρεάσουν σε έναν βαθμό την έκβαση της επερχόμενης αναμέτρησης, αποτελούν για το Μέγαρο Μαξίμου και την Κουμουνδούρου το εύρος της αποχής και το σκηνικό στην Τουρκία μετά τις σημερινές εκλογές. Για το ύψος της αποχής, που ευνοεί πρωτίστως το πρώτο κόμμα, δεν μπορεί να γίνει ασφαλής εκτίμηση, καθώς, όπως αναφέρουν έμπειροι δημοσκόποι, όσοι κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση κατά κανόνα δεν απαντούν στις δημοσκοπήσεις. Επίσης, εάν οι οριακές, ως αναμένεται, κάλπες στην Τουρκία συνοδευτούν από ένταση και αστάθεια, μπορεί να στρέψουν την προσοχή των πολιτών στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, όπου η Ν.Δ. έχει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.
Η μάχη του 3%
Τέλος, με δεδομένο ότι το ΠΑΣΟΚ κινείται σταθερά στην περιοχή του διψήφιου ποσοστού και το ΚΚΕ περί το 6%, το ενδιαφέρον του Μεγάρου Μαξίμου και της Κουμουνδούρου εστιάζεται, μετά και την απόφαση του Αρείου Πάγου για το μόρφωμα Κασιδιάρη, στις επιδόσεις των μικρότερων κομμάτων, ενόψει και της δεύτερης κάλπης – εάν όπως αναμένεται δεν προκύψει κυβέρνηση από την αναμέτρηση της Κυριακής: Και τούτο, καθώς όσο μεγαλύτερο είναι το άθροισμα των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής στις εκλογές της 2ας Ιουλίου, τόσο θα κατεβαίνει ο πήχυς της αυτοδυναμίας για το πρώτο κόμμα.
Με δεδομένο ότι οι δυνητικοί ψηφοφόροι του Κασιδιάρη δεν φαίνονται να «μετακινούνται» μαζικά προς έναν συγκεκριμένο χώρο, ερώτημα αποτελούν:
– Η τελική επίδοση της Ελληνικής Λύσης και του ΜέΡΑ25, που καταγράφουν, ειδικά η πρώτη, πτωτική πορεία το τελευταίο διάστημα και κινούνται στο 3% και το 4% αντίστοιχα. Οπως λέγεται, εάν τα δύο κόμματα πραγματοποιήσουν χαμηλή πτήση στις εκλογές της Κυριακής, ακόμη και εάν υπερβούν το όριο του 3%, μπορεί στο σκηνικό πόλωσης που θα επικρατήσει στις δεύτερες εκλογές να «πιεστούν» περαιτέρω και η επόμενη Βουλή να μην είναι τελικώς εξακομματική, φέρνοντας πιο κοντά την αυτοδυναμία.
– Η πορεία τεσσάρων άλλων κομμάτων, της Πλεύσης Ελευθερίας, της Εθνικής Δημιουργίας, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΝΙΚΗΣ, που επίσης ανιχνεύονται στις δημοσκοπήσεις με ποσοστά περί το 1% (Pulse). Οι τελικές τους επιδόσεις έχουν σημασία τόσο για το όριο της αυτοδυναμίας όσο και γιατί μπορεί να «κόψουν» ή να «δώσουν» ψήφους στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως, παρότι η δυναμική τόσο μικρών κομμάτων είναι δύσκολο να διακριβωθεί στις δημοσκοπήσεις, η προσοχή των ερευνητών της κοινής γνώμης εστιάζεται κυρίως στη ΝΙΚΗ, που φαίνεται να λειτουργεί και «ανταγωνιστικά» ως προς το κόμμα του κ. Βελόπουλου.