Αρθρο Π. Κολιαστάση στην «Κ»: Κερδίζει ο πιο εκλόγιμος, αλλά όχι πάντα

Αρθρο Π. Κολιαστάση στην «Κ»: Κερδίζει ο πιο εκλόγιμος, αλλά όχι πάντα

Επειτα από μια θητεία στην αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη νέες εκλογικές ήττες

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επειτα από μια θητεία στην αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη νέες εκλογικές ήττες. Οπως άλλωστε έχει συμβεί και με άλλα κόμματα εξουσίας στο παρελθόν: η Ν.Δ. τις περιόδους 1981-84 και 1993-97, το ΠΑΣΟΚ μεταξύ 2004 και 2007, η Ν.Δ. πάλι το 2015-16. Ακόμα και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ την περίοδο 2019-21.

Οπως τότε, έτσι και σήμερα, δρομολογήθηκε η εκλογή νέας ηγεσίας με διαφορετικές διαδικασίες. Το 1984 η εκλογή έγινε από τους βουλευτές, το 1997 από το κομματικό συνέδριο, ενώ μετά το 2004 σε ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. οι ηγεσίες εκλέγονται απευθείας από τη «βάση» μελών και φίλων. Ανάλογο δρόμο έχει επιλέξει και ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2022 με τη συμμετοχή μόνο των μελών.

Ανεξάρτητα όμως από τη διαδικασία εκλογής, το ερώτημα είναι πάντα το ίδιο: με ποια κριτήρια επιλέγουν οι ψηφοφόροι τις νέες ηγεσίες των κομμάτων;

Από θεωρητική σκοπιά, σε συνθήκες μακράς παραμονής στην αντιπολίτευση ή έστω αλλεπάλληλων εκλογικών αποτυχιών, οι συμμετέχοντες σε μια εσωκομματική εκλογή (είτε βουλευτές είτε σύνεδροι, είτε μέλη και φίλοι) έχουν συνήθως προτεραιότητα την επιστροφή του κόμματος στην εξουσία. Αρα επιλέγουν εκείνη την υποψηφιότητα που θεωρείται περισσότερο εκλόγιμη και συνεπώς ικανή να κερδίσει τις επόμενες εθνικές εκλογές. Ειδικότερα, οι εσωκομματικοί εκλέκτορες προτιμούν το πρόσωπο εκείνο που θεωρούν καταλληλότερο να προσελκύσει τους ψηφοφόρους του ευρύτερου μεσαίου χώρου που είναι απαραίτητοι για την επάνοδο στη διακυβέρνηση.

Η ιστορική εμπειρία φαίνεται να επιβεβαιώνει, σε γενικές γραμμές, τον κανόνα. Το 1984 η Ν.Δ. επέλεξε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ως τον καταλληλότερο «αντι-Ανδρέα» και το 1997 τον 40άρη Κώστα Καραμανλή για να μετακινήσει το κόμμα στον μεσαίο χώρο. Το 2016 επίσης προτίμησε τον Μητσοτάκη για να ανανεώσει τη Ν.Δ. και να συσπειρώσει το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Την ανανέωση με τον Ανδρουλάκη, ως προϋπόθεση εκλογικής ανάκαμψης, επέλεξαν τα μέλη και οι φίλοι του ΠΑΣΟΚ και το 2021.

Πολλά θα εξαρτηθούν από την ερμηνεία που θα επικρατήσει στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ για τις πρόσφατες ήττες.

Ωστόσο ο κανόνας έχει και εξαιρέσεις. Κάποιες φορές η ιδεολογία υπερισχύει ως κριτήριο ψήφου. Το ΠΑΣΟΚ το 2007 εμπιστεύθηκε ξανά τον Παπανδρέου αντί για τον Βενιζέλο, παρότι ο πρώτος υστερούσε σε εκλογιμότητα. Ο «μύθος» του ονόματος ήταν ακόμα ισχυρός. Διεθνώς η πιο γνωστή εξαίρεση στον κανόνα είναι ο Τζέρεμι Κόρμπιν. Αν και ως αριστερός ριζοσπάστης, θεωρείτο εκλογικά απωθητικός στον μεσαίο χώρο, αναδείχθηκε το 2015 αρχηγός των Βρετανών Εργατικών.

Σε ποιο πλαίσιο όμως εντάσσεται σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ; Στον κανόνα ή στην εξαίρεση; Η λογική λέει πως μετά την εκλογική του καθίζηση, για την πλειονότητα των μελών του κόμματος που θα προσέλθουν στις κάλπες, η εκλογική παλινόρθωση αποτελεί βασική προτεραιότητα προσδιορίζοντας και την προτίμησή τους. Αλλωστε, οι μεγαλύτερες εκλογικές απώλειες που κατέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν προς το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, πολλά θα εξαρτηθούν από την ερμηνεία που θα επικρατήσει στο εσωτερικό του για τις πρόσφατες ήττες. Αν, για παράδειγμα, εκτιμούν ότι έχασαν επειδή δεν ήταν επαρκώς «κεντρώοι», τότε ίσως στραφούν σε μια πιο μετριοπαθή υποψηφιότητα. Εάν πάλι πιστεύουν ότι ηττήθηκαν διότι δεν ήταν επαρκώς «αριστεροί», τότε ίσως να αναζητήσουν μια σαφέστερη αριστερή ταυτότητα.

Για την ώρα οι πρώτες δημοσκοπικές ενδείξεις, μεταξύ εκείνων που δηλώνουν σίγουρα ή πιθανόν να προσέλθουν στις κάλπες (και όχι μόνο), δείχνουν ένα ευρύτατο προβάδισμα Αχτσιόγλου (Metron Analysis 23/7). Με όλες τις επιφυλάξεις βεβαίως που συνοδεύουν, σε αυτή την κατηγορία ψηφοφόρων, τα μικρά δημοσκοπικά δείγματα και τα υψηλά στατιστικά σφάλματα. To ενδιαφέρον είναι ότι το προβάδισμα τροφοδοτείται από την εικόνα εκλογιμότητας που έχει διαμορφώσει η υποψηφιότητά της. Πάνω από το 40% εκτιμά ότι «μπορεί να αυξήσει τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ», «να βελτιώσει την εικόνα και τον λόγο του κόμματος» και «να κερδίσει τον Μητσοτάκη». Επίσης, εμφανίζει μεγαλύτερη διείσδυση στους κεντρώους ψηφοφόρους ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης.

Μένει πάντως να φανεί εάν η δυναμική θα διατηρηθεί έως τον Σεπτέμβριο ή θα προκύψει στην πορεία ανατροπή των συσχετισμών.

Ο κ. Πάνος Κολιαστάσης είναι δρ Πολιτικής Επιστήμης στο Queen Mary University of London και διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Το βιβλίο του «Διαρκής εκλογική εκστρατεία σε συνθήκες διαρκούς κρίσης: οι πρωθυπουργοί Α. Σαμαράς, Α. Τσίπρας, Κ. Μητσοτάκης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT