Ζάππειο, 29 Ιουνίου 2023. Λίγες μέρες μετά τη διπλή εκλογική ήττα του Μαΐου και του Ιουνίου, ο Αλέξης Τσίπρας μεταβαίνει αιφνιδιαστικά στο Ζάππειο. «Κατανοώ την ανάγκη για ένα νέο κύμα στον ΣΥΡΙΖΑ. Και αποφάσισα να παραμερίσω για να περάσει», ανέφερε μεταξύ άλλων στη φορτισμένη δήλωση παραίτησής του από την ηγεσία του κόμματος.
Δεκαπέντε χρόνια μετά την εκλογή Τσίπρα στην ηγεσία του κόμματος, ο ΣΥΡΙΖΑ μένει ακέφαλος. Χρόνια στη διάρκεια των οποίων ο άλλοτε μικρός συνασπισμός ετερόκλητων συνιστωσών που, αφού έγινε ενιαίο κόμμα, «εισέβαλε» στο Μέγαρο Μαξίμου, κυβέρνησε εν μέσω μνημονίων και οικονομικής κρίσης, διασπάστηκε, ωρίμασε (ή δεν ωρίμασε αρκετά σύμφωνα με άλλους) και κατόπιν προσπάθησε εκ νέου να «επανεπινοήσει» τον εαυτό του ως αντιπολίτευση στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, βιώνοντας τελικά μια διπλή στρατηγική ήττα.
Σήμερα, η μάχη της ηγεσίας την Κυριακή, αλλά και οι εσωτερικές διεργασίες-συγκρούσεις που θα δρομολογηθούν μέχρι το Συνέδριο του κόμματος, μοιάζουν υπαρξιακές για ένα κόμμα που αποπειράθηκε το «άλμα στον ουρανό», αλλά καλείται πλέον να αποδείξει ότι «τρέχει» πολιτικά πιο γρήγορα από τη «φθορά» που το απειλεί.
Το ερώτημα φαντάζει κλισέ: «Πώς φτάσαμε έως εδώ;». Μια φράση όμως του Αντόνιο Γκράμσι –ενός εκ των αγαπημένων θεωρητικών του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον της πρότερης περιόδου του– ίσως έθετε τη βάση πάνω στην οποία θα το απαντούσαμε. «Η Ιστορία ενός κόμματος, είναι η Ιστορία μιας χώρας». Διότι, πράγματι, η ιστορική διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ αλληλοτροφοδοτείται από την πρόσφατη ελληνική Ιστορία του 21ου αιώνα.
«Το πνεύμα της Γένοβας»
Γένοβα, καλοκαίρι 2001. Το «θερμό» καλοκαίρι των έντονων και μαζικών κινητοποιήσεων κατά της συνόδου των G8. Το καλοκαίρι στη διάρκεια του οποίου βγήκαν στους δρόμους της πόλης χιλιάδες συλλογικότητες και προσωπικότητες από τον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς και των κινημάτων.
Σε ένα πλοίο στο λιμάνι της Ανκόνα, ο «νεολαίος» τότε Αλέξης Τσίπρας φέρεται να διακρίνεται ως ένας από τους διαδηλωτές. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει καν, αλλά το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης και το «πνεύμα της Γένοβας» θα αποτελέσουν τις βάσεις συγκρότησής του το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Είκοσι δύο χρόνια μετά, ο νεαρός διαδηλωτής, τότε γραμματέας της Νεολαίας Συνασπισμού, έχει θητεύσει πρωθυπουργός της Ελλάδας για μια τετραετία και έχει βρεθεί δύο φορές στη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, «σπορά» των κινημάτων της αρχής του 21ου αιώνα, επιχειρεί να συνεχίσει το ταξίδι του ως ένα κόμμα «εν κινήσει» – ένα πολιτικό «φαινόμενο» μεταμορφώσεων και μετασχηματισμών.
Οι πρώιμες καταβολές του ΣΥΡΙΖΑ, βέβαια, δεν εντοπίζονται στο κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης το οποίο εκφραζόταν στους δρόμους της Γένοβας και του Σιάτλ στις αρχές της χιλιετίας. Η «ρίζα» του Συνασπισμού –πρώτης και μεγαλύτερης συνιστώσας του «συμμαχικού» ΣΥΡΙΖΑ– εντοπίζεται στην ιστορική διάσπαση των κομμουνιστικών κομμάτων το 1968 και στο ρεύμα του ευρωκομμουνισμού, ενώ ιστορικοί «προπομποί» του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν το ΚΚΕ Εσωτερικού και η ΕΑΡ.
Μετά τη «μουδιασμένη» για τις αριστερές, κομμουνιστικές και κομμουνιστογενείς δυνάμεις δεκαετία του 1990, που σημαδεύτηκε από την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης και των κρατών του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, η Αριστερά στην Ελλάδα προσπαθεί με την αυγή της νέας χιλιετίας να «επανεπινοήσει» τον εαυτό της.
Ο «Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς» το 2001 και οι κινηματικές διεργασίες του «Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ» αποτελούν τη «μαγιά» για τη δημιουργία του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ενός εγχειρήματος που προσπαθούσε να συγκεράσει δυνάμεις προερχόμενες από τον χώρο της κομμουνιστικής ανανέωσης, της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά και εξωκοινοβουλευτικές αντικαπιταλιστικές συλλογικότητες.
Αυτό το πολιτικό «στοίχημα» που για κάποιους φάνταζε βραχύβιο «αγκάλιασε» στην πολιτική του πρακτική το «πνεύμα της Γένοβας», ειδικά όταν πρόεδρος του Συνασπισμού –μεγαλύτερης συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ– εξελέγη ο Αλέκος Αλαβάνος το 2004. Το 2006 το 4ο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ διεξάγεται στην Αθήνα και τα συνθήματα «μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή» και «ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και τον πόλεμο» φιλοτεχνούν τη νέα «ταυτότητα» του υποκειμένου-ΣΥΡΙΖΑ, που ακόμα βρισκόταν σε «βρεφική» φάση.
Στα τέλη του ίδιου έτους, ο άγνωστος στα ευρέα κοινωνικά ακροατήρια, αλλά φωτογενής και ικανός ομιλητής, Αλέξης Τσίπρας συγκεντρώνει με τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ ποσοστό 10,52% στις εκλογές για τον Δήμο της Αθήνας. Ο διαδηλωτής του πλοίου της Ανκόνα που ήθελε να βρεθεί στη Γένοβα είχε έρθει για να μείνει.
Τα επόμενα χρόνια είναι πυκνά και για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για το ελληνικό πολιτικό σύστημα, το οποίο θα βρεθεί εν συνόλω αντιμέτωπο με τα πρώτα σημάδια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Το 2007 ο ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστεί στο κίνημα κατά της αναθεώρησης του Αρθρου 16 και βρίσκει ακόμα πιο ισχυρά ερείσματα στη νεολαία. Την ίδια στιγμή, ο άλλοτε κραταιός δικομματισμός παρουσιάζει «συμπτώματα» κούρασης και καθήλωσης. Τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 αποτελούν ίσως προπομπό της μεγάλης αναταραχής που θα ακολουθούσε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης.
Συμπτωματικά, την ίδια χρονιά και ο ΣΥΡΙΖΑ ταλανίζεται από μια αναταραχή. Μπορεί πρόσκαιρα οι δημοσκοπήσεις να έδειχναν το κόμμα να φλερτάρει με τη 2η θέση, όμως σύντομα και, αφού ο αναβρασμός των γεγονότων μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου κόπασε, το κόμμα επανήλθε στα γνώριμα δημοσκοπικά μονοπάτια του 4-5%.
Ταυτόχρονα, στο 5ο Συνέδριο του Συνασπισμού, μετά από επιλογή του Αλέκου Αλαβάνου, ο Αλέξης Τσίπρας εκλέγεται νέος πρόεδρός του, συγκεντρώνοντας το 70,41% των ψήφων, έναντι του 28,67% που συγκέντρωσε ο εκπρόσωπος της ανανεωτικής πτέρυγας του κόμματος, Φώτης Κουβέλης.
Η εποχή Τσίπρα και η «έκρηξη» της οικονομικής κρίσης
Η εποχή Τσίπρα αρχίζει κάθε άλλο παρά ανέφελα. Στις εκλογές του 2009, ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει ποσοστό 4,6%, την ώρα που το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου πετυχαίνει έναν εκλογικό θρίαμβο και κατακτά την αυτοδυναμία.
Λίγους μήνες μετά, στο 6ο Συνέδριο του Συνασπισμού, οι «ανανεωτικοί» προτείνουν την απεμπλοκή του Συνασπισμού από τον ΣΥΡΙΖΑ, διαφωνώντας με τον «καταγγελτικό λόγο» και την «απόρριψη του αριστερού ευρωπαϊσμού» που υιοθετούσε η πλειοψηφία. Η πρόταση απορρίπτεται από το σώμα και τελικά η «Ανανεωτική Πτέρυγα» ήταν εκείνη που αποχώρησε και από τον Συνασπισμό και τον ΣΥΡΙΖΑ και η οποία, με πρωταγωνιστή τον Φώτη Κουβέλη, λίγο καιρό αργότερα θα συγκροτούσε τη Δημοκρατική Αριστερά (ΔΗΜΑΡ). Να σημειωθεί ότι σήμερα ο Φώτης Κουβέλης είναι στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Μικρή σημασία είχε μάλλον αυτή η διάσπαση μπροστά στις τεκτονικές αλλαγές που θα βίωνε λίγους μόλις μήνες μετά η ελληνική κοινωνία από την επέλαση της οικονομικής κρίσης. Η εξασθένηση του παραγωγικού ιστού, η κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, οι περικοπές σε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα, αλλά και η διαρκώς καλλιεργούμενη αίσθηση «απόστασης» του λαού από την πολιτική ηγεσία άνοιξαν τον δρόμο στις πλατείες της «Αγανάκτησης» και σε δεκάδες κατά τόπους κινήματα.
Εκεί ο πολυτασικός ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών έμελλε να πρωταγωνιστήσει, υιοθετώντας στον λόγο του διαχωριστικές –για πολλούς διχαστικές– τομές και δίπολα. Μνημόνιο – αντιμνημόνιο, λαός – ελίτ, πολλοί – ολιγάρχες. «Αποφάσισαν χωρίς εμάς, προχωράμε χωρίς αυτούς», θα ήταν το προεκλογικό σλόγκαν του κόμματος στις εκλογές του 2012.
Ταυτόχρονα, φορτισμένα ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος αποκτούν «δεύτερες ζωές» και προσαρμόζονται στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ηδη τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008 αναφέρονταν συχνά ως «Δεκεμβριανά της γενιάς μας», ενώ στη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα πυκνώνουν οι αναφορές στο ΕΑΜ, στην Εθνική Αντίσταση, στο 1-1-4, στον αντιδικτατορικό αγώνα, στο Πολυτεχνείο και αργότερα στη ριζοσπαστικοποίηση των αρχών της Μεταπολίτευσης και στο πρώιμο «καλό ΠΑΣΟΚ».
Ο Αλέξης Τσίπρας μιλά για «χρηματοπιστωτικό πόλεμο» κατά της Ελλάδας: «Μπορεί να μην έχουμε πόλεμο, έχουμε χρηματοπιστωτικό πόλεμο, που αφήνει πίσω του εκατομμύρια εξαθλιωμένους, όχι νεκρούς, αλλά εξαθλιωμένους», έλεγε.
Μετά τον εκλογικό «σεισμό» του 2012, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ καταλαμβάνει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και βάζει πλώρη προς την «πρώτη φορά Αριστερά», το κόμμα μπαίνει σε μια νέα εσωτερική περιπέτεια. Σκοπός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να πάψει να αποτελεί έναν συνασπισμό συνιστωσών, αλλά να γίνει ενιαίο κόμμα. Παρότι η πορεία αυτοδιάλυσης των συνιστωσών δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση τον Ιούλιο του 2013, η Ιδρυτική Διακήρυξη του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ φέρει τον εξής τίτλο: «Τι είναι και τι θέλει ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς;» – μια ευθεία παραπομπή στη διακήρυξη του ΕΑΜ που είχε ακριβώς τον ίδιο τίτλο.
Λίγους μήνες μετά το εκλογικό «σοκ» που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ σε τροχιά κυβερνησιμότητας, ο Γιάννης Δραγασάκης σε συνέντευξή του στον Ελεύθερο Τύπο θα χρησιμοποιούσε τη φράση «βίαιη ωρίμανση» θέτοντας, ίσως, το νέο επίδικο της επόμενης μέρας. «Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, πρέπει να συνεχίσει ακόμη πιο εντατικά τη “βίαιη ωρίμανσή” του», σημείωνε εξηγώντας πως το κόμμα πρέπει «να γίνει πιο μεγάλο και πιο ριζοσπαστικό» και ταυτόχρονα «πιο κοινοβουλευτικό και πιο κινηματικό».
Οι απόψεις διίστανται για το αν επετεύχθη η ωρίμανση του ΣΥΡΙΖΑ πριν από την ανάληψη των κυβερνητικών καθηκόντων. Το σίγουρο είναι ότι κατά την περίοδο 2012-2015, μια περίοδο σχετικής κινηματικής ύφεσης σε σχέση με την πρώτη διετία της οικονομικής κρίσης, αφενός η ηγετική ομάδα υπό τον Αλέξη Τσίπρα αυτονομούνταν όλο και περισσότερο προετοιμάζοντας το μοντέλο και τη «στενή ομάδα» της διακυβέρνησης, αφετέρου εντός του ΣΥΡΙΖΑ η ισχυρή εσωκομματική αντιπολίτευση της Αριστερής Πλατφόρμας επέμενε στην εναλλακτική της «ρήξης» και στο ενδεχόμενο «επιστροφής στο εθνικό νόμισμα», αν οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους «στραβώσουν».
«Πρώτη φορά Αριστερά»
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις 25 Ιανουαρίου του 2015 φέρει ένα ισχυρό συμβολικό βάρος, αλλά αποτελεί και ένα γεγονός-ορόσημο στη μακρά και δύσκολη ιστορία της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Εκείνο το βράδυ, έξω από το κεντρικό περίπτερο του ΣΥΡΙΖΑ στην Κλαυθμώνος συναντούσε κανείς πρόσωπα ηλικιωμένων ανθρώπων να μην μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους, ενώ παραδίπλα νέοι με πάθος και χαμόγελο υποδέχονταν την «πρώτη φορά Αριστερά». Οσο οι πανηγυρισμοί στα Προπύλαια πύκνωναν με τον Αλέξη Τσίπρα να υπόσχεται να «φέρει ξανά τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα», τα διεθνή ΜΜΕ ήταν διχασμένα, με ορισμένα να μιλούν με διθυράμβους για το πρόσωπο του ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ και άλλα να κάνουν λόγο για μια «νίκη των δυνάμεων του λαϊκισμού στην Ελλάδα».
Τα γεγονότα του πρώτου εξαμήνου που οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στο δημοψήφισμα, στο κλείσιμο των τραπεζών, στον συμβιβασμό του Ιουλίου και στην υπογραφή του τρίτου μνημονίου είναι γνωστά. Οπως είναι γνωστή και η νέα διάσπαση που κλήθηκε να αντιμετωπίσει όταν η «Αριστερή Πλατφόρμα» με μπροστάρη τον Παναγιώτη Λαφαζάνη αποχώρησε για να ιδρύσει τη Λαϊκή Ενότητα.
Πλέον το δίλημμα μνημόνιο – αντιμνημόνιο έχει τελειώσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε θέσεις κυβερνητικής διαχείρισης του «εχθρικού αστικού κράτους», όπως λένε μέχρι και σήμερα κομματικά στελέχη, έχοντας μπροστά του ένα νεοφιλελεύθερης υφής πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ταυτόχρονα τη διαχείριση της κυβερνητικής συγκατοίκησης με ένα δεξιό, λαϊκιστικό κόμμα, τους ΑΝΕΛ.
Κι αν η προσωπικότητα του Αλέξη Τσίπρα κατόρθωνε να εφευρίσκει διαρκώς νέα δίπολα, νέους «αντιπάλους» και νέα πολιτικά επίδικα, όπως η διαφθορά, η διαπλοκή, η «τρόικα εσωτερικού», το «παλιό πολιτικό κατεστημένο» ή τα «στρατευμένα μίντια», ο κομματικός ΣΥΡΙΖΑ, «λαβωμένος» από μια μεγάλη διάσπαση, απογοητευμένος από τη διάψευση των προσδοκιών, με μικρή παρουσία σε συνδικάτα και τοπική αυτοδιοίκηση, προσπαθούσε μουδιασμένος να βρει τον ρόλο του στη νέα δυσμενή μνημονιακή πραγματικότητα.
Μια πραγματικότητα στην οποία το κόμμα και η Νεολαία του αντιμετωπίζονταν στην καλύτερη περίπτωση επιφυλακτικά και στη χειρότερη εχθρικά από τα κινήματα στα οποία κάποτε πρωταγωνιστούσε. Μια πραγματικότητα στην οποία τα ικανότερα, έμπειρα και πιο δραστήρια κομματικά στελέχη είχαν αξιοποιηθεί στις κορυφαίες κυβερνητικές και διοικητικές θέσεις, με συνέπεια οι οργανώσεις βάσης να αποδυναμωθούν και να απομαζικοποιηθούν.
Αν και υπήρξαν στιγμές «εσωτερικής κομματικής ανάτασης», όπως η Συμφωνία των Πρεσπών, η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια ή ο νόμος για την παροχή ιθαγένειας, την απόλυτη πρωτοβουλία κινήσεων στο κόμμα την είχε πλέον ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του, Αλέξης Τσίπρας, και η ομάδα πέριξ αυτού. Αξέχαστο, μάλιστα, έχει μείνει στιγμιότυπο από το Συνέδριο του 2016, όταν ενώ το σώμα ψήφισε κατά μίας πρότασης του προέδρου, ο ίδιος πήρε τον λόγο και ζήτησε από τους συνέδρους να ξαναψηφίσουν, κάτι το οποίο και συνέβη, με την πρόταση Τσίπρα να γίνεται τελικά δεκτή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμέτωπος με τον εαυτό του
«Η Αριστερά “βουτάει” εύκολα στην εσωστρέφεια και τη γραφειοκρατία, αν δεν υπάρχουν συνθήκες κινημάτων», μας λέει καλά πληροφορημένη πηγή για εκείνη την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτήν ακριβώς την εσωστρέφεια προσπάθησε να «σπάσει» ο Αλέξης Τσίπρας μετά τη διαχειρίσιμη ήττα από τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη τον Ιούλιο του 2019.
Στόχος του Τσίπρα ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ να διευρυνθεί, να απευθυνθεί σε νέα ακροατήρια, σε νέες κοινωνικές ομάδες, να αποτελέσει τον «κορμό της μεγάλης προοδευτικής παράταξης». Σε αυτή την κατεύθυνση εντάσσεται και η έγκριση από το Συνέδριο του 2022 της πρότασης για εκλογή του προέδρου από τη βάση. Σε αυτή την κατεύθυνση ίσως να εντασσόταν και η προσπάθεια –σύμφωνα με πολλούς– του Αλέξη Τσίπρα να αυξήσει τις επικλήσεις στην κληρονομιά του ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ των 172.000 μελών σήμερα είναι βέβαιο ότι θα είναι πρώτο κόμμα και με διαφορά στις επόμενες εκλογές», έλεγε ο Αλέξης Τσίπρας στις 16 Μαΐου του 2022, αφού είχε επανεκλεγεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ με ποσοστό 99%, χωρίς αντίπαλο.
Η διπλή εκλογική συντριβή του Μαΐου και του Ιουνίου επρόκειτο να διαψεύσει με τρόπο παταγώδη τον Αλέξη Τσίπρα και να τον οδηγήσει στην παραίτηση.
Σήμερα, στοίχημα της νέας ηγεσίας δεν είναι μονάχα να κρατήσει όρθιο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά να κατανοήσει πριν από όλα τα αίτια της μεγάλης ήττας που βίωσε το κόμμα. Αλλωστε, πλέον, η περίοδος των μεγάλων παθών της κρίσης έχει παρέλθει και οι νέες προκλήσεις (δημόσια Υγεία, ακρίβεια, αναπτυξιακό μοντέλο, ψηφιοποίηση του κράτους, εσχάτως η διαχείριση των καταστροφών) απαιτούν νέες πολιτικές προσεγγίσεις.
Σε αυτό το περιβάλλον, Εφη Αχτσιόγλου, Στέφανος Κασσελάκης, Νίκος Παππάς, Στέφανος Τζουμάκας και Ευκλείδης Τσακαλώτος (τα ονόματα με αλφαβητική σειρά) δίνουν την πρώτη εσωκομματική «μάχη» την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου. Μια μάχη της οποίας το αποτέλεσμα πιθανώς να αποτελέσει καταλύτη για την ιδεολογική φυσιογνωμία, τη μορφή, τον χαρακτήρα του κόμματος αλλά και για τη διατήρηση της ίδιας της ενότητας και της συνοχής του την επόμενη μέρα.