Η οκταετία Σημίτη 1996-2004 ήταν καθοριστική για το μακρό παρόν της Ελλάδας. Πυκνά χρόνια μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας μετά τη σύνδεση της με την διαδικασία ευρωπαϊκής ενοποίησης το 1981. Αλλά και γενικότερων αλλαγών στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Παγκοσμιοποίηση, αποβιομηχάνιση, αλλά και τεχνολογικός μετασχηματισμός.
Και άλλες φορές η Ελλάδα είχε συνδέσει τις εσωτερικές της εξελίξεις με εξωτερικές αλλαγές, αλλά στην περίοδο αυτή διεισδύουν βαθύτερα στην διακυβέρνηση και στους προσανατολισμούς της χώρας. Αναδιατάχθηκαν τα όρια δημοσίου και ιδιωτικού, κράτους και αγοράς, όχι μόνο στην αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη της Μεταπολίτευσης αλλά συνολικά ολόκληρης της μεταπολεμικής περιόδου. Η συμμετοχή στην ΟΝΕ και η υιοθέτηση του ευρώ, το 2001, ήταν μια νέα οικονομική αλλά και συμβολική αρχή. Η αλλαγή υποδείγματος ενισχύθηκε και από την ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας που ρυμούλκησε την ελληνική. Δεν αντισταθμίστηκε όμως η μακροχρόνια κάμψη του παραγωγικού τομέα της οικονομίας. Ο εκσυγχρονισμός είναι ορατός στα μεγάλα έργα υποδομής: Μετρό, τραμ, Αττική οδός, νέο αεροδρόμιο, ενοποίηση αρχαιολογικών χώρων, γέφυρα Ρίου-Αντίριου. Ταυτόχρονα μεταβλήθηκαν οι εργασιακές σχέσεις με την εισαγωγή ευελιξίας στα ωράρια εργασίας, τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών για τις κοινωνικές ασφαλίσεις, τις εταιρείες ενοικίασης εργαζομένων, τις συμβάσεις απασχόλησης και τις υπεργολαβίες, τις πρακτικές εξωτερικής ανάθεσης έργων ή υπηρεσιών του δημοσίου σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Όλα αυτά κατέστησαν επισφαλέστερη την εμπειρία των εργαζομένων, ιδίως των νέων.
Ο εκσυγχρονισμός είναι η εμβληματική λέξη που συνδέει τον Κώστα Σημίτη με την εποχή του. Δεν ήταν όμως εξαρχής ένα έτοιμο πακέτο ιδεών. Στις δεκαετίες 1960 και 1970 ένας κύκλος διανοουμένων πρόβαλε με μελέτες και προτάσεις το αίτημα του εκσυγχρονισμού: Όμιλος Πολιτικής Έρευνας «Αλέξανδρος Παπαναστασίου» (1965-1967), Δημοκρατική Άμυνα (1967-1970) και Εταιρεία Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων (ΕΜΕΠ, 1970-1972). Το αίτημα στη Μεταπολίτευση γενικεύτηκε, αλλά το κυρίαρχο ήταν ο εκδημοκρατισμός που επισκίαζε τον εκσυγχρονισμό που ήταν επιφυλακτικός απέναντι στην ευρωπαϊκή ένταξη. Στη δεκαετία του ’90 όμως οι επιφυλάξεις είχαν μεταβληθεί σε ένθερμη υποστήριξη. Στην ίδια δεκαετία το εκσυγχρονιστικό ρεύμα απέκτησε μαζική εμβέλεια και συμμετείχε σε διεθνείς αναζητήσεις που ονομάστηκαν «Τρίτος Δρόμος» (στη Μ.Βρετανία) ή «Νέο Κέντρο» (στη Γερμανία). Στην περίοδο Σημίτη, σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες κυβερνούσαν οι σοσιαλιστές, και στις ΗΠΑ ο Μπιλ Κλίντον με τους «Νέους Δημοκράτες» (DLC). Στην Ελλάδα είχε την εμφατική υποστήριξη εμβληματικών διανοουμένων και δημιουργήθηκε ένα ερμηνευτικό σχήμα βασισμένο στην υστέρηση της νεοελληνικής κοινωνίας απέναντι στην Ευρώπη και στον πολιτισμικό δυϊσμό.
Πέρασαν πάνω από είκοσι χρόνια από τότε. Τελείωσε η εποχή αυτή; Θεωρώ πως η κρίση του 2010 ήταν το οριστικό πέρας της. Σε εκείνες τις συνθήκες οι εκσυγχρονιστές δεν παρουσίασαν ένα εναλλακτικό, συνεκτικό σχέδιο για τη χώρα και έχασαν τον διακριτό ρόλο τους. Ο ίδιος ο Σημίτης από δρών πρόσωπο μιας εποχής πέρασε στη σφαίρα της πολιτικής χρήσης της διακυβέρνησής του που κυμαίνεται από την εξιδανίκευση και την οικειοποίηση έως την δαιμονοποίηση. Αν όμως αποφασίσουμε ότι η εποχή του είναι πλέον ιστορία, θα μιλήσουμε με άλλους όρους.
*Ο Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.