Εκλογές 2023: «Η ακροδεξιά ξέρει να ελίσσεται και να επανεμφανίζεται»
εκλογές-2023-η-ακροδεξιά-ξέρει-να-ελίσσε-562491310

Εκλογές 2023: «Η ακροδεξιά ξέρει να ελίσσεται και να επανεμφανίζεται»

Πώς οι Σπαρτιάτες, η Ελληνική Λύση και η Νίκη συγκέντρωσαν το 12,77% των ψήφων, λαμβάνοντας συνολικά 34 έδρες

Αλεξία Καλαϊτζή
Ακούστε το άρθρο

Η είσοδος τριών κομμάτων του ακροδεξιού πολιτικού χώρου στην ελληνική Βουλή συμβαίνει για πρώτη φορά στα χρονικά μετά τη μεταπολίτευση. Οι Σπαρτιάτες, η Ελληνική Λύση και η Νίκη κέρδισαν την εμπιστοσύνη του 12,77% των ψηφοφόρων, λαμβάνοντας συνολικά 34 έδρες. 

Η Βασιλική Γεωργιάδου, καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, έχει μελετήσει σε βάθος την ελληνική ακροδεξιά. Οπως λέει χαρακτηριστικά, δυσκολεύεται να θυμηθεί άλλη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία η ακροδεξιά να εκπροσωπείται από τρία κοινοβουλευτικά κόμματα ταυτόχρονα. Αρκετοί είναι αυτοί που δηλώνουν έκπληκτοι από την εξέλιξη αυτή. Η ίδια ωστόσο, καθώς και άλλοι πολιτικοί και κοινωνικοί επιστήμονες που παρακολουθούν την εξέλιξη της λαϊκής άκρας δεξιάς στην Ελλάδα αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη, σίγουρα δεν έπεσαν από τα σύννεφα, βλέποντας μια συνέπεια στα ποσοστά του εκλογικού αυτού κοινού.

Το προφίλ των ψηφοφόρων

Σε σχέση με την αναμέτρηση της 21ης Μαΐου, στις εκλογές αυτές το νεοσύστατο κόμμα Νίκη κατάφερε να ξεπεράσει το 3% και να μπει στη Βουλή ενώ οι Σπαρτιάτες -που δεν συμμετείχαν στην προηγούμενη αναμέτρηση- έγιναν πέμπτο κόμμα μέσα σε 17 ημέρες από την ανακοίνωση της συμμετοχής τους, έπειτα και από την ανοιχτή στήριξη του καταδικασμένου για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση Ηλία Κασιδιάρη, μέσα από τη φυλακή.

Η είσοδος των Σπαρτιατών είχε προβλεφθεί, όπως αναφέρει στην «Κ», o διευθύνων σύμβουλος της Alco, Κώστας Παναγόπουλος, καθώς δημοσκοπικά μέσα σε ελάχιστες ημέρες το εθνικιστικό κόμμα είχε δείξει ότι θα κέρδιζε τουλάχιστον το 2,9% των ψηφοφόρων. Οπως σημειώνει ο ίδιος, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων είναι άνδρες, ενώ ηλικιακά φαίνεται να γοητεύει τις νεότερες ηλικίες, καθώς συγκεντρώνει το 16% της ομάδας 17- 44 ετών. Από την επεξεργασία των δεδομένων, προκύπτει πως γεωγραφικά η δύναμη της ακροδεξιάς εντοπίζεται στην Κεντρική Μακεδονία και τον Εβρο, ενώ υψηλά ποσοστά παρατηρούνται και στη Β’ Δυτικής Αττικής, αλλά και στη Λακωνία

Δεξαμενή ψηφοφόρων

Αναφορικά με τη μετακίνηση των ψηφοφόρων, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει ο κ. Παναγόπουλος, οι Σπαρτιάτες πήραν 15,3% τόσο από την Ελληνική Λύση όσο και από τη Νίκη, 10,2% από την Πλεύση Ελευθερίας, 1,8% από τη ΝΔ, 1,3% από τον ΣΥΡΙΖΑ, 1,1% από το ΠΑΣΟΚ και το εντυπωσιακό 26,5 % από τα λοιπά κόμματα. Η «Νίκη» αντίστοιχα, έλαβε 0,8% από τη ΝΔ, 0,9% από τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλο τόσο από το ΠΑΣΟΚ, 2,9% από την Ελληνική Λύση, 2,7% από την Πλεύση Ελευθερίας και το 2,3% από τα λοιπά κόμματα.

Παρά τις απώλειες κυρίως προς τα δύο παραπάνω κόμματα, η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, βοηθούμενη από την αποχή, διατήρησε το 4,45%  που είχε επιτύχει στις εκλογές της 21ης Μαΐου.

Η κινητοποίηση των non-voters

Ενδιαφέρον έχει πως τα δύο νεοεισερχόμενα κόμματα της ακροδεξιάς στη Βουλή έλαβαν σημαντική στήριξη από πολίτες που δεν είχαν ψηφίσει στις πρώτες εκλογές.

«Στο exit poll (της Κυριακής) είχαμε ένα αρκετά υψηλό ποσοστό ανθρώπων που δεν πήγαν να ψηφίσουν τον Μάιο και ψήφισαν στις εκλογές αυτές. Από αυτούς το 15,2% ψήφισαν Σπαρτιάτες και το 4,8% Nίκη», σημειώνει ο κ. Παναγόπουλος. Οπως σχολιάζει η κ. Γεωργιάδου, αυτό είναι απολύτως αναμενόμενο: «Ολος ο χώρος της ευρωπαϊκής άκρας δεξιάς αντλεί σημαντικά ποσοστά από τους non-voters, από αυτούς που απέχουν δηλαδή και κινητοποιούνται για να ψηφίσουν ένα τέτοιο κόμμα».

Ιδεολογία και αντίδραση

Οπως περιγράφει η κ. Γεωργιάδου, αν στους ψηφοφόρους των τριών κομμάτων προσθέσουμε και αυτούς που ψήφισαν ακροδεξιά κόμματα που έμειναν εκτός Βουλής, το συνολικό ποσοστό τους ξεπερνά το 15%. «Είναι ένα σημαντικό εκλογικό ποσοστό. Μέχρι τώρα, σε επίπεδο κομματικού συστήματος, η Ελλάδα κινούνταν κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε σχέση με το σκορ της ακροδεξιάς. Αυτό δεν ισχύει πια. Εχουμε ένα ευδιάκριτο διψήφιο εκλογικό ποσοστό με τρία κόμματα με εκλογική εκπροσώπηση».

Η ίδια και οι συνάδελφοί της προσπαθούν να καταλάβουν ποιοι είναι οι άνθρωποι πίσω από τους αριθμούς. Σε έρευνα που είχε διεξαγάγει μετά την εκλογική αναμέτρηση του 2019 είχε αναζητήσει και βρει αυτό το δεξιό λαϊκιστικό δυναμικό στο εκλογικό σώμα. «Δεν είναι αμελητέο. Εχουμε μια αυταρχικότητα, μια αντιδημοκρατικότητα σε ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος. Δεν είναι τεράστιο. Είναι όμως ορατό και υπαρκτό». Συγκεκριμένα, η καθηγήτρια παρατηρεί πως υπάρχει ζήτηση για τέτοιου είδους κόμματα, η οποία αυτή τη φορά συναντήθηκε με προσφορά, καθώς υπήρξαν πολλά κόμματα που διεκδίκησαν την ψήφο αυτού του χώρου και τελικά τα κατάφεραν. Υπενθυμίζει μάλιστα ότι η Χρυσή Αυγή είχε λάβει στις εκλογές του 2019 ένα 3% το οποίο κάπου πήγε.

«Το λάθος που έχουμε κάνει είναι ότι δεν λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν πολύ καλά τι κάνουν και τι ψηφίζουν», δηλώνει στην «Κ» ο Χρήστος Φραγκονικολόπουλος, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων & ΜΜΕ στο ΑΠΘ. Οπως αναφέρει, πρόκειται για τους λεγόμενους «αντιδραστικούς», αυτούς που πιστεύουν ότι το μέλλον θα είναι καταστροφικό, ότι μόνο στο παρελθόν περνούσαμε ωραία και θέλουν μια επιστροφή σε μια κατάσταση αρμονίας, έτσι όπως την πιστεύουν, η οποία μπορεί να διασφαλιστεί μέσα από την οικογένεια, τη θρησκεία και τη μελέτη της ελληνικής ιστορίας. Ο καθηγητής υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να βαφτίζουμε αυτούς τους ανθρώπους «θυμωμένους», γιατί με αυτόν τον τρόπο είναι σαν να μη θέλουμε να τους προσάψουμε πολιτική και ηθική ευθύνη. «Σε κανέναν δεν αρέσει να τον λένε ρατσιστή. Η πραγματικότητα όμως ποια είναι; Και τι κάνεις εσύ; Τους αφήνεις ανέγγιχτους και μπορεί ο άλλος και κινητοποιεί κόσμο μέσα από τις φυλακές; Φοβόμαστε να πούμε ότι είναι ρατσιστές και σκοταδιστές και τους καλούμε ανήσυχους πολίτες;», διερωτάται ο κ. Φραγκονικοπούλος. Οπως λέει, παρότι τα κόμματα αυτά ευαγγελίζονται πως υπερασπίζονται τους δυσαρεστημένους πολίτες, δεν θέτουν ούτε ένα από τα προβλήματα των πολιτών στο τραπέζι για να τα συζητήσουν, προτείνοντας λύσεις.

Κοινωνικά προβλήματα και ακροδεξιός λόγος

Η Βασιλική Γεωργιάδου εστιάζει στην κοινωνική ρίζα του ζητήματος, επισημαίνοντας πως όσοι ανήκουν ιδεολογικά στο κομμάτι αυτό είναι η μειοψηφία. Σύμφωνα με την ίδια, υπάρχουν πολιτισμικά, κοινωνικά και οικονομικά παράπονα που πρέπει να «θεραπευτούν» ώστε να μη γίνεται η άκρα δεξιά η εύκολη λύση των πολιτών που νιώθουν εκτοπισμένοι από την κυρίαρχη πολιτική σκηνή. «Οι ακροδεξιοί επιβεβαιώνουν τα αρνητικά συναισθήματα των ανθρώπων αυτών. Αυτό δεν λύνει τα προβλήματά τους μα δημιουργεί μια πρόσκαιρη εκτόνωση που μεταφράζεται σε εκλογική υποστήριξη», δηλώνει, προσθέτοντας πως υπάρχει ένα κομμάτι ιδεολογίας, με νεοφασιστικές, νεοναζιστικές ιδέες, αυτό όμως είναι μικρότερο σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των ψηφοφόρων που ασπάζονται τα φαινόμενα αυτά.

Δειγματοληπτικά, έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί πως στο πεδίο των επαγγελματικών χώρων που στήριξαν κυρίως τους Σπαρτιάτες, ο κ. Παναγόπουλος της Alco ανέφερε πως το κόμμα εμπιστεύτηκαν το 9,5% των ανέργων, το 6,8% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, το 5,8% των φοιτητών-σπουδαστών και το 4,9% των αγροτών.

Ευθύνες για την άνθιση των φαινομένων αυτών προσάπτει ο κ. Φραγκονικολόπουλος και στο πολιτικό σύστημα, τονίζοντας πως τα πολιτικά κόμματα έχουν υιοθετήσει τον λόγο των ακροδεξιών σχηματισμών. «Ο λόγος τους γίνεται καθημερινότητα. Οι κυβερνήσεις πάνε όσο πιο κοντά στον λόγο αυτό, σε ό,τι αφορά τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, την ασφάλεια και την Τουρκία. Τους χαϊδέψαμε γιατί τους φοβηθήκαμε ή επειδή είχαμε ανάγκη τη συνεργασία και την ψήφο τους;», σημειώνει.

Πορεία της ακροδεξιάς στην Ελλάδα

Ο καθηγητής του ΑΠΘ αναφέρει πως στην ελληνική κοινωνία υπήρχε πάντα το υπόστρωμα της ακροδεξιάς, ακόμα και σε καλές οικονομικά και κοινωνικά εποχές, όπως τη δεκαετία του ‘90 ή την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. «Και τότε υπήρχαν αντιδράσεις. Θυμίζω το γεγονός με τις ταυτότητες, όπου κατέβηκαν τρία εκατομμύρια Έλληνες μαζί με τον Χριστόδουλο», σημειώνει, προσθέτοντας ωστόσο πως το φαινόμενο πήρε ώθηση από την οικονομική κρίση και μετά. «Η ακροδεξιά ξέρει να ελίσσεται και να επανεμφανίζεται. Ηταν παρούσα πάντα. Δεν λέγεται ΛΑΟΣ, και λέγεται Ελληνική Λύση. Δεν λέγεται Χρυσή Αυγή, λέγεται Σπαρτιάτες».

Η κ. Γεωργιάδου ξεκίνησε να παρακολουθεί το φαινόμενο επισταμένως από το 2000. Οπως αναφέρει, από την αρχή της μεταπολίτευσης η άκρα δεξιά προσπαθεί να αυτοπροσδιοριστεί και να εμφανιστεί ως ενιαίος εθνικός χώρος, όμως το εγχείρημα δεν πετυχαίνει καθώς υπάρχει μια δυνατή ΝΔ και ένας ισχυρός δικομματισμός. «Αυτό αλλάζει μετά την κατάρρευση κομμουνιστικών καθεστώτων και την εισροή των μεταναστευτικών ροών. Η ελληνική άκρα δεξιά είναι του τρίτου κύματος και χαρακτηρίζεται από την εναντίωση στην παγκοσμιοποίηση και την πολυπολιτισμικότητα με αιχμή του δόρατος το μεταναστευτικό».

Και οι δύο επιστήμονες υπογραμμίζουν ότι το φαινόμενο εκδηλώνεται πανευρωπαϊκά. 

Επεξεργασία δεδομένων: Παύλος Μεθόδιος / Καθημερινή

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT