Λίνα Μενδώνη: Η αμετακίνητη και τα φορτηγά με λάσπη

Λίνα Μενδώνη: Η αμετακίνητη και τα φορτηγά με λάσπη

Ο απολογισμός που εξηγεί γιατί είναι το μόνο μέλος του υπουργικού συμβουλίου που κράτησε το ίδιο χαρτοφυλάκιο

5' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν λίγο μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, Σεπτέμβριος του 2016. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετρούσε οκτώ μήνες στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και η Λίνα Μενδώνη, αμετακίνητη γενική γραμματέας στο υπουργείο Πολιτισμού για δέκα ολόκληρα χρόνια (1999-2004 και 2009-2015), είχε επιστρέψει στα επιστημονικά της καθήκοντα ως αρχαιολόγος στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών. Το τηλέφωνο της Λίνας Μενδώνη, μέλους ακόμα του ΠΑΣΟΚ, χτυπάει και στην άλλη άκρη της γραμμής βρίσκεται ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Της ζητάει να δώσει το «παρών» στη συνάντηση γνωριμίας μιας νεοσύστατης άτυπης επιτροπής για την αναγέννηση και την επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. «Αγαπητή Λίνα, όπως ξέρεις καλύτερα από μένα, το Μουσείο ασφυκτιά και θέλουμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό». Δέχεται· με χαρά. Σε λιγότερο από επτά χρόνια, οι δυο τους θα υποδέχονταν μαζί στην Αθήνα τον διάσημο Βρετανό αρχιτέκτονα Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, νικητή του διεθνούς αρχιτεκτονικού διαγωνισμού για την αναμόρφωση του σημαντικότερου μουσείου κλασικών αρχαιοτήτων στον κόσμο. Ο νεόκοπος πρόεδρος θα ήταν πια πρωθυπουργός της χώρας και η αρχαιολόγος του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών υπουργός Πολιτισμού.

Αλλά δεν ήταν αυτό το think tank το πρώτο καθαρό σήμα βαθιάς εκτίμησης του Κυριάκου Μητσοτάκη προς την πολιτικά αλλόθρησκη Λίνα Μενδώνη. Παλιοί γνώριμοι από την περίοδο της άριστης συνεργασίας τους, όσο ο νυν πρωθυπουργός ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, διατηρούσαν μια καλή κοινωνική σχέση που γρήγορα έμελλε να γίνει και πολιτική. Επιπλέον η Μενδώνη είχε κερδίσει σε ανύποπτο χρόνο τη συμπάθεια και τον σεβασμό του πατέρα Κωνσταντίνου Μητσοτάκη κατά το διάστημα εκείνο στις αρχές της νέας χιλιετίας που ο τελευταίος συναντούσε τακτικά τον τότε υπουργό Πολιτισμού Ευάγγελο Βενιζέλο στο πλαίσιο της προετοιμασίας της συνταγματικής αναθεώρησης που προωθούσε η κυβέρνηση Σημίτη. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε ξεχωρίσει την άγνωστη, ακόμα, γενική γραμματέα και σταδιακά αναπτύχθηκε μεταξύ τους μια σχέση βαθιάς αλληλοεκτίμησης.

Αρκούν όλα αυτά για να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε γιατί ένας από τους πιο ισχυρούς πρωθυπουργούς της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας δεν έκανε στο υπουργείο Πολιτισμού αυτό που επέλεξε να κάνει (και μάλιστα με τον πιο εμφατικό τρόπο) σε όλους τους υπόλοιπους θώκους; Πώς η Λίνα Μενδώνη ήταν η μοναδική υπουργός μετά χαρτοφυλακίου που επιβίωσε από το περίφημο μητσοτακικό rotation που παρέσυρε πολύ πιο προβεβλημένα στελέχη της πρώτης τετραετίας; Η πιο ειλικρινής απάντηση που θα μπορούσε να δοθεί είναι και η λιγότερο προφανής: επειδή πιθανότατα ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει στη Λίνα Μενδώνη ένα κομμάτι από τον εαυτό του. Είναι και οι δύο «ψείρες» στη δουλειά τους, λατρεύουν αυτό που κάνουν, είναι πεισματάρηδες και αποτελεσματικοί. Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη που τους ενώνει: κανείς δεν τους πήρε πολύ στα σοβαρά όταν ξεκινούσαν την πολιτική τους καριέρα. Αμφότεροι υποτιμήθηκαν από φίλους και αντιπάλους.

«Νομίζω ότι αυτό που εκτίμησε περισσότερο ο Μητσοτάκης στη Μενδώνη είναι η αποτελεσματικότητά της. Στα 4,5 χρόνια ΣΥΡΙΖΑ, στο υπουργείο Πολιτισμού προχώρησαν 50 σημαντικά έργα. Ο αντίστοιχος αριθμός κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας Μενδώνη ξεπερνάει τα 820», μου λέει πρώην στενός συνεργάτης της. «Στην πραγματικότητα έκανε πολύ περισσότερα από όσα προέβλεπε ο “μπλε φάκελος” της πρώτης τετραετίας, ΕΣΠΑ, εκατοντάδες προγραμματικές συμβάσεις με δήμους και περιφέρειες, Ταμείο Ανάκαμψης, έργα που μεταφράζονται σε χιλιάδες απασχολουμένους. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σήμερα το υπουργείο Πολιτισμού είναι ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες στη χώρα».

Ο Μητσοτάκης δεν παρέβλεψε μόνο το rotation, αλλά και την επανειλημμένη στοχοποίηση της Μενδώνη: πρώτα το διαδικτυακό μπούλινγκ για το «τσιμέντωμα της Ακρόπολης», στη συνέχεια η υπόθεση Λιγνάδη και τα αρχαία του σταθμού Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη και προς το τέλος της θητείας της οι κινητοποιήσεις για τα πτυχία των καλλιτεχνών δημιούργησαν ένα εκρηκτικό σκηνικό αντιπαράθεσης με αυτό που έχουμε μάθει να αποκαλούμε «καλλιτεχνικό κόσμο». Το όνομά της έγινε σύνθημα σε οργισμένες πορείες και τοίχους των Εξαρχείων, προσάναμμα πολιτικής εχθροπάθειας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η γνωριμία με τον Μητσοτάκη, η στοχοποίηση από τα στίφη του Διαδικτύου και οι φάκελοι με τα έργα.

Η ίδια, πάντως, θέλει να ξεχωρίζει πάντα τους καλλιτέχνες από τους «επαγγελματίες» συνδικαλιστές του χώρου· εξάλλου, ένας από τους πιο καλούς της φίλους είναι ο συνθέτης Γιώργος Κουμεντάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Οι ακροαριστεροί συνδικαλιστές μάλλον δεν της συγχώρησαν ποτέ τη «φιλοαναπτυξιακή» της κουλτούρα (ένα από τα πρώτα της μαθήματα στο Πανεπιστήμιο είχε τίτλο «Ο Πολιτισμός ως μοχλός ανάπτυξης»), ότι από πολύ νωρίς, ήδη από το 1994, είχε μιλήσει με την επιστημονική της ιδιότητα για την περίφημη «κοινωνικοποίηση των μνημείων». Εξάλλου, η Λίνα Μενδώνη ήταν αυτή που είχε πει στους μεταπτυχιακούς φοιτητές της ότι «αν στην Αρχαιότητα υπήρχε Αρχαιολογική Υπηρεσία και κάποια μορφή δικαστηρίων όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, η Δήλος δεν θα είχε χτιστεί ποτέ».

Η ίδια θεωρεί την υπόθεση Λιγνάδη και τη φωτιά στο Τατόι τις πιο δύσκολες στιγμές της πρώτης υπουργικής της θητείας. Ειδικά την περίοδο της αποπομπής του πρώην διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου αισθανόταν ότι περνούσαν από πάνω της «τριαξονικά με λάσπη». Πάντως, έχει εκμυστηρευθεί σε πολύ δικούς της ανθρώπους ότι οι δηλώσεις της για τον Δημήτρη Λιγνάδη («επικίνδυνος άνθρωπος», «με εξαπάτησε» κ.λπ.) υπήρξαν «ατυχείς».

Διαδικτυακό «ξύλο»

Στους πολύ δικούς της ανθρώπους συγκαταλέγεται σίγουρα και η Αννα Παναγιωταρέα για την οποία η Λίνα Μενδώνη έχει φάει αρκετό διαδικτυακό «ξύλο», καθώς η παλαίμαχος δημοσιογράφος και άμισθη σύμβουλός της, ως πιο «παρορμητική» φύση, εμφανίζεται από ορισμένους να «παρασύρει» την υπουργό σε πιο βιαστικές ή οξείες θέσεις. Επίσης, δεν είναι λίγοι (ακόμη και από τους πιο καλοπροαίρετους συνεργάτες της) που καταλογίζουν στην υπουργό έλλειψη διπλωματίας και κάποιες φορές και έλλειψη πολιτικού ενστίκτου. «Πολλές φορές δείχνει να αδιαφορεί παντελώς για την εικόνα της, εστιάζει σε αυτό που πρέπει να γίνει. Κι αυτό μπορεί μερικές φορές να έχει κόστος και για την ίδια».

Παρά τον φόρτο, πάντως, βρήκε και τον χρόνο να ολοκληρώσει τον δεύτερο τόμο ενός επιστημονικού βιβλίου που αφορά τα ρωμαϊκά ονόματα των Κυκλάδων και εκδόθηκε από το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών λίγο μετά τις εκλογές του Μαΐου. Οσο για τη μεγαλύτερη χαρά της πρώτης τετραετίας δεν ήταν ούτε ο διαγωνισμός για το Μουσείο ούτε ο επαναπατρισμός θραυσμάτων της Ακρόπολης από Σικελία και Βατικανό. Αλλά ένα τηλεφώνημα. Οχι, δεν ήταν πάλι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά ο επικεφαλής της Παραολυμπιακής μας Ομάδας που την ενημέρωνε λίγο πριν τους Αγώνες στο Τόκιο, εν έτει 2021, ότι θα ανέβαιναν για πρώτη φορά στην Ακρόπολη χάρη στο νέο αναβατόριο. «Θα ήταν μεγάλη μας τιμή αν μας συνοδεύατε». Και πάλι η υπουργός είπε, «ναι, χαρά μου».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT