Με ακαδημαϊκή γλώσσα που δεν «μασάει» τα λόγια της απευθύνεται στο μήνυμά του προς την ακαδημαϊκή κοινότητα του εμβληματικού ΕΜΠ, και όχι μόνον, ο απερχόμενος πρύτανης του ιδρύματος Ανδρέας Μπουντουβής. Μιλάει για τα μέτωπα που καλείται να αντιμετωπίσει ένας πρύτανης του ΕΜΠ, για τη βία που ασκούν εξωπανεπιστημιακές ομάδες και την αυθαιρεσία τους, για την αναξιοκρατία.
«Η σημαντικότερη συνολική εμπειρία μου από τη θητεία μου αφορά στη διαχείριση των μετώπων. Υπάρχουν μέτωπα που ως πρύτανης ανοίγεις αλλά και άλλα που ανοίγουν, αναμενόμενα και μη, μόνα τους. Η επιλογή των πρώτων σε συνδυασμό με την ύπαρξη των δεύτερων και η επιδιωκόμενη θετική έκβαση χρειάζονται στρατηγική και τακτική. Η αστοχία στη διαχείριση των μετώπων μπορεί να αποβεί ισοπεδωτική για τον πρύτανη και επικίνδυνη για το ίδρυμα. Αυτό είναι και μια απάντηση, τουλάχιστον έμμεση, σε εύλογα ερωτήματα του τύπου “κι εσείς τι κάνατε κ. πρύτανη για να διορθώσετε το τάδε κακώς κείμενο;”» παρατηρεί ο κ. Μπουντουβής, πριν αναφερθεί στη βία και στην άκρα παραβατικότητα που ασκούν εξωπανεπιστημιακές αλλά και φοιτητικές ομάδες, ιδίως κατά τη λειτουργία του οργάνων του ιδρύματος όπως η Σύγκλητος.
Χαρακτηριστικά, λέει: «Αντιμετώπισα μεγάλες πιέσεις, οι οποίες είναι διαχρονικά συγκεκριμένης προέλευσης σε ό,τι αφορά την καθοδήγηση, στόχευση και ιδιαίτερα την έκφρασή τους. Εννοώ κυρίως ακραίες συμπεριφορές, παραταξιακής φοιτητικής προέλευσης, ιδιαίτερα μειοψηφικής αλλά ασύδοτης και με χαρακτηριστικά αγέλης. Αλλά και βία και ακραία παραβατικότητα από συγκατοικούσες ομάδες του αυτοαποκαλούμενου αντιεξουσιαστικού χώρου και άλλων. Η μάχη σε αυτό το μέτωπο έχει αποδώσει καρπούς, σε συνεργασία και με την Πολιτεία. Ενδεικτικά αναφέρω την εκκένωση και ανάκτηση του κτιρίου Γκίνη στο συγκρότημα Πατησίων και την εκκαθάριση της διαβόητης παλαιάς φοιτητικής εστίας στην Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου. Η αντιμετώπιση της πολυετούς κατάληψης-πληγής της Σχολής Χημικών Μηχανικών είναι πλέον σε αναντίστρεπτη εξέλιξη, με την ομόθυμη αποφασιστικότητα της Σχολής, την αταλάντευτη θέση της διοίκησης και τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές».
Σε άλλο σημείο ως προς τη λειτουργία της Συγκλήτου, σημειώνει: «Στο όνομα κεκτημένων δήθεν δημοκρατικής εκπροσώπησης, φτάσαμε στο απροχώρητο. Η αυθαιρεσία, η βία και η τοξικότητα των “αυτο-προσκεκλημένων” ήταν αφόρητες, προσβλητικές της ατομικής και συλλογικής θεσμικής αξιοπρέπειας. Η Σύγκλητος έχει από διετίας απαλλαγεί από την ανεξέλεγκτη παρουσία και λειτουργεί ομαλά, με την προβλεπόμενη σύνθεση. Είμαι βέβαιος ότι, ως προς αυτό το θέμα, το ΕΜΠ “γύρισε σελίδα” οριστικά».
Η βία εξωπανεπιστημιακών ομάδων, η αυθαιρεσία τους και η αναξιοκρατία.
Απευθυνόμενος στο προσωπικό του ιδρύματος, ο κ. Μπουντουβής τονίζει: «Αξίζουν θερμότατες ευχαριστίες σε όσους κοπιάζουν σε καθημερινή βάση για την πρόοδο του ιδρύματος αλλά και για να υπερνικήσουν τις ανασχέσεις», και δεν παραλείπει να προσθέσει με νόημα, «η αξιοκρατία και ειδικότερα η τοποθέτηση/αξιοποίηση ικανών υπαλλήλων σε απαιτητικές θέσεις, όπως συνέβη πρόσφατα, είναι υποχρέωση της διοίκησης του ΑΕΙ. Ας σημειωθεί ότι το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο δεν αφήνει παρά ελάχιστα περιθώρια κινήσεων, τόσο περιορισμένων που καθιστούν πρακτικά αδύνατη την αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας της απόδοσης μερικών με τις απαιτήσεις των θέσεών τους ακόμη και νευραλγικών».
Δεν κρύβει βέβαια την πικρία του για το γεγονός ότι «αν και η άνοδος είναι σταθερή και σε μερικές πρόσφατες κατατάξεις το ΕΜΠ έχει την πρωτιά μεταξύ των ελληνικών πανεπιστημίων, από την άλλη η ασχήμια των τοιχογραφιών και της αφίσας στο ΕΜΠ καλά κρατεί για δεκαετίες και παρ’ όλη την προσπάθεια και τα έξοδα, ειδικά στο συγκρότημα Πατησίων, το ίδρυμα εκπέμπει μια εικόνα απογοητευτική και ντροπιαστική».
«Στο ΕΜΠ και το Ελληνικό Πανεπιστήμιο γενικότερα υπάρχουν αγκυλώσεις, ιδεοληψίες και κεκτημένα που όμως είμαι σε θέση να πω κάνοντας “ταμείο” ότι έχουν ηττηθεί», παρατηρεί προσθέτοντας –και προς τον διάδοχό του, νέο πρύτανη Γιάννη Χατζηγεωργίου– ότι «σθένος και αποφασιστικότητα αλλά σε συνδυασμό με συγκρότηση, σχέδιο και συμμαχίες είναι τεράστιας σημασίας».