Αρθρο του Π. Κολιαστάση στην «Κ»: Θα προσπεράσει το ΠΑΣΟΚ τον ΣΥΡΙΖΑ;

Αρθρο του Π. Κολιαστάση στην «Κ»: Θα προσπεράσει το ΠΑΣΟΚ τον ΣΥΡΙΖΑ;

Οι εκλογές του Μαΐου 2023, σύμφωνα με τον Στάθη Καλύβα, ίσως είναι η αρχή για την πλήρη αντιστροφή εκείνων του Μαΐου 2012. Τότε η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ τροφοδότησε τον ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα η καθίζηση της Αριστεράς, ίσως «αναστήσει» την Κεντροαριστερά

3' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι εκλογές του Μαΐου 2023, σύμφωνα με τον Στάθη Καλύβα, ίσως είναι η αρχή για την πλήρη αντιστροφή εκείνων του Μαΐου 2012. Τότε η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ τροφοδότησε τον ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα η καθίζηση της Αριστεράς, ίσως «αναστήσει» την Κεντροαριστερά. Μοιραία τίθεται το ερώτημα πόσο εφικτό είναι το ΠΑΣΟΚ να προσπεράσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις επαναληπτικές εκλογές. Για να απαντηθεί το ερώτημα χρειάζεται να ληφθούν υπόψη μια σειρά από δεδομένα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε το 1/3 της εκλογικής του δύναμης συγκριτικά με το 2019, καταγράφοντας συσπείρωση μόλις 60%. Απώλεσε 3 μονάδες προς το ΠΑΣΟΚ, 3 προς τη Ν.Δ. και 3 αθροιστικά προς τα αριστερά του (ΚΚΕ, ΜέΡΑ25, Πλεύση Ελευθερίας). Εχασε εκλογικά προπύργια (Κρήτη, Αχαΐα) και υπέστη κατάρρευση στις λαϊκές συνοικίες του Δυτικού Τομέα, της Β΄ Πειραιώς και της Δυτικής Αττικής. Απώλεσε επίσης την κυριαρχία σε προνομιακές για εκείνον ομάδες ψηφοφόρων, όπως οι νέοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ηττήθηκε κατά κράτος ακόμη και στις τρεις περιφέρειες που ήταν υποψήφιος ο αρχηγός του (Α΄ Πειραιά, Σέρρες, Δωδεκάνησα). Συνολικά οι ψηφοφόροι που δηλώνουν σήμερα κομματικά ταυτισμένοι με τον ΣΥΡΙΖΑ και άρα συγκροτούν τον «σκληρό» πυρήνα των υποστηρικτών του, φαίνεται πως μειώθηκαν στο 11% από 18,5% το 2019.

Στο πλαίσιο αυτό, ο Τσίπρας φαίνεται πως βασίζει τη μετεκλογική στρατηγική ανάκαμψης σε δύο άξονες. Αφενός στην αντισυσπείρωση, που ενδεχομένως προκαλέσει η προοπτική «ηγεμονίας» Μητσοτάκη μετά την απροσδόκητη καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αφετέρου στο επιχείρημα της «χαμένης» ψήφου, που αναμένεται να επιστρατεύσει για να συμπιέσει τα μικρότερα κόμματα, κυρίως στα αριστερά του, ενόψει της ενισχυμένης αναλογικής. Αλλωστε τα αντιδεξιά ανακλαστικά μερίδας του εκλογικού σώματος δεν έχουν εκλείψει. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει κυρίαρχος τόσο στους αριστερούς όσο και τους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους. Συναφώς η λαϊκιστική φλέβα (για να δανειστώ τη φράση του Πάνου Καζάκου) που υπάρχει σε όλες τις δημοκρατίες και η οποία στην Ελλάδα είναι κυρίως αριστερόστροφη, πάντα θα αναζητάει έκφραση.

Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ φαίνεται πως έχει αναδειχθεί σε βασικό ανταγωνιστή του Τσίπρα. Ενίσχυσε τις δυνάμεις του καταγράφοντας διψήφιο ποσοστό (11,5%) και διεύρυνε την απήχησή του στην επαρχία. Αποκατέστησε επίσης τις γέφυρες με τους νέους, τους φοιτητές, τους μισθωτούς, τους δημοσίους υπαλλήλους και τις νοικοκυρές πετυχαίνοντας κι εκεί διψήφια νούμερα. Ακόμη, έχει προσπεράσει ήδη τον ΣΥΡΙΖΑ τόσο στους κεντρώους ψηφοφόρους όσο και σε έξι συνολικά νομούς (Ρέθυμνο, Λασίθι, Λακωνία, Χίο, Κιλκίς, Δράμα).

Παράθυρο ευκαιρίας η έμμεση αμφισβήτηση της ηγεσίας Τσίπρα στο εσωτερικό του κόμματος και το ότι ο Ανδρουλάκης θεωρείται πολιτικά άφθαρτος και εκφράζει δυνητικά περισσότερες προσδοκίες.

Παρά τη φανερή ενίσχυση, όμως, το ΠΑΣΟΚ παρέμεινε μακριά από τον στόχο για ένα «ισχυρό» διψήφιο. Στις περιφέρειες της Αθήνας και της Αττικής, για παράδειγμα, παρά τη βελτίωση κατέγραψε ξανά μονοψήφιο ποσοστό, μένοντας (με εξαίρεση την Ανατολική Αττική) στην 4η θέση πίσω από το ΚΚΕ. Είναι ενδεικτικό ότι υστέρησε ακόμη και στον Νότιο Τομέα της Αθήνας, όπου ήταν υποψήφιος ο ίδιος ο Ανδρουλάκης.

Συνεπώς, η αποστολή του στις δεύτερες κάλπες είναι εκ των πραγμάτων δύσκολη. Για να ανακάμψει ουσιαστικά, θα χρειαστεί να διατηρήσει τις δυνάμεις του και ταυτόχρονα να προσελκύσει το κεντροαριστερό τμήμα της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι που, μεταξύ άλλων, προϋποθέτει πειστική διαφοροποίηση από τον Τσίπρα, σε συνδυασμό με την προβολή του ΠΑΣΟΚ ως αξιόπιστης αντιπολίτευσης απέναντι στη Ν.Δ.

Υπάρχουν όμως μερικές παράμετροι που ανοίγουν παράθυρο ευκαιρίας. Πρώτον, η έμμεση αμφισβήτηση της ηγεσίας Τσίπρα στο εσωτερικό του κόμματος. Δεύτερον, οι χαμηλές προσδοκίες των κεντροαριστερών ψηφοφόρων για ενδεχόμενη εκλογική «παλινόρθωση» του ΣΥΡΙΖΑ. Τρίτον, το γεγονός ότι ο Ανδρουλάκης θεωρείται, συγκριτικά με τον Τσίπρα, πολιτικά άφθαρτος, αφού δεν έχει κυβερνήσει και ως εκ τούτου εκφράζει δυνητικά περισσότερες προσδοκίες. Τέταρτον, η πιθανότητα να εμπλουτίσει το ΠΑΣΟΚ την αντιπολιτευτική του στρατηγική με στοιχεία θετικού προγραμματικού λόγου. Διότι η σαρωτική νίκη της Ν.Δ. έδειξε πως σε συνθήκες οικονομικής ανάκαμψης και βελτίωσης των προοπτικών, οι πολίτες επιθυμούν θετικό μήνυμα για ένα καλύτερο μέλλον. Από τη στιγμή που η στρατηγική Τσίπρα οικοδομείται κυρίως πάνω στον αντιδεξιό «φόβο» για μια «ηγεμονία» Μητσοτάκη, μένει να φανεί εάν η ελπίδα θα μονοπωληθεί από τη Ν.Δ. ή το ΠΑΣΟΚ θα επιχειρήσει να εκφράσει ένα μέρος της.

Ο κ. Πάνος Κολιαστάσης είναι δρ Πολιτικής Επιστήμης στο Queen Mary University of London και διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Το βιβλίο του «Διαρκής εκλογική εκστρατεία σε συνθήκες διαρκούς κρίσης: οι πρωθυπουργοί Α. Σαμαράς, Α. Τσίπρας, Κ. Μητσοτάκης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT